Οι άνθρωποι αγαπάμε να απεχθανόμαστε το παρελθόν. Καταφεύγουμε σε αυτό για παρηγοριά, για να θυμηθούμε μια αλλοτινή ευτυχία, για να το συγκρίνουμε με το παρόν μας. Μία -πολλές φορές- επίπονη διαδικασία, καθώς ο άνθρωπος στρέφεται στο παρελθόν του μόνο όταν το παρόν του δεν είναι τόσο παραμυθένιο όσο θα επιθυμούσε μπαίνοντας σε μία άνευ ουσίας σύγκριση αναπολώντας περασμένα μεγαλεία. Ποιος, άλλωστε, θα ασχοληθεί με τα παλιά τη στιγμή που όλα του πάνε πρίμα; Και πόσοι έχουν το παρελθόν σαν δάσκαλο και μπούσουλα για το από εδώ και πέρα και όχι για κουκούλι που κρύβονται μέσα του αντί να αντιμετωπίσουν το τώρα;

Το παρελθόν απαρτίζεται από καταστάσεις, στιγμές και πρόσωπα. Το ερωτικό παρελθόν μπορεί να στιγματιστεί και από ένα μόνο πρόσωπο. Έναν άνθρωπο που κάποτε γνώρισες, ερωτεύτηκες και έχασες. Από επιλογή του, από επιλογή σου, από μια χαζομάρα, από τις συνθήκες που δε σας ευνόησαν, από οτιδήποτε. Το θέμα είναι ότι τον εν λόγω άνθρωπο τον έχεις τοποθετήσει σε ένα θρόνο και δεν πέφτει από εκεί ούτε με σεισμό 8,4 ρίχτερ. Η εξιδανίκευση είναι μια κακή, αλλά αναπόφευκτη τρύπα στην οποία πέφτουμε η συντριπτική πλειοψηφία όταν ερωτευόμαστε. Και όταν ο έρωτας κατακαθίσει, ξεθολώσει και το μάτι και φύγει η χρυσόσκονη που μας στραβώνει -χρυσή, αλλά σκόνη- αποφασίζουμε εάν και πόσο το αληθινό πρόσωπο του άλλου μας κάνει ή όχι και πόσο απέχει από το τέλειο ον που ο ερωτοχτυπημένος εαυτός μας είχε πλάσει.

Πολύ όμορφα και απλά ακούγονται τα παραπάνω και μακάρι να ήταν και έτσι, όμως πολλές φορές η εξιδανίκευση έρχεται εκ των υστέρων. Μετά από απογοητεύσεις, από επιλογές ανθρώπων όχι και τόσο σοφές αναπολείς το παλιό, χώνεσαι στο «αν» σου και μηρυκάζεις τις αναμνήσεις σου, πεπεισμένος ότι αν είχες γνωρίσει τώρα εκείνον τον παλιό σου έρωτα θα έπλεες σε πελάγη ευτυχίας γιατί ήταν ο αστακός σου, το άλλο σου μισό πορτοκάλι και γιατί ο ουρανός να είναι τόσο φθονερός και ποια μοίρα σε ζηλεύει, ποιο μάτι φθονερό. Επιλέγεις να παραβλέπεις, ωστόσο, το γεγονός ότι εκείνος ο άνθρωπος σού ταίριαξε τότε. Στο σήμερα, πέντε, οκτώ ή δεκατρία χρόνια μετά με πόση βεβαιότητα μπορείς να ισχυριστείς ότι θα τον ερωτευόσουν ή θα σε ερωτευόταν; Οι άνθρωποι μένουν στάσιμοι ή εξελίσσονται, γίνονται καλύτεροι ή χειρότεροι, αλλάζουν απόψεις, εμφάνιση, τρόπο ζωής και γούστα και αυτό που γοήτευσε τότε μπορεί να μην υπάρχει πια ή να μην το βρίσκεις εσύ γοητευτικό πλέον.

Εκείνοι που εξιδανικεύουμε συνήθως δεν υπάρχουν στη ζωή μας, δεν τους συναναστρεφόμαστε. Εάν τον ζεις μπορείς να πεις με μια κάποια σιγουριά εάν και στο σήμερα θα σου ταίριαζε ή εάν εξακολουθεί να σε ελκύει με οποιοδήποτε τρόπο, χωρίς να σημαίνει ότι έχεις ακόμα αισθήματα. Βέβαια, δε γνωρίζεις αν θα έλεγε και ο άλλος το ίδιο για σένα και αν εξακολουθεί να σε βρίσκει εξίσου συναρπαστικό με τότε και συγγνώμη αν σου ραγίζω λίγο την αυτοπεποίθηση, αλλά αυτά τα πράγματα τα αποφασίζουν δύο. Αν είσαστε δύο άγνωστοι δε σου εγγυάται κανείς πως αν συναντιόσασταν στο τώρα δε θα προσπερνούσατε αδιάφορα ο ένας τον άλλο. Για παράδειγμα, τι πιθανότητες δίνεις να δεις τον εφηβικό σου, ανομολόγητο ή μη, έρωτα και να νιώσεις κάτι άλλο πέρα από μια νοσταλγία; «Τι εννοείς να με γοητεύσει ένα πιτσιρίκι, μας κοροϊδεύεις;» θα σκεφτείς, αλλά το point μου είναι πολύ ξεκάθαρο. Σίγουρα σε όσο μεγαλύτερη ηλικία γνωρίσεις κάποιον, έχεις μια καθαρότερη εικόνα για το χαρακτήρα του και πιθανολογείς ότι δε θα έχει κάνει στροφή 180 μοιρών, μα η ζωή είναι γεμάτη ανατροπές από τη μία στιγμή στην άλλη και δεν είσαι σε θέση να γνωρίζεις ούτε τι μπορεί να μεσολάβησε, ούτε πως επέδρασε στον εκάστοτε ψυχισμό το όποιο γεγονός. Το πιο αστείο βέβαια είναι ότι υπάρχει και μεγάλη πιθανότητα να σε είχε πληγώσει αλλά, ως γνωστόν, όταν βυθιζόμαστε στην αναπόληση, επιλέγουμε να παραβλέπουμε όσα μας χαλάνε την τέλεια φαντασίωση.

Τα τέλη γράφονται για κάποιο λόγο. Μη σου πω, κιόλας, ότι είναι πιθανότερο μετά από χρόνια να σε ελκύσει ή να σου ταιριάξει κάποιος που στο πάλαι ποτέ δε σου είχε κινήσει το ενδιαφέρον ή δεν είχατε βρει κοινούς κώδικες. Συνοψίζοντας λοιπόν, αν ξανασυστηνόμασταν δε σημαίνει και ότι θα ξαναερωτευόμασταν.

 

Συντάκτης: Κατερίνα Δούκα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου