Τη λες κι απόγονο του Τσελεμεντέ. Μοιράζει αβέρτα συνταγές και ξέρει να φτιάχνει πρώτο πιάτο, κυρίως κι επιδόρπιο. Πάντα θα νοιάζεται αν έφαγες και θα ετοιμάζει κάτι επιπλέον, αν εκτάκτως πεινάσεις ή σκάσεις σπίτι με παρέα. Ο λόγος για τη μάνα σου -ε, βέβαια, για ποια άλλη;

Όσο μεγαλώνει τόσο περισσότερο κλείνεται στο δικό της βασίλειο, την κουζίνα της. Κι εσύ εύλογα αναρωτιέσαι πώς και δε βαρέθηκε τόσα χρόνια, κάθε μέρα, να κάνει την ίδια δουλειά. Φημίζεται για την οργανωτικότητά της και κάθε βράδυ σε ρωτάει τι τραβάει η όρεξή σου για την επόμενη μέρα. Φυσικά, το εκμεταλλεύεσαι κι απαντάς, αν και κατά βάθος απορείς, γιατί δεν κάνει απλά ό,τι να ‘ναι, αρκεί να υπάρχει ένα πιάτο φαΐ στο τραπέζι;

Πόσο λάθος κάνεις αν νομίζεις πως απλώς συνήθισε ή αγάπησε τη μαγειρική, που έγινε αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητάς της. Μέσα απ’ τις γαστρονομικές της ικανότητες αντλεί κατά κάποιο τρόπο και την αυτοεκτίμησή της. Ιδιαίτερα μετά τη συνταξιοδότηση, που ο εργασιακός της χώρος δεν είναι εκεί για να την επιβεβαιώνει πια.

Θέλει να δείξει και παράλληλα να αποδείξει πως είναι ακόμα καλή σε κάτι -ίσως κι η καλύτερη. Λίγο η εμπειρία, λίγο οι εκπομπές που θα δει στην τηλεόραση κι η στοίβα με τα βιβλία μαγειρικής στο ράφι. Όλα αυτά είναι τα όπλα της για να πετύχει τον ένα και μοναδικό σκοπό της: να γλείφουν τα δάχτυλά τους όσοι φάνε απ’ τα χεράκια της.

Τη βλέπεις συχνά να τρελαίνεται όταν τρως απ’ έξω. Όχι, δεν την έπιασε ξαφνικά ο πόνος για τα συντηρητικά και τα Ε, ούτε για τις έξτρα θερμίδες που θα αποκτήσει η συλλογή σου. Απλώς δεν μπορεί να αποδεχτεί πως εκείνα τα ετοιματζίδικα (όπως τα λέει) που παραγγέλνεις είναι πιο νόστιμα απ’ τα δικά της πιάτα.

Την ώρα που μασάς στέκεται πάνω απ’ το κεφάλι σου και μόλις κατεβάσεις την πρώτη μπουκιά περιμένει τα σχόλιά σου. Μην κάνεις ποτέ το λάθος να της πεις τι λείπει απ’ το φαγητό της. Μπορείς να το σκεφτείς και να το κρατήσεις για σένα, αλλά όχι να το ξεστομίσεις. Έναν καλό λόγο περιμένει να ακούσει η γυναίκα∙ όχι κριτική και βαθμολογία σεφ για το πιάτο της. Ό,τι κάνει να το βαφτίζεις πεντανόστιμο κι ας σε πιάσει μετά το στομάχι σου. Είναι καλύτερα να την πληγώνεις;

Θα την ακούσεις να ψιθυρίζει «ποπό, τι έφτιαξα σήμερα η ρουφιάνα» μόλις δοκιμάσει το –καυτό ακόμη– φαγητό για να διαπιστώσει η ίδια πρώτη αν της πέτυχε. Αυτοπαινεύεται κι όχι δεν είναι ψωνάρα, έχει ανάγκη από επιβεβαίωση.

Ίσως αναρωτιέσαι γιατί τα κάνει όλα αυτά, αφού ξέρεις ήδη τις ικανότητές της κι εκτιμάς και μόνο το γεγονός ότι μπαίνει στον κόπο να σου ετοιμάσει φαγητό. Αμ, δεν το κάνει για σένα, όχι μόνο. Για τον εαυτό της το κάνει. Είναι ένας τρόπος να καλύψει τις ανασφάλειές της, να ανέβει ψυχολογικά, ξέροντας πως πετυχαίνει αυτό με το οποίο καταπιάνεται στο μέγιστο βαθμό.

Δεν τη νοιάζει να συγκριθεί με άλλες του είδους της. Την αποδοχή απ’ την οικογένειά της και τους φίλους της περιμένει, ένα εγκάρδιο «μπράβο», την αναγνώριση του κόπου και παράλληλα της αξίας της. Την αυτοεκτίμησή της προσπαθεί να τονώσει, ξέροντας πόσο σημαντικό είναι να ικανοποιεί τουλάχιστον εκείνους που αγαπά, να την εκτιμούν και να την αντιμετωπίζουν σαν τη θεά της κουζίνας τους.

Γι’ αυτό την επόμενη φορά φούσκωσε λίγο παραπάνω τα θετικά σχόλια και τα κομπλιμέντα, κι ας τη να χαίρεται. Δε θα σου κοστίσει τίποτα, λίγο σάλιο παραπάνω. Και πού ‘σαι; Ξέρει πάντα τι δεν πέτυχε και ‘χει ήδη ανακαλύψει το γιατί. Την αυτοκριτική της την κάνει κρυφά, ενδόμυχα, μέσα στο βασίλειό της. Επιβεβαίωση –και μόνο– ζητάει από σένα.

Συντάκτης: Βασιλική Γ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη