Πολλοί πιστεύουν για τη μουσική ότι μπορεί να σε κάνει να ταξιδέψεις με μία μόνο νότα. Είναι η ικανότητα να συνδεόμαστε νοητικά και συναισθηματικά με συγκεκριμένα τραγούδια και κάθε κύτταρο του κορμιού μας να γίνεται ένα με τη μελωδία. Πώς νιώθεις λοιπόν στο άκουσμα του “Stairway to Heaven”, το δημιούργημα του θρυλικού συγκροτήματος Led Zeppelin;

Μέσα από δίσκους και κομμάτια που άγγιζαν την τελειότητα κατάφεραν και ξεπέρασαν τους εαυτούς τους δίνοντας στο κοινό ένα τραγούδι ύμνο του προηγούμενου αιώνα. Συνδυασμός μουσικών διανοιών, ταλέντου και αγάπης για τη μουσική, που έφτιαξαν ένα σχεδόν δεκάλεπτο μουσικό κομμάτι καλύπτοντας έτσι όλο το εύρος της δυναμικότητας του συγκεκριμένου συγκροτήματος. Η εισαγωγή του λυρική, τα φωνητικά του Robert Plant αγέρωχα, με μια άνεση και ένα μειδίαμα στα χείλη κι από πίσω η μουσική υπόκρουση της κιθάρας και του φλάουτου να δίνουν ρέστα, είναι μόνο μερικά χαρακτηριστικά του τραγουδιού.

Οι συντελεστές δίνουν την αίσθηση ότι πετούν πάνω από το κοινό τους που τους παρακολουθεί σχεδόν μαγεμένο από το σύνολο μουσικής τελειότητας και σκηνικής παρουσίας. Και καθώς τα λεπτά περνούν, το κομμάτι παίρνει σώμα και ψυχή. Εκεί ξεκινούν σιγά σιγά τα ντραμς να ζωντανεύουν το κομμάτι που εισέρχεται στον πραγματικό κόσμο και παύει να κινείται στη σφαίρα του ονείρου. Η φωνή του Robert Plant γίνεται επιθετική και ακολουθεί ένα απερίγραπτο σόλο ηλεκτρικής κιθάρας του Jimmy Page με την επάξια στήριξη από τον ντράμερ Bonham. Πώς είναι δυνατόν το ταλέντο αυτού του συγκροτήματος να έχει φτάσει σε τέτοιο επίπεδο που να δημιουργεί το τέλειο;

Το 1968 υπήρξε έτος σταθμός για τη μουσική σκηνή εκείνης της εποχής και όχι μόνο. Η δημιουργία του συγκροτήματος Led Zeppelin ήταν γεγονός. Ένας συνδυασμός μπλουζ, ροκ και χέβι μέταλ έπλασαν τη μουσική του ταυτότητα. Κατέκτησαν ως σύνολο την παγκόσμια μουσική σκηνή με το ελεύθερο πνεύμα και την αγάπη τους για τη δημιουργία και τη μουσική. Ένα κράμα βαριάς ροκ μουσικής και φωνητικών του Robert plant ήταν ο συνδυασμός έκπληξη εκείνης της εποχής.

Ο Robert plant με την ιδιαίτερη φωνή και τη μαγική σκηνική παρουσία, ερχόταν σε επαφή τόσο με το κοινό όσο και με το υπόλοιπο γκρουπ. Δεν ήταν μόνο η εμφάνισή του που έκανε γυναίκες και άνδρες ανεξαρτήτως ηλικίας να λυγίζουν στο άκουσμα της φωνής του και στη θέα της σκηνικής του παρουσίας. Ήταν ο άνδρας που κατάφερε να δέσει ένα ολόκληρο συγκρότημα στη δική του φωνή. Τα μακριά ξανθά μαλλιά, ένα απλό γιλέκο κι ένα τζιν ήταν όλα όσα χρειαζόταν. Το χαμόγελό του, το τίναγμα των δαχτύλων και ο τρόπος που κινούνταν πάνω στη σκηνή ήταν σαν να πετούσε. Η μελωδία γινόταν ένα με το κορμί του. Ακόμα και ο τρόπος που μιλούσε στις συνεντεύξεις ήταν λυρικός. Οι απαντήσεις του ήταν ποιητικές. Είχε καταλάβει -και δικαιωματικά- τη θέση του βασιλιά της ροκ σκηνής. Η βρετανική προφορά του, το πονηρό χαμόγελό του και ο ντελικάτος τρόπος ομιλίας και κίνησης ήταν πρωτόγνωρα εκείνη την εποχή που η ροκ είχε τη φήμη μιας σκληρής και μη συναισθηματικής μουσικής.

Λένε πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο, έτσι κι αυτό το συγκρότημα ενώθηκε και άφησε μια τεράστια μουσική περιουσία. Μετά από 3 άλμπουμ και απίστευτη παγκόσμια αναγνώριση, έρχεται το 4ο και ίσως το καλύτερο άλμπουμ τους. Ένα κράμα χίπικου μυστικισμού και μουσικής έμπνευσης από τον κέλτικο πολιτισμό. Ήταν το τέλειο και η δημιουργία ήταν μόνο δική τους. Άφησαν πίσω τους ένα δημιούργημα που δύσκολα μπορεί να ξεπεραστεί, όχι μόνο μουσικά αλλά και ιδεολογικά. Ίσως, βέβαια, το πιο μεθυστικό στοιχείο του συγκροτήματος ήταν τα ελεύθερα σόλο τους στα live. Η θέα του κιθαρίστα Jimmy Page να παίζει με δοξάρι την κιθάρα για παράδειγμα και τα απίστευτα φωνητικά στο “Baby i am gonna leave you” είναι η επιτομή της ροκ τέχνης.

Πολλοί τους είχαν χαρακτηρίσει σαν ένα hippie group για αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν έβαζαν και τίτλους στους δίσκους τους. Ήταν μια δική τους διαμαρτυρία. Κάθε κριτική ήταν και ένα έναυσμα να ανέβουν ακόμα πιο ψηλά. Θέλησαν να κατακτήσουν τον κόσμο και το κατάφεραν μένοντας στην ιστορία ως ένα από τα καλύτερα ροκ συγκροτήματα όλων των εποχών.

 

Συντάκτης: Ανδρομάχη Κόκλα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου