Γύρισε σπίτι λίγο πριν τις οκτώ το βράδυ και το ύφος του ήταν σκοτεινιασμένο. Είχε πάει μέχρι το καφενείο να δει λίγο τους φίλους του και κάθισε στον καναπέ να δει τις ειδήσεις.

Ο Λευτέρης με τη Μαρία ήταν πολλά χρόνια μαζί, αλλά η σχέση τους τον τελευταίο καιρό πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Καβγάδιζαν συνέχεια, με το παραμικρό.

Παρ’ όλο που εργαζόταν και μάλιστα με αρκετά καλό μισθό, αυτή η διαρκής ανασφάλεια για το αύριο, όλα όσα ζούσαν και οι περισσότεροι, δημιουργούσε μια τεράστια ένταση μεταξύ τους.

Τα περισσότερα ζευγάρια δεν μπορούν σχεδόν ποτέ να συνδέσουν αυτό που συμβαίνει μέσα τους ή στη σχέση τους με αυτό που συμβαίνει έξω.

Όταν πας στο καφενείο κι όλες οι συζητήσεις είναι γύρω από την κακή οικονομική κατάσταση και την αβεβαιότητα του αύριο, όταν κάθε βράδυ δεις στην τηλεόραση πως δεν υπάρχει σχεδόν καμιά ελπίδα για βελτίωση της ζωής σου, όταν όλες οι σκέψεις είναι απαισιόδοξες, τότε δεν είναι δυνατόν να χαλαρώσεις, να ηρεμήσεις και ν’ απολαύσεις τη σχέση σου.

Ο κοινωνικός πανικός μεταφέρεται πάντα μέσα στο ζευγάρι.

Αν δεν μπορείς να το δεις αυτό, τότε σου φταίει μόνο ο σύντροφός σου.

Εκνευρίζεσαι με ό,τι κάνει, το παραμικρό λάθος διογκώνεται και γίνεται τεράστιο και οι διαμάχες είναι καθημερινές.

Αρχίζει η φθορά της σχέσης γιατί το ζευγάρι δεν μπορεί ούτε όταν είναι μόνο του να ηρεμήσει. Είναι σαν να βρίσκεται πάντα κάποιος ανάμεσά τους και να το δηλητηριάζει.

Μέσα στον τόσο θυμό, τη λύπη και την απογοήτευση που προκαλεί ένα κοινωνικό γεγονός, ιδιαίτερα μάλιστα όταν αυτό έχει μια χρονική διάρκεια, χάνεται η ικανότητα σύνδεσης των εξωτερικών παραγόντων με τη σχέση.

Να το πω λίγο πιο ωμά: μας είναι φυσιολογικό σαν σκέψη, όταν χάσουμε έναν αγαπημένο μας άνθρωπο να μην έχουμε καμιά διάθεση για τρυφερότητα ή έρωτα με το σύντροφό μας. Η απώλεια είναι ένα εξωτερικό γεγονός που μας επηρεάζει.

Ή αντίστροφα: η είδηση για τη γέννηση ενός παιδιού μας γεμίζει χαρά και ελπίδα κι αυτά τα συναισθήματα μεταφέρονται και μέσα στη σχέση.

Μια καλή ή κακή είδηση έχει άμεσο αντίκτυπο μέσα μας κι επομένως στη συμπεριφορά μας.

Είναι επίσης άδικο όταν υπάρχει μια γενικευμένη κρίση να πιστεύουμε πως φταίει ο άνθρωπός μας για κάτι που δεν έκανε καλά, ή που δεν μας καταλαβαίνει.

Μια σχέση είτε φιλική είτε επαγγελματική, αλλά ιδιαίτερα όταν είναι ερωτική, είναι δυο πράγματα: Πρώτον αυτό που νιώθουμε για τον άλλον και δεύτερον σε τι περιβάλλον το ζούμε αυτό.

Αν ασχοληθούμε αποκλειστικά μόνο με το ένα ή το άλλο, τότε ποτέ δε θα μπορέσουμε να καταλάβουμε το μεγαλείο της συντροφικότητας.

Το ίδιο ακριβώς συνέβαινε και στη σχέση της Μαρίας με το Λευτέρη. Κατηγορούσε ο ένας τον άλλον προσωπικά, αντί να προσπαθήσουν να καταλάβουν τι συμβαίνει και στα δυο επίπεδα. Και μέσα τους, αλλά κι έξω.

Η αγάπη τους άρχισε να φθείρεται, η διάθεσή τους να πλησιάσει ο ένας τον άλλον άρχισε να εξαφανίζεται.

Έφτασαν στο σημείο να μην μπορεί να δει ο ένας τον άλλον όπως ακριβώς είναι και η προσοχή τους επικεντρωνόταν μόνο στα αρνητικά.

Έφτασαν στο σημείο να χωρίσουν.

Μόνο τότε κατάλαβαν πόσο πολύ θα έπρεπε να προσπαθήσουν να βρουν τρόπο ν’ αντιμετωπίσουν όλο αυτό που συμβαίνει. Δεν ήθελαν με τίποτα να χάσει ο ένας τον άλλον.

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις μια σωτήρια λύση είναι η πειθαρχία.

Όταν βάζεις κάποιους κανόνες και τους τηρείς, αισθάνεσαι ολοκληρωμένος.

Το πρώτο που έκαναν ήταν να κλείσουν την τηλεόραση. Πολύ δύσκολο στην αρχή, αλλά το κατάφεραν. Βρέθηκε χρόνος για να συνομιλήσουν, ή να σιωπήσουν, ή ν’ ακούσουν λίγη μουσική. Χαλάρωσε λίγο η ψυχή τους και η χαμένη τρυφερότητα άρχισε δειλά να εμφανίζεται.

Αυτός ο τρίτος άνθρωπος που είχαν βάλει στη ζωή τους, η τηλεόραση, κατάλαβαν λίγες μέρες μετά πως ήταν μόνο δηλητήριο για τη σχέση τους.

Όταν κάτι σε κάνει να χαρείς λίγο, σου δίνει διέξοδο ή σε ηρεμεί αρχίζεις και το κάνει μέρος της ζωής σου.

Το δεύτερο που έκαναν ήταν ν’ αποφεύγουν τους φίλους που βρίσκονταν στην ίδια κατάσταση που ήταν εκείνοι πριν πάρουν τις αποφάσεις τους. Αυτό δε σημαίνει πως ήταν στον κόσμο τους. Όχι. Κοινωνικοί και ανθρώπινοι, αλλά με όρια.

Το ζευγάρι άρχισε να βρίσκει την ισορροπία μεταξύ του. Ο πόθος του ενός για τον άλλον άρχισε πάλι να δυναμώνει, η κατανόηση για κάτι άσχημο και μόνο επειδή την έβλεπαν συνολικά, έγινε δύναμη ζωής.

Αυτό ήταν. Δεν χρειάστηκαν παρά μόνο δυο μήνες για να ξαναβρούν αυτό το μαγικό συναίσθημα που τους συνέδεε. Έμαθαν πως όταν ο ένα από τους δυο έχει κακή διάθεση, το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να το συζητήσουν με μοναδικό σκοπό να εντοπίσουν από ποια σκέψη προέρχεται αυτό. Έμαθαν να διοχετεύουν το θυμό τους εκεί που πρέπει και όχι ο ένας στον άλλον, ανεξέλεγκτα.

Η ζωή τους άλλαξε. Τα διαρκώς σκυθρωπά τους πρόσωπα, έγιναν χαμογελαστά κι αισιόδοξα. Δεν απογοητεύονταν πια τόσο εύκολα, άρχισαν δειλά και μέσα στις υπάρχουσες δυνατότητες να κάνουν σχέδια για το μέλλον. Μικρά και απλά, δεν χρειάζεται να είναι πάντα μεγαλεπήβολα.

Ο κάθε τρίτος που θα μπει μέσα στο ζευγάρι παίζει πάντα ένα ρόλο. Άλλοτε καλό άλλοτε κακό. Αν αυτός ο τρίτος είναι μια διαρκής κακή είδηση, μοιάζει μ’ αυτόν που φθονεί τη σχέση και θέλει να τη διαβάλλει.

Εκεί πρέπει ν’ αντισταθεί ο καθένας. Ν’ απομακρύνει αυτό που είναι ένα διαρκές δηλητήριο. Όχι να κάνει πως δεν το βλέπει, ούτε να κρύβεται από το εαυτό του προσποιούμενος πως δεν συμβαίνει. Αλλά να δει μέχρι πού αντέχει. Μέχρι ποιο σημείο δεν του κάνει κακό.

Τα όρια μοιάζουν με τους τοίχους του σπιτιού που μας προστατεύουν από τον έξω κόσμο για να έχουμε την προσωπική μας ζωή. Τον ίδιο ρόλο παίζουν και τα όρια στη ζωή μας.

Είναι μια ασπίδα προστασίας από οτιδήποτε θα μπορούσε να μας βλάψει.

Συντάκτης: Γιώργος Γλαύκος