Λεωφόρος από αυτές με έξι λωρίδες σε κάθε τους πλευρά. Κι εσύ κάπου στο κέντρο ανεβασμένος σε μια αερογέφυρα να διασχίζουν κάτω απ’ τα πόδια σου με ταχύτητα ιλιγγιώδη τα οχήματα. Ωραία να τα κοιτάς από μακριά, αφ’ υψηλού, με την ασφάλεια που απλόχερα χαρίζει μια θέαση – η θέαση που είναι σχεδόν πάντοτε το αντίθετο της δράσης. Όπως τότε που μασούσες τα νύχια σου στο εφηβικό δωμάτιο, αγχωμένος καθώς διάβαζες για εξεταστικές, τρομαγμένος καθώς άκουγες καβγάδες στο σαλόνι, αναστατωμένος καθώς δεν είχες ιδέα αν το ποθητό άλλο πρόσωπο θα απαντήσει στο sms σου. Εντελώς χαομένος σε μία απ’ τις πιο αγαπημένες ερωτήσεις των άλλων “Ποιο είναι το πλάνο σου;”, μετέωρος ν’ αναρωτιέσαι τι εστί πλάνο και γιατί είναι τόσο απαραίτητο, βιαστικός να εφεύρεις ένα εκείνη την ώρα, να φαίνεται πειστικό, να τους πείσει, να σε πείσει.
Προσποίηση. Αμηχανία. Κινήσεις μηχανικές. Θα εκπαιδευτείς. Εκπαιδεύεσαι. Κοίτα πόσο ωραία εκπαιδευμένος είσαι. Συνήθως τους πείθεις. Καμιά φορά σε πείθεις. Σε πείθεις;
Στρέφεις το κεφάλι κι είσαι ανέλπιστα τυχερός γιατί βρίσκονται παντού αυθεντίες. Έτοιμοι να σου ψιθυρίζουν στο αυτί ή να σου κάνουν γκράφιτι σε τοίχο το μυστικό – εκείνο του μυστικό που υποτίθεται ότι γνωρίζουν λίγοι μα ανακυκλώνουν τόσοι πολλοί ώστε πλέον νιώθεις οριακά λοβοτομημένος απ’ τις παροτρύνσεις τους. Παντού πρότυπα φανταχτερά κι αεικίνητα ώστε τώρα νιώθεις σαν μαρμαρωμένος στο κέντρο του πεζοδρομίου και γύρω σου πάλι τρέχουν, τρέχουν με ταχύτητα ακόμη πιο ιλιγγιώδη όλοι αυτοί οι άγνωστοι με τους χαρτοφύλακες, με τα γκάζια στο τακούνι*, με το πλάνο το μεγαλεπήβολο εκείνο που βαφτίζεται εισιτήριο στην επιτυχία, δηλαδή αυτήν που αρκετοί νομίζουν για ευτυχία, εκείνοι οι άγνωστοι με την αυτοπεποίθηση.
Η Αγία αυτοπεποίθηση. Ποθητή κι αγαπημένη. Απρόσιτη όπως όλες οι αγιότητες, δυσκολοκατάκτητη μα ταυτοχρόνως μοιάζει απλή και κατανοητή. Μπερδεύεται ο νους που θέλει να μπερδευτεί· “Αγία αυτοπεποίθηση θα σε καταπλήξω” θα πει, “θα σε υποτάξω” θα συμπληρώσει ο εγωισμός – και κάπως έτσι θ’ αρχίσουμε την πιο επικίνδυνη παρτίδα με τον εαυτό μας.
Εγχειρίδια, τηλεπερσόνες, ψυχο-κούκου της ευκολίας και της επιφάνειας, όλοι στην υπηρεσία του βασιλιά, μ’ ένα και μόνο στόχο: Να μη φανεί γυμνός.
Ψέμα πρώτο: Αυτοπεποίθηση σημαίνει να ‘σαι και λίγο ασαφής (φοριέται συχνά και με το “μυστήριος”).
Προφανής εδώ η αιτία κι αλληλοτροφοδοτούμενη διαρκώς με τον κύριο στόχο, σαν νεογέννητο που αρνείται ν’ αφήσει τη θηλή της μάνας του. Αυτό το ψέμα που έχει προαχθεί σε θεώρημα και μανιφέστο, θα σε αλυσοδέσει και θα σ’ αιχμαλωτίσει, θα σε γρατζουνάει κάθε μέρα με μια γρατζουνιά διακριτική κι ανεπαίσθητη ώστε θα σου πάρει καιρό να καταλάβεις ότι γρατζουνιά στη γρατζουνιά συχνά έχεις κι αιμορραγίες. Άγνωστη η προέλευση της αιμορραγίας, θα χτυπήσεις ίσως το κουδούνι ενός ψυχοθεραπευτή κάποτε – απηυδισμένος που οι τριγύρω δε σε καταλαβαίνουν, σοκαρισμένος στη συνειδητοποίηση ότι ίσως εσύ δε σε καταλαβαίνεις.
Η ασάφεια (ή το μυστήριο αν προτιμάτε) έχει με την αυτοπεποίθηση, όση σχέση έχουν τα βρώμικα που σπρώχνουμε κάτω απ’ τον καναπέ με την καθαριότητα. Είτε είναι πηγιαία είτε προσποιητή η ασάφεια έχει κοινό σκοπό: Την αποφυγή της ευθύνης και την παράταση μιας πλασματικής ανεμελιάς και προσομοιάζει εύκολα με έννοιες όπως “σύνεση, προφύλαξη και προνοητικότητα”. Η αλήθεια που αποφεύγουμε όμως είναι ότι ο ασαφής είναι τις πιο πολλές φορές ένας μπερδεμένος άνθρωπος που βρίσκεται σε αποσύνδεση με τα βαθύτερα συναισθήματα του, που δε γνωρίζει τις επιθυμίες του και πώς να τις διεκδικεί, που αρέσκεται να συντηρεί αόρατα μυστήρια στην ατμόσφαιρα ίσως και γιατί νομίζει πως έτσι γίνεται πιο θελκτικός, που στην πραγματικότητα όμως όλα αυτά δεν είναι παρά μια κάλυψη ώστε να μη χρειαστεί να εκτεθεί, δηλαδή ν’ αντέξει το ρίσκο ότι ίσως πληγωθεί. Αγνοεί ότι ταυτόχρονα στερεί απ’ τον εαυτό του συχνά και το ενδεχόμενο της χαράς και της ικανοποίησης. Είναι ο τύπος του ανθρώπου που σε μια βόλτα στην εξοχή μια μέρα μια λιακάδα, θα κουβαλά στην τσέπη και μια μικρή ομπρέλα.
Ψέμα δεύτερο: Αυτοπεποίθηση σημαίνει να είσαι θορυβώδης
Βράδυ καθημερινής είσαι στο μπαρ της γειτονιάς. Πίνεις χαλαρά μια μπίρα, διαβάζεις ένα βιβλίο ή λες στα ερωτικά σου στον μπάρμαν. Ανοίγει η πόρτα και ξαφνικά μια φωνή καλύπτει τη μουσική, τα ποτήρια που τσουγκρίζουν. Είναι προφανές ότι πρόκειται για την ψυχή της παρέας, για τον τύπο που όλοι γνωρίζουν κι όσοι δε γνωρίζουν θέλουν οπωσδήποτε να γνωρίσουν. Ίσως είσαι εσύ αυτός ο τύπος. Ο τύπος που στην τράπεζα θα κάνει τσαμπουκά ν’ ανοίξει κι άλλο ταμείο, εκείνος που θα κορνάρει πρώτος στο φανάρι, ο επαναστάτης, ο ασυμβίβαστος, αυτός που θέλουν όλοι να μοιάσουν. Πολλά τα επιτεύγματα του, τόσες κι οι περγαμηνές του. Θα τ’ αναφέρει συχνά, με την πρώτη πάντα ευκαιρία κι αν αυτή δε δοθεί θα βρει τρόπο να τη δημιουργήσει. Και τα παράθυρα κλειστά; Γιατί κλειστά; Αφού μπορούν ν’ ακούν κι οι γείτονες, ανοίξ’ τε τα.
Ψέμα τρίτο: Αυτοπεποίθηση σημαίνει ν’ αυτοσαρκάζεσαι
Το πιο ύπουλο απ’ όλα είναι αυτό γιατί έχει παινευτεί όσο κανένα άλλο. Γεγονός είναι ότι απ’ όλους τους αμυντικούς μηχανισμούς, το χιούμορ είναι πιθανότατα ο πιο δημιουργικός κι έξυπνος. Πόσο μάλλον ένα χιούμορ που στρέφεται στον πομπό του και τον κάνει εκείνη τη στιγμή να δείχνει άνετος κι ακομπλεξάριστος.
Αναρίθμητες οι αφορμές που μπορούν να μπουν στο στόχαστρο του αυτασαρκαζόμενου – αν παρατηρήσεις όμως θα δεις πως πιο συχνά αναφέρεται εκείνη που πονά περισσότερο. Δεν έχει σημασία αν είναι μια στραβή μύτη, μια εξάρτηση, μια κακιά συνήθεια που δε λέει να κοπεί, ένα παλιό τραύμα, ένα χαρακτηριστικό της προσωπικότητας που κάπου κρύβει μια ντροπή, αν είναι κάτι παλιό ή κάτι νέο, αν είναι κάτι που μπορεί ν’ αλλάξει ή όχι. Οι διαρκείς αναφορές σε κάτι που κάπως κλωτσάει ακόμη κι αν γίνονται με το μανδύα του χιούμορ, στόχο έχουν να προλάβουν τα σχόλια των άλλων. Πολλές φορές βέβαια οι άλλοι δεν έχουν παρατηρήσει καν μέχρι τη στιγμή που θ’ ακουστεί το αστείο, εκείνο το συγκεκριμένο ένα στοιχείο που προκαλεί και τη δυσφορία – οπότε και τους το γνωστοποιούν.
Να ‘σαι υποψιασμένος και τρυφερός με τ’ αστεία των άλλων όταν αφορούν τον εαυτό τους. Τις πιο πολλές φορές σου φωνάζουν να τους αγαπήσεις για όσα οι ίδιοι δεν μπορούν.
Ψέμα τέταρτο: Αυτοπεποίθηση σημαίνει να έχεις τον έλεγχο
Κι άλλο διαφημισμένο, λεζάντα νέον και πλάνη που έχει την πηγή της ακριβώς στις ίδιες ανάγκες απ’ τις οποίες γεννιέται κι η καχυποψία, δίδυμα ομοζυγωτικά.
Η λέξη “έλεγχος” είναι μία από εκείνες που επιδέχονται πολλών ερμηνειών: Μπορεί να σημαίνει ανάγκη για άσκηση εξουσίας, μπορεί να σημαίνει προβλεψιμότητα, αυτοπειθαρχία. Τις περισσότερες φορές καθησυχάζει τις μέσα μας θύελλες όταν την ανάγκη για έλεγχο την ταυτίζουμε με την ανάγκη γι’ ασφάλεια. Κάπως έτσι τουλάχιστον μας δικαιολογούμε τις ασφυκτικές ροπές μας – ροπές που πνίγουν πρώτα τον εαυτό και μετά όσους βρίσκονται τριγύρω.
Είναι σκληρή η αγριότητα της συνειδητοποίησης ότι δεν έχεις τον έλεγχο στα πιο πολλά απ’ όσα νομίζεις ότι τον έχεις – κι είναι ακόμα πιο άγρια η απόφαση αυτή τη συνειδητοποίηση να μην την ξεχάσεις ένα λεπτό μετά. Είτε όμως το αποδεχτείς, είτε όχι, το γεγονός δεν αλλάζει.
Η ανάγκη για διαρκή έλεγχο δε σε κάνει μόνο δύσκαπτο, ανέκφραστο και παθητικό αλλά συχνά σου κλέβει απ’ αυτό το σπάνιο και φωσφοριζέ υλικό του σύμπαντος, κόβει τη γοητεία σου στα δύο σαν καρπούζι κι ακούγεται ένα σπλατς. Οι διαρκώς εγκρατείς και μετρημένοι, αυτοί που πίστεψαν το ψέμα ότι μπορούν να έχουν τον έλεγχο και φροντίζουν τούτο να το επιδεικνύουν με μια στάση στιβαρή κι αποστασιοποιημένη, κρύβονται κάτω απ’ το τραπέζι με τις παλάμες σε αυτιά, στόμα, μάτια. Κι επειδή δεν ακούν, δε βλέπουν και κυρίως δε μιλούν, νομίζουν πως δε κινδυνεύουν. Η διάθεση για διαρκή έλεγχο τετελεσμένα κάποια στιγμή οδηγεί σε έλλειψη πρωτοβουλιών, κινήσεις χαμηλού ρίσκου και ρουτίνες κάπως αποστειρωμένες. Εκ πρώτης όψεως δείχνουν σίγουροι και συγκροτημένοι αλλά συνήθως είναι ενοικίαση από βεστιάριο. Κρατώντας με νύχια και με δόντια τον έλεγχο στερούμε απ’ τον εαυτό μας την πιθανότητα ν’ ανακαλύψουμε πως εκεί έξω υπάρχουν δεκάδες λόγοι που θα μας έκαναν να θέλουμε να τον παραχωρήσουμε οικειοθελώς – μιας κι έτσι κι αλλιώς ο έλεγχος δεν είναι κάτι περισσότερο από αεράκι που χορεύει ανάμεσα στα δάκτυλά μας.
Ψέμα πέμπτο: Αυτοπεποίθηση σημαίνει να είσαι απόλυτα πιστός στις απόψεις σου
Όπου μπαίνει γενικώς στην εξίσωση η λέξη “απόλυτο”, ανασφάλεια μυρίζει.
Όταν όμως πρόκειται για απόψεις, τότε οδηγούμαστε με μαθηματική ακρίβεια σε πνευματική στείρωση. Είναι αλήθεια ότι κάποτε παθιαζόμαστε με τους φάρους μας – φάρους ιδεολογικούς, πνευματικούς, φάρους στους οποίους η ταυτότητά μας βρίσκει αντίκρυσμα ή λόγο ύπαρξης και γινόμαστε τόσο δικοί τους μπας και πιστέψουμε ότι είναι κι αυτοί δικοί μας.
Φάρος μπορεί να ‘ναι η φανέλα της ομάδας που προσκυνάς, ο συγγραφέας που σε φανατίζει, φάρος είναι ο Θεός σου, η κοσμοθεωρία σου, το θέλω σου και το γαμώτο σου. Κι όσο τους υπόσχεσαι ότι ουδέποτε θα τους αμφισβητήσεις ή έστω θα αναρωτηθείς γι’ αυτούς ώστε να τους δώσεις την ευκαιρία να σ’ εκπλήξουν ή να σ’ επιβεβαιώσουν, τόσο κάπου, κάπως θ’ αγνοείς ότι με παρόμοιο τρόπο θα συμπεριφέρεσαι και στον εαυτό σου.
Το πασίγνωστο και χιλιοειπωμένο “Αυτός είμαι κι αν σου κάνω, take it or leave it!”, το δήθεν νέκταρ της Αγίας Αυτοπεποίθησης, δεν είναι παρά το πιο διάσημο ρεφρέν της προδοσίας της. Συγκεντρώσου, αφουγκράσου, κάπου στο βάθος ακούγεται το κάτω κείμενο “Αυτός (νομίζω ότι) είμαι και τρέμω σαν σπουργίτι ν’ αναρωτηθώ ποιος άλλος ίσως είμαι!”
Είναι κι άλλα. Είναι πολλά. Η υπερβολική εξωστρέφεια, η ειρωνεία, η ετοιμολογία κι αναρίθμητα ακόμη, viral διαχρονικά, μεταλαμπαδευόνται από στόμα σε στόμα, στα είπαν στο σχολείο, πιθανότατα θα τα πεις κι εσύ στα παιδιά σου. Αέναοι κύκλοι καταπίεσης, γινόμαστε οι ίδιοι εργολάβοι κι οικοδόμοι της θλίψης και του άγχους μας, αυτού του μόνιμου εκνευρισμού μας, που δε μας αφήνει αδιάσπαστους, που δεν μπορούμε ν’ απολαύσουμε τις στιγμές. Κούραση ανυπόφορη η καθημερινή προσποίηση. Κι είναι στ’ αλήθεια τρομακτικό κι αστείο ταυτοχρόνως ότι πράγματι πιστέψαμε ότι με αυτές τις απατεωνιές, τις εύκολες αυτές λύσεις, θα ηρεμήσουμε τον μέσα μας αναβρασμό, έστω να τον βάλουμε στη σίγαση.
Έλα τώρα, ξέρουμε καλά ότι το μέσα θηρίο δε μασάει από τέτοια τρικ. Το πολύ μια βδομάδα να σου κάνει τη χάρη να το κοροϊδέψεις. Κι αν τελικά δεν είναι αυτό το θηρίο που μας απασχολεί;
Υ.Γ.1. Χρειαζόμαστε τις εντυπώσεις, μας είναι απαραίτητες για να εξηγούμε τα συμβάντα και τους ανθρώπους της ζωής μας. Οι εντυπώσεις όμως συχνά δε συμβαδίζουν με την ουσία – και εμποδίζουν την αληθινή εγγύτητα κι επικοινωνία. Αν όμως νιώθεις πως στέκεσαι στις εντυπώσεις και συλλαμβάνεις συχνά τον εαυτό σου να αναγνωρίζει στους άλλους τα παραπάνω “ψέματα” ως χαρακτηριστικά πραγματικής αυτοπεποίθησης, πιθανότατα πρέπει ν’ αναρωτηθείς, να αμφισβητήσεις και να επαναπροσεγγίσεις τη δική σου αυτοπεποίθηση.
Υ.Γ.2. *γκάζια στο τακούνι/φράση παρμένη απ’ το τραγούδι της Μελίνας Κανά “Να βάλω τα μεταξωτά” σε στίχους του Γιάννη Τσατσόπουλου.