Belfast Car bomb· ½ oz ουίσκι Jameson, ½ oz Baileys, ½ ποτήρι μπίρας Guiness

Προσθέστε και το υπόλοιπο μισό σφηνάκι Jameson. Καταναλώστε γρήγορα, γιατί σβολιάζει.

Τι ερωτεύονται οι άνθρωποι;

Σε ένα μπαρ τα βλέμματα θα διασταυρωθούν αρκετές φορές μέσα στη νύχτα. Στο δρόμο θα είμαι τυχερός αν την ξαναδώ άλλη φορά τους επόμενους έξι μήνες. Κάπου, κάποιος είπε ότι χρειάζονται περίπου 7-10 δευτερόλεπτα μέχρι να καταλάβω αν με ελκύει κάποιος. Όπερ και σημαίνει ότι εκτός κι αν ανοίξει το στόμα κι αρχίσουν να φεύγουν βατράχια, ξέρω απ’ τη στιγμή που θα δω τον άλλο αν υπάρχει σπίθα, φωτιά, ή αν θα παίζουμε σήματα καπνού όλο το βράδυ.

Ένας απ’ τους λόγους που κάθομαι ευλαβικά στη γωνία της μπάρας είναι ότι μου αρέσει ο χώρος μου. Ποτέ δε με τράβηξε (γιατί άραγε;) ιδιαίτερα το στριμωξίδι, τα «τυχαία» αγγίγματα (ιδιαίτερα από μακρυχέρικα αγοράκια προς κοριτσάκια) κι οι παρέες που ενώνονται για δυο-τρία τραγούδια. Πολλά μπορούν να παραχθούν από τριβή, πολλές άσβεστες φωτιές να ανάψουν, αλλά όχι έρωτας!

Το ίδιο ισχύει βέβαια και για τη «δικτατορία της ατάκας». Αυτή τη σκέψη που έχουν πολλοί, ότι για να πλησιάσουν το αντικείμενο του ενδιαφέροντός τους θα πρέπει να πουν τις τέλειες λέξεις, αυτές που θα πρέπει να ξεφεύγουν απ’ τα τετριμμένα και παράλληλα να είναι τόσο ενδιαφέρουσες ή αστείες, ώστε ο άλλος να τσιμπήσει αμέσως και το βράδυ να γίνει πιο ευχάριστο.

Βέβαια αν εκεί έξω είναι κανείς άλλος σαν εμένα, τότε θα ξέρει ότι πιο πιθανό είναι να σου εξηγήσω πού βρίσκεται η ζώνη του Ωρίωνα απόψε, τον κύκλο του ματωμένου φεγγαριού, τη ζωή του Νερούδα και το πώς συγκρούστηκε με το καθεστώς Πινοσέτ, παρά να βρω αυτές τις πρώτες λέξεις για να σε κάνω να με κοιτάξεις.

Έχω μια θεωρία επ’ αυτού, συνδεδεμένη με αυτά τα πρώτα 5-10 δευτερόλεπτα που διασταυρώνονται τα μάτια. Έχει να κάνει με τη φωνή. Κάποτε ερωτεύτηκα μια κοπέλα απ’ τη φωνή της, πριν καν δω πώς μοιάζει. Κι αν είναι κανείς τυχερός και το μπαρ δεν έχει εκκωφαντική μουσική και μπορέσεις να ακούσεις τη χροιά του άλλου στην κανονική της ένταση, κι ας είναι βραχνή από τσιγάρο, απ’ τα νεύρα της υπόλοιπης μέρας, τότε ο έρωτας γίνεται αποτέλεσμα συναισθησίας.

Όραση (5-10 δευτερόλεπτα)

Ακοή (2-3 δευτερόλεπτα)

Κι ακολουθεί το περιεχόμενο. Εντός ή εκτός μπαρ, ό,τι κι αν φοράει ή δε φοράει, όπως κι αν μιλάει, αν η συζήτηση γίνει ενδιαφέρουσα, τότε θα ανάψουν λαμπάκια στον εγκέφαλο και τα Χριστούγεννα θα έρθουν μήνες νωρίτερα.

Όλο αυτό προϋποθέτει βέβαια τη σπίθα. Και κάτι μου λέει ότι η γενιά που μεγάλωσε κολλημένη στις οθόνες, δεν ξέρει να την διαχειριστεί, γιατί δεν την έχει δει συχνά να συμβαίνει. Τον ηλεκτρισμό, την ένταση στον αέρα που κόβεις με μαχαίρι, την ανάσα που διακόπτεται.

Το σύμπτωμα μιας διαδικασίας που εκκινεί σε μπαρ, βιβλιοθήκες, αμφιθέατρα, αναγνωστήρια, καφέ, καμιά φορά και σε γραφείο μέσα Αυγούστου με χαλασμένο air condition. Έρωτας χωρίς επιθετικούς προσδιορισμούς εποχής, αξίας, ή διάρκειας. Χημικές διαδικασίες που κάνουν τον εγκέφαλο να χορεύει αργεντίνικο τάνγκο στο ρυθμό της καρδιάς. Κι όποιος αντέξει…

Υ.Γ. Πριν φύγετε, κάτι επί προσωπικού. Απόδειξη αν θέλετε όλων των παραπάνω. Ένα όμορφο, καλοκαιρινό what if…?

Σε θαλασσινό καφέ-μπαρ, στις 5/8, στη Σούγια Χανίων, μεσημέρι, ο υποφαινόμενος είδε μια κοπέλα σε διπλανό τραπέζι να διαβάζει ένα βιβλίο του Έρμαν Έσσε. Μέχρι να πάρει απόφαση να της μιλήσει, η κοπέλα έφυγε και πήγε στην παραλία από κάτω και συνέχισε να διαβάζει το βιβλίο της, έχοντας ξεφορτωθεί ρούχα και μαγιό. Αποφασισμένος να μάθει ποιο βιβλίο ήταν, αλλά κυρίως ποια είναι η κοπέλα που το διαβάζει, ο θαμώνας την πλησίασε και ρώτησε, μην ξεκολλώντας τα μάτια του απ’ τα μάτια της, παρά το ότι είχε κάθε ευκαιρία να χαζέψει ένα κορμί νεράιδας του νερού, Νηρηίδας. Το βιβλίο ειρωνικά ήταν οι «Ερωτικές Ιστορίες» των εκδόσεων Καστανιώτη.

Δεν έμαθα ποτέ το όνομά σου, μόνο ότι είσαι από Αθήνα κι ότι τη φίλη σου τη λένε Μαρία. Αν το διαβάσεις ποτέ, να ξέρεις ότι έφυγα νωρίς λόγω παρέας, αλλά πολύ θα ήθελα να μιλήσουμε ένα ολόκληρο βράδυ για τον Έσσε, τον Πεσσόα και τον Μάρκες: τη διαλεκτική του έρωτα απ’ τη Δυτική Ευρώπη ως τη Λατινική Αμερική.

Δε σε ψάχνω ακριβώς, σε έχω φτιάξει στο μυαλό μου κάπως όπως βλέπεις.

(Ίσως να σου είχα μιλήσει, αν δε σου είχε πιάσει κουβέντα ένας εμφανώς πιο εντυπωσιακός τύπος από μένα για κανένα μισάωρο. Αλλά δεν έχω γκρίζα μακριά μαλλιά και γένια, ούτε τόσο γραμμωμένο σώμα.  Θύμα θα μου πεις της δικτατορίας της «τέλειας εμφάνισης».  Ένοχος.)

Αν τύχει και δεις το κείμενο παρά ταύτα, ή αν το δει κάποιος γνωστός σου, στείλε. Σου χρωστάω ένα ευχαριστώ. Κι ένα ποτό.

 

Συντάκτης: Θαμώνας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη