Υπήρχε μια περίοδος στη ζωή μας, εκεί γύρω στις τελευταίες τάξεις του σχολείου, που όταν μας έδιναν ένα θέμα να αναπτύξουμε για το μάθημα της Έκθεσης, χρησιμοποιούσαν οι δάσκαλοί μας πολύ συχνά τα λόγια ενός σπουδαίου ανθρώπου, προερχόμενου είτε απ’ το χώρο των τεχνών είτε απ’ το χώρο των γραμμάτων και της πολιτικής. Με αφετηρία, λοιπόν, μια φράση έπρεπε να αναπτύξουμε ένα ολόκληρο πλέγμα σκέψης, δημιουργώντας ένα δοκίμιο και καλύπτοντας σφαιρικά το θέμα που μας δόθηκε.

Άλλες πάλι φορές εμείς επικαλούμαστε τη λεγόμενη αυθεντία κι αυτή τη φορά όχι μόνο σε σχολικό ή γενικά ακαδημαϊκό πλαίσιο αλλά σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής μας ζωής. Όπου η αυθεντία εδώ ισοδυναμεί με έναν άνθρωπο που αποτελεί μια αναγνωρισμένη προσωπικότητα, κατά γενική παραδοχή, κι ο οποίος έχει προσφέρει στην κοινωνία με τον τρόπο του, κερδίζοντας το σεβασμό και την εκτίμηση των πολλών, αν όχι όλων.

Στην πρώτη περίπτωση, μαθαίναμε κάποια φράση ή κάποιο τσιτάτο μόνο και μόνο επειδή έπρεπε να το εξελίξουμε, να το αναπτύξουμε και να οικοδομήσουμε ένα κείμενο γύρω του και με βάση αυτό. Στη δεύτερη περίπτωση, ανάλογα με το επίπεδο της παιδείας που ο καθένας έχει κατακτήσει, όχι φυσικά με τη μορφή των τίτλων και των πτυχίων, αλλά με τη μορφή της διαρκούς παίδευσης κι εκπαίδευσης του νου, ερχόμαστε σε επαφή με ένα σωρό γνωμικά κι έχουμε την κατάλληλη κριτική σκέψη και γνώση να τα απομονώνουμε, να κατανοούμε το νόημά τους και να τα εντάσσουμε στην καθημερινή ζωή αναλόγως.

Υπάρχει, όμως, και μια τρίτη ρημάδα περίπτωση που ορισμένοι, επιφανειακά μορφωμένοι αλλά ουσιαστικά απαίδευτοι, χρησιμοποιούν τις φράσεις και τα λόγια των μεγάλων αυτού του κόσμου, όχι για να αποδώσουν με λίγα λόγια ένα μεστό κι ουσιαστικό νόημα, το οποίο αλλιώς θα χρειάζονταν μια παράγραφο για να εξηγήσουν, αλλά απλώς για να εντυπωσιάσουν. Και κάθε φορά που μαθαίνουν και από μια φράση, να, σου την πετάνε και δεν ξέρεις τι σε βρήκε. Και δεν είναι πρόβλημα ότι χρησιμοποιούν τις λέξεις αυτές, ότι πολλές φορές ο λόγος τους διαρθρώνεται έτσι ώστε να καταλήξουν σε κάποια από αυτές.

Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι εξ αυτών βρίσκονται σε πλήρη άγνοια. Αγνοούν την ουσία απ’ τα λόγια αυτά και βρισκόμενοι σε αυτήν την άγνοια δεν αντιλαμβάνονται ότι πολλές φορές διαπράττουν ένα βιασμό στο έργο του κατόχου τους. Βρίσκονται μάλιστα πολλές φορές σε μια σύγχυση, καθώς δε γνωρίζουν βασικά πράγματα. Την ιδιότητα αυτού που ενστερνίζονται τα λόγια, την πηγή πολλές φορές προέλευσης της φράσης. Να μη μιλήσουμε για την περίπτωση, του πλήρους χάους, που δεν ξέρουν καν σε ποιον ανήκει η φράση, απλά την είδαν/άκουσαν/διάβασαν κάπου, τους φάνηκε πιασάρικη και βαρύγδουπη και είπαν να την χρησιμοποιήσουν (ίσως ακόμη και σαν δικιά τους), για να προσδώσουν ένα κάποιο παραπάνω βάθος στο λόγο τους.

Όλοι σε κάποια στιγμή το έχουμε κάνει. Αυτός ο Paulo Coelho και το γνωστό και μη εξαιρετέο «όταν θέλεις πολύ κάτι, όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις» έχει φορεθεί πιο πολύ κι από τζιν. Τόσο πολύ, μάλιστα, που πλέον έχει φτάσει στα όρια να γίνει μια καρικατούρα του εαυτού της η ίδια η φράση, οδηγώντας πολλές φορές το αναγνωστικό κοινό σε λανθασμένη γνώμη για το συγγραφέα, πολύ πριν τη γνωριμία με το έργο του, μιας κι η φήμη της πρώτης ξεπερνά κατά πολύ αυτή του δημιουργού της.

Δεν είναι κακό να γίνεται χρήση αυτών. Ίσα ίσα, που όταν γνωρίζουμε για τι πράγμα μιλάμε κι όταν η χρήση τους προέρχεται από μια βαθιά γνώση, ουσιαστικά κατακτημένη, από μια γνώση διαρκή κι εξελισσόμενη, είναι πολύ όμορφο και θεμιτό να γίνεται αυτή η αναπαραγωγή. Αυτό που είναι αθέμιτο, ωστόσο, είναι η καταπάτηση τόσο της πνευματικής όσο και της γραμματοσυντακτικής αισθητικής των γύρω μας. Αν δεν είσαι σε θέση να τις εντάξεις στο λόγο σου, και προκειμένου να μην εκτεθείς εσύ ο ίδιος, γιατί να τις χρησιμοποιήσεις; Επίσης, γιατί να θεωρείς πως θα δείξεις ότι έχεις βάθος ως άνθρωπος με αυτόν τον τρόπο;

Οι πλάστες αυτών των φράσεων, τις δημιούργησαν εν αγνοία τους. Όχι από αντικειμενική άγνοια των λεγόμενών τους (προφανώς ήξεραν τι έλεγαν κι έγραφαν), αλλά πολλές φορές από απουσία έπαρσης και συναίσθησης της σπουδαιότητάς τους. Ήταν κι είναι άνθρωποι καλλιεργημένοι και ζώντας κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, βιώνοντας συγκεκριμένες καταστάσεις, είπαν όσα είπαν. Δεν το είχαν προσχεδιάσει και κυρίως δεν τους διαβεβαίωσε ποτέ κανείς ότι μια τους πρόταση θα κλείδωνε τη μνήμη τους στην αιωνιότητα.

Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε, λοιπόν, όλοι μας, είναι να πάρουμε αυτούς τους ανθρώπους ως πρότυπο, να φροντίσουμε να καλλιεργήσουμε τη σκέψη μας, να επεξεργαστούμε νέα ερεθίσματα. Να σκάψουμε μέσα μας για να βρούμε βάθος κι όχι να πιστεύουμε πως κάποιοι είμαστε επειδή ξέρουμε τι είπε ο Rosevelt ή ο Lincoln,  ο Dalai Lama ή ο Βούδας. Να ξέρουμε την αξία των λόγων και των πράξεων όσων σπουδαίων πέρασαν πριν από εμάς και να προσπαθούμε το καλύτερο για εμάς.

Κι όταν η γνώση θα είναι κατακτημένη και δική μας, όταν πια δε θα θέλουμε να αποδείξουμε στους άλλους πόσα ξέρουμε, ακριβώς επειδή θα έχουμε μάθει ότι μια ήρεμη δύναμη κάνει περισσότερη φασαρία από έναν ορμητικό χείμαρρο, τότε η αναπαραγωγή των quotes θα είναι κάτι που συμβαίνει όταν κι όπως πρέπει κι όχι για επίδειξη γνώσεων.

Συντάκτης: Ιωάννα Μαρίνου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη