

Λένε πως ο χαρακτήρας μας αποκαλύπτεται όχι τόσο από αυτά που λέμε, αλλά από αυτά που τελικά κάνουμε. Κι όσο περνούν τα χρόνια, τόσο πιο καθαρά διακρίνεται ένας σχεδόν ποιητικός διαχωρισμός: υπάρχουν δύο τύποι ανθρώπων. Αυτοί που μιλούν για όλα όσα θα ήθελαν να γίνουν κι εκείνοι που σηκώνονται ήσυχα και τα κάνουν.
Οι πρώτοι αγαπούν τις λέξεις. Ξέρουν να χτίζουν κόσμους με φράσεις, να σαγηνεύουν με τα σχέδιά τους, να εμπνέουν με τις προθέσεις τους και, όπως λέει και ο σοφός λαός, αναφέρονται σε «πράσινα άλογα». Δε σημαίνει πως είναι επιπόλαιοι –πολλές φορές έχουν ειλικρινείς προθέσεις. Όμως η πράξη, η δύσκολη, επίμονη, σιωπηλή πράξη, συχνά τους ξεγλιστρά. Η απόσταση ανάμεσα στο «θέλω» και το «κάνω» είναι για πολλούς μια δύσβατη διαδρομή, γεμάτη αναβλητικότητα, φόβους και εσωτερικές εκκρεμότητες.
Οι δεύτεροι, οι ήσυχοι «πράκτορες» της ζωής, δε χρειάζονται τα φώτα και τα βεγγαλικά. Δεν εξηγούν πολλά, ούτε ανακοινώνουν κάθε επόμενο βήμα. Δρουν χωρίς θόρυβο κι εκεί βρίσκεται η δύναμή τους. Αυτοί είναι που θα σε ξαφνιάσουν: όχι με το τι είπαν, αλλά με το πώς εμφανίστηκαν όταν τους χρειάστηκες, με το πώς υλοποίησαν, χωρίς τυμπανοκρουσίες, αυτά που άλλοι ακόμα ονειρεύονται. Είναι εκείνοι που κρύβουν βάθος πίσω από απλές κινήσεις και ουσία πίσω από καθημερινές πράξεις.
Και δεν είναι ότι οι λέξεις δεν έχουν αξία. Έχουν, όταν είναι αληθινές, όταν συνοδεύονται από συνέπεια. Όμως σήμερα, σε έναν κόσμο που διψά να δείξει αντί να νιώσει, να προβάλλει αντί να βιώσει, έχει γίνει όλο και πιο σπάνιο το να βρίσκεις ανθρώπους που δε μιλούν απλώς για τη ζωή, αλλά τη ζουν.
Αυτός ο διαχωρισμός, μάλιστα, γίνεται ακόμα πιο έντονος όταν μιλάμε για τον έρωτα. Εκεί, όπου οι λέξεις μπορεί να γίνουν εύκολα παγίδα. Υπάρχουν αυτοί που υπόσχονται, μιλούν με πάθος, βαφτίζουν το συναίσθημα πριν καν το νιώσουν. Και υπάρχουν κι εκείνοι που αγαπούν σιωπηλά αλλά βαθιά – με πράξεις, με βλέμματα, με σταθερότητα. Δε χρειάζονται μεγάλα λόγια, γιατί φροντίζουν, περιμένουν, στηρίζουν. Όπως κι ο αληθινός έρωτας, που δε χρειάζεται ηχηρά «σ’ αγαπώ» κάθε μέρα. Χρειάζεται την αγκαλιά όταν όλα καταρρέουν, το χέρι που σε τραβά από το σκοτάδι, την επιλογή να είναι εκεί, κάθε φορά. Οι πρώτοι μαγεύουν, οι δεύτεροι μένουν.
Το όμορφο είναι πως δεν είμαστε καταδικασμένοι να ανήκουμε για πάντα σε μία μόνο κατηγορία. Όλοι έχουμε υπάρξει και από τις δύο πλευρές κι αυτό είναι ανθρώπινο. Το σημαντικό είναι να αναγνωρίζουμε πότε μιλάμε περισσότερο απ’ όσο πράττουμε. Να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας όταν κρινόμαστε να απαντήσουμε στην ερώτηση: λέμε κάτι γιατί το εννοούμε ή γιατί μας παρηγορεί η ιδέα του; Κι ίσως, κάπου εκεί, με λίγη σιγή, θα θυμηθούμε ότι τα πιο σπουδαία πράγματα στη ζωή δεν ειπώθηκαν ποτέ φωναχτά- τα πιο σπουδαία πράγματα στη ζωή απλώς έγιναν.
Γιατί, τελικά, τα πιο δυνατά «σ’ αγαπώ», τα πιο μεγάλα όνειρα και οι πιο σημαντικές αποφάσεις δε χρειάζονται μικρόφωνο. Μόνο παρουσία. Κι ο κόσμος αλλάζει από αυτούς που σηκώθηκαν και έκαναν, όσο οι άλλοι ακόμα το συζητούσαν.