Δυσκολεύομαι τόσο πολύ να καταλάβω πώς μπορεί να μου συμβαίνει κάτι τέτοιο. «Μου λείπεις.» Δύο λέξεις μόνο, αλλά με τόσο μεγάλη σημασία και βαρύτητα. Οι περισσότεροι δεν τις εκφράζουμε συχνά, σχεδόν ποτέ, αλλά το νιώθουμε μέσα μας, στο είναι μας, στην ψυχή και την καρδιά μας. Μου λείπεις, λοιπόν. Χθες, σήμερα κι αύριο. Αύριο μάλιστα, ακόμη περισσότερο.

Εσύ πόσες φορές το έχεις πει; Πόσες φορές το έχεις νιώσει; Μια φορά σίγουρα και είναι αρκετή. Μια φορά που θα χαραχτεί μέσα σου. Που θα το πεις και θα σε πονάει τόσο που δε θα βγαίνουν ούτε καν από το στόμα σου οι λέξεις.

Ωστόσο, ειλικρινά δε ζηλεύω καθόλου αυτούς που λένε ότι δεν τους έχει λείψει ποτέ τίποτα και κανένας. Ίσως να είναι και μια από τις μεγαλύτερες δυστυχίες  που μπορεί να ζήσει κάποιος. Έστω μία φορά, να μην μπορείς να πεις, «μου λείπεις» και να το νιώσεις σε κάθε σου κύτταρο; Να θεωρείς δώρο την ημέρα που πέρασε χωρίς να τον/την σκεφτείς; Τότε συγνώμη, αλλά δεν έχεις νιώσει τι θα πει αγάπη. Στην εποχή των εφήμερων σχέσεων, στην εποχή που ψάχνουμε το βολικό κι όχι το ιδανικό, δύσκολο να σου λείπει κάποιος, μα αναγκαίο για να ξεχωρίζεις ποιος ήταν πραγματικά σημαντικός.

«Μου λείπεις.» Δε θα το πεις για να ακούσεις κάτι αντίστοιχο, δε σε νοιάζει. Το λες γιατί έτσι νιώθεις, το λες γιατί πολύ απλά, θα έγραφες και τραγούδι γι’ αυτό το συναίσθημα. Αλλά ξέχασα, είμαστε εγωιστές. Είναι φορές που θέλουμε να μιλήσουμε, θέλουμε να πούμε όσα νιώθουμε, αλλά κάτι μέσα μας, μάς κρατάει, μάς συγκρατεί. Εγωισμός λέγεται, μην το κουράζουμε.

Μου λείπεις λοιπόν και σε ένα παράλληλο σύμπαν, μου κρατάς το χέρι σφιχτά, με αγκαλιάζεις, γελάμε. Δε μου λείπεις μόνο σωματικά, μου λείπουν όλες εκείνες οι σημαντικές αλλά κι ασήμαντες συζητήσεις μας, τα όνειρά μας, τα χιλιόμετρα που είχα κάνει για σένα, θυμάσαι;

Τελικά τύχη είναι κι όχι ατυχία, να σου λείπει κάποιος. Δείχνει πόσο υπέροχο συναισθηματικό κόσμο έχεις. Τύχη είναι που σε έναν ψεύτικο κόσμο, εσύ έχεις επιλέξει να έχεις αληθινά συναισθήματα. Τύχη είναι που σε μια άψυχη και παγωμένη ζωή, εσύ έχεις την ικανότητα να νιώθεις.

Μου λείπεις κι αρνούμαι να το παραδεχτώ. Μου λείπει η καλημέρα σου, η καληνύχτα σου, έστω κι από μακριά, όπως συνήθιζες να τις δίνεις. Μου λείπεις για όλα εκείνα τα μικρά κι ασήμαντα, για όλα εκείνα που μου έδωσες πριν καταλάβω ότι τα χρειάζομαι.

Τελικά το «μου λείπεις» δεν είναι μόνο μια δήλωση πόνου, είναι ταυτόχρονα και μια δήλωση αφοσίωσης. Όταν λέμε αυτές τις λέξεις δείχνουμε ότι η αγάπη μας προς τον άνθρωπο που λείπει, παραμένει δυνατή. Ο πόνος της απώλειας μας υπενθυμίζει την αξία της σύνδεσης. Δεν είναι απλώς μια φράση, είναι η αναγνώριση του πόσο σημαντικός είναι κάποιος στη ζωή μας. Είναι ένα σιωπηλό “κάποτε θα βρεθούμε ξανά”, με την ελπίδα ότι η απουσία του συγκεκριμένου ατόμου θα μετατραπεί σε παρουσία κι ότι το κενό θα γεμίσει ξανά.

Μου λείπεις, με έναν τρόπο που δεν ξέρω πώς να εξηγήσω, αλλά θα ήθελα να τον ένιωθες. Ξαφνικά, με κάποιον αστρονομικό τρόπο να εμφανιζόσουν δίπλα μου και να έλεγες: Κι εμένα μου έλειψες. Έστω και μια φορά, να απαλύνει λιγάκι η απουσία.

Συντάκτης: Φώτιος Λαμπαδάριος
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου