Όχι, δεν υπήρξα ποτέ αθλητικός συντάκτης, ούτε σκοπεύω να γίνω.

 Δεν έχω ιδιαίτερο πάθος  για το ποδόσφαιρο, ούτε κάνω face painting την γαλανόλευκη για να τιμήσω  έτσι την πατρίδα μου.

Αλλά δε με ενοχλούν καθόλου και όσοι γουστάρουν να το κάνουν.

Απολαμβάνω έναν αγώνα, όταν οι γύρω μου δεν μεταμορφώνονται σε εθνικιστικά ανθρωπίδια. Και μιλάω και για φιλάθλους και για εκφωνητές, που και αυτοί βέβαια με τη σειρά τους, πόσο να κρατηθούν;

Θα την πετάξουν τη φόλα και θα περάσει ξέμπαρκη μιας και εν ώρα πάθους, όλα συγχωρούνται.

Είμαι γυναίκα, αγαπώ τον αθλητισμό, αγαπώ την πατρίδα μου και τον κόσμο που προεκτείνεται έξω από τα σύνορά της. 

Επιμένω στο έξω από τα σύνορα.

Έτσι για να ξεκαθαρίζουμε κάποια πράγματα, μην ακούσω κάποιο αρσενικό να μου ξαναπεί «δεν ξέρεις εσύ από αυτά».

Θα του πω «δε ξέρεις και εσύ από τα άλλα».

Μουντιάλ, κεφαλιές, τρικλοποδιές, αποκρούσεις, αγωνία, καρδιακά επεισόδια, βρισίδια, εθνικοφροσύνες .

Και βέβαια, ότι συνοδεύει τα παραπάνω: αλκοόλ, πίτσες, πετσέτες για τον ιδρώτα, φωνές, παράθυρα ανοιχτά, μπαλκόνια με τηλεοράσεις στη διαπασών, χαρά, θυμός, απειλές και ότι ανθρώπινα και εξω-ανθρώπινα συναισθήματα μπορείς να φανταστείς.

Δύο είναι οι κατηγορίες ανθρώπων που μου προκαλούν μηδενική ανοχή.

Κατηγορία πρώτη: οι τύπου μποέμ, χιποφιλόσοφοι, που δεν βλέπουν τίποτα άλλο από Γκοντάρ, Μπουνιουέλ, Μισίμα και άντε στο τσακίρ κέφι τους Αδερφούς Κοέν.

Βιβλιοφάγοι δηλωμένοι και σκεπτόμενοι, ξέρετε όλοι αυτοί που συλλογίζονται πως θα κάνουν τον κόσμο καλύτερο και τελικά το μόνο που καταφέρνουν είναι να ικανοποιούν τις εμμονές τους.

Το ποδόσφαιρο εκπίπτει των προσδοκιών τους και το σνομπάρουν τόσο, λες και η μπάλα είναι το οξύ που θα λιώσει τα «πολύτιμα» εγκεφαλικά τους κύτταρα.

Όλοι παθιάζονται με κάτι. Μηδενός εξαιρουμένου.

Και όποιος το παίζει ζεν, ατάραχος και μηδενιστικά απορρίπτει ότι δεν του κάθεται στην ιδιοσυγκρασία, ας κάνει μόκο πρώτα και ας αναλογιστεί πως το ποδόσφαιρο είναι ο πυρήνας της προσωπικής/εθνικής μας εξέγερσης.

Πως να το κάνουμε τώρα γκουρούδες της αβάσταχτης ελαφρότητας του είναι;

Μουντιάλ έχουμε, ο φίλαλθος θα πορωθεί, θα καεί από αγωνία, θα μαζευτεί με τα φιλαράκια του σπίτι ή θα τρέξει στο γήπεδο για να υποστηρίξει την ομάδα του και θα ξενυχτίστει και όλο το βράδυ αναλύοντας τι και πως.  

Θα πιεί και δέκα μπύρες παραπάνω, θα κάνει και το αστείο που δεν θα πιάσεις, γιατί δε μιλάς «τη γλώσσα του» και θα φχαριστηθεί η ψυχή του.

Εσύ τι ζόρι τραβάς;

Σε σούρανε από το μανίκι, σε καθήσανε στο καναπέ και σε παστώσανε με κασκολάκια και καπέλα που δεν ταιριάζουν στην αισθητική σου;

Αν δεν σου αρέσει, γύρνα στο σουρεαλιστικό σου κρεβατάκι και ονειρέψου το τέλος του κόσμου, ή την σωτηρία του, εσύ (που νομίζεις ότι) ξέρεις.

Κατηγορία δεύτερη. Οι εξτρεμιστές του είδους ”φίλαλθος”, οι φανατίλες που στο πέρασμά τους, λεκτικό και μη, ισοπεδώνουν την ανθρώπινη αξία σε δευτερόλεπτα.

Και όχι αγαπητοί μου συνειδησιακοί χουλιγκάνοι, άλλο το πάθος να σε συνεπαίρνει και άλλο να χριστοπαναγίζεις όλο το βράδυ, βάζοντάς με όλους τους θεούς και δαίμονες.

Θες να το κάνεις; Oκ, αλλά κλείσε το παράθυρο, βάλε στο on στον ανεμιστήρα και άσε και εμάς τους υπόλοιπους να παρακολουθούμε τον αγώνα και όχι το δεκάλογο της Βρισιάς.

Και γίνεσαι γελοίος, γιατί από εθνικιστής, -μιας και μόνο η χώρα ή ομάδα σου είναι άξια να «το σηκώσει»-, γίνεσαι κανίβαλος.  

Ναι, από αυτούς που σε μισή ώρα, αποθεώνουν τον παιχταρά με τα ”δώσε πόνο”, ”πάρτους και τα σώβρακα” και μετά τον στέλνουν στην ηλεκτρική μιας και έχασε το «σίγουρο γκολάκι».

Τι φταίμε και εμείς να ακούμε τα μπαμ-μπουμ στους τοίχους και τα μπουκάλια να σπάνε μπαλκονάτα; 

Χαλάρωσε και δέξου και την ήττα. Ναι, αυτός είναι ο κανιβαλισμός σου.

Να τρως τους ομοϊδεάτες σου, επειδή δεν ικανοποίησαν τις ορέξεις σου περί νίκης.

Όταν δεχτείς την ήττα σου, με λίγο θαυμασμό για όποιον σε ξεπέρασε -και ας μην σου αρέσει το ρήμα-,τότε είσαι άξιος φίλαθλος.

Μπάλα είναι και γυρίζει.

Δεν ανήκει σε κανέναν. Πάντα θα περνάει από πόδι σε πόδι και ας ανεβαίνουν οι σφυγμοί σου στους εκατόν πενήντα.

Και στις δύο περιπτώσεις, μάθετε επιτέλους την έννοια της λέξης «σεβασμός».

Στα πάθη του άλλου, τις επιλογές του.

Αρκεί αυτές να συμβαδίζουν με την ευγένεια.

Χωρίς αυτήν χαθήκαμε τρομάρά μας,  κενο-νία ώρα μηδέν.

Γιατί η ευγένεια, σκοράρει άλλα γκολ, πιο συναρπαστικά. 

Συντάκτης: Ξένια Μπολομύτη