Ζεις στην Ελλάδα εν έτει 2016. Γνωρίζεις πώς έχει η κατάσταση. Χρωστάμε παντού, μνημόνια πάνε κι έρχονται και μάλλον δε θα φύγουν ποτέ, ασφαλιστικό για τα σκουπίδια, σύνταξη στα 100 σου και μιζέρια που δυστυχώς καραδοκεί σε κάθε γωνία. Και το δέος που κάποτε έσταζε σαν μέλι όταν έλεγες «Ελλάδα», έχει μάλλον αρχίσει να μοιάζει ρετσινιά στα μάτια εκείνων που το βλέπουν όλο αυτό απ’ την απέξω.

Μια χώρα, ένα όνομα, μια τεράστια ιστορία κι άλλα τόσα πράγματα που ακολουθούν μαζί με αυτό. Παράδοση, περιβάλλον, γαστρονομία, φιλοξενία και γλώσσα. Α, ναι! Η γλώσσα! Αυτή η γλώσσα που θαυμάζεται από τόσους και τόσους για χρόνια. Αυτή η γλώσσα που διδάσκεται παντού και θεωρείται ορόσημο για πολλούς άλλους πολιτισμούς. Αυτή η γλώσσα που μιλιέται για αιώνες σε όλες τις διαφορετικές εκδοχές της, ακόμα δεν έχει σβήσει και μπορεί να εκφράσει πράγματα που άλλες δεν μπορούν ούτε καν να αρθρώσουν. Αυτή η γλώσσα με το πλούσιο λεξιλόγιο που αποτελεί θησαυρό κι εμείς όσο πάει τον θάβουμε ακόμα πιο βαθιά αντί να τον φέρνουμε περισσότερο στο φως.

Θα μου πεις, ποιος θα κάτσει τώρα να ασχοληθεί και με αυτή. Από τη στιγμή που ξέρουμε 5-10 οικονομικούς όρους και μπορούμε να συνεννοηθούμε και ξέρουμε κι άλλες 150 συνοδευτικές βρισιές για να κατακεραυνώσουμε τους υπαίτιους, είμαστε εντάξει. Όπου και να κοιτάξεις, όπου και να ακούσεις, δύσκολα θα βρεθεί πλέον κάτι να σε εντυπωσιάσει.

Μια μαζική γλωσσική αδράνεια έχει απλωθεί παντού. Ό,τι ξέρεις εσύ, ξέρουν κι οι υπόλοιποι. Ό, τιλένε οι υπόλοιποι λες κι εσύ. Και κάπως έτσι επικοινωνούμε πλέον, με αυτά τα λιγοστά και σαθρά πράγματα που έχουμε αφομοιώσει από αυτή τη γλώσσα που έχει να μας δώσει ακόμα περισσότερα.

Τόσα επίθετα, τόσα ρήματα, τόσα ουσιαστικά, τόσες όμορφες λέξεις να χρησιμοποιήσεις κι εμείς αναλωνόμαστε σε απλά πράγματα που μας έχουν επιβληθεί απ’ την πιεστική καθημερινότητα. Κι αν πιάσει καμιά φορά το αυτί μας καμιά λέξη πρωτάκουστη και περίεργη, κάνουμε λες και ακούσαμε διάλεκτο χαμένη στα βάθη των αιώνων. Σε κάθε συζήτηση, ξέρεις πια τι θα ακούσεις και με ποιον τρόπο. Και κάπως έτσι επικοινωνούμε μεταξύ μας πλέον.

Με μια βρισιά που ξέρει όλος ο πλανήτης, με 2-3 όρους οικονομικούς που δεν ξέρουμε ακριβώς και τι σημαίνουν απλά τους ακούμε παντού και τους ρουφάμε σαν σούπα από κουτάλι με ήχο ενοχλητικό κι επίθετα προσωπικοτήτων διεθνώς γνωστά τα οποία συνήθως γίνονται επίθετα στο τετράγωνο, αφού συνοδεύονται με εκείνα τα όμορφα ελληνικά μας, τα υβριστικά επίθετα που έχουν γίνει κορωνίδα της ομιλίας μας.

Μαθαίνουμε γλώσσες με το κιλό για να φύγουμε από εδώ και καταλήγουμε να ξεχάσουμε κι αυτά που ξέραμε. Κι η πλάκα είναι πως στα Αγγλικά ξέρεις πολύ καλά πώς να πεις τη λέξη «βδελυρός» και στη μητρική σου δεν ξέρεις καν τι σημαίνει. Το χειρότερο απ’ όλα είναι πως μόνοι μας έχουμε μπει στο τριπάκι αυτό όμως. Στο αίμα μας είναι να επιρρίπτουμε ευθύνες στους άλλους.

Όμως σε αυτό το θέμα δε χωράει αμφισβήτηση, φταίει ο καθένας μας ξεχωριστά. Από μόνοι μας δεν ψαχνόμαστε για βελτίωση, από μόνοι μας έχουμε κολλήσει στα κοινότυπα, από μόνοι μας έχουμε σταματήσει να διαβάζουμε λογοτεχνία κι από μόνοι μας έχουμε μετατρέψει ένα τέτοιο δώρο σε κάλαθο των αχρήστων.

Φαντάσου τη γλώσσα μας σαν έναν θησαυρό μέσα σε ένα πανέμορφα καλοστολισμένο κουτί. Όταν το ανοίγεις, θαμπώνεσαι απ’ την ομορφιά. Όταν όμως συνηθίσεις την ομορφιά αυτή γιατί νομίζεις πως την είδες όλη, αρχίζεις και τη θεωρείς δεδομένη. Κι αφού ακριβώς είναι δεδομένη και τόσο σύνθετη, για να μην κουραστείς με όλα αυτά, διαλέγεις επιλεκτικά εκείνα τα στοιχεία που είναι πιο προσιτά και χρήσιμα. Μετά κλείνεις το κουτί και το αφήνεις πίσω-πίσω να σκονίζεται. Όταν όμως τύχει και το ανοίξεις πάλι μετά από καιρό και καταλάβεις τι ανοησία έκανες, όχι μόνο μετανιώνεις, αλλά νιώθεις ταυτόχρονα πως έχασες τα πάντα επειδή εθελοτυφλούσες.

Είναι κρίμα να έχεις ένα τέτοιο δώρο να σου δίνεται απλόχερα κι εσύ απλά να το αφήνεις σε μια γωνία να υπάρχει. Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει αλλά τσακίζει, γνωστό το ρητό. Το θέμα είναι όμως να μάθεις να τη χρησιμοποιείς έτσι ώστε το ρητό να γίνεται πραγματικότητα.

Πλέον όμως το έχουμε αντιστρέψει και όχι μόνο τσακίζουμε τη γλώσσα, αλλά την ξεσκίζουμε, την κάνουμε κομμάτια με τα συντακτικά μας λάθη, τα ορθογραφικά μας, τα greeklish, τις κομμένες λέξεις, τις ξενόφερτες κι εκείνες τις λέξεις που είναι μοναδική δημιουργία της Νεοελληνικής  «ιδιοφυίας».

 

Επιμέλεια Κειμένου Έλλης B. Ζάχου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Έλλη Β. Ζάχου