Πόσο διαφορετικά θα ‘ταν όλα αν δεν είχαμε τους γονείς μας πίσω από κάθε μας εγχείρημα; Πόσες ανοησίες θα καταλήγαμε να κάνουμε, αν δε μας τραβούσαν ένα βήμα πίσω πριν την καταστροφή; Το μόνο σίγουρο, πολλές. Γιατί ως γονείς, προστάτες, φίλοι, δημιουργοί, σύμβουλοι και κηδεμόνες, πάντα θα θέλουν το καλύτερο για μας, ακόμη κι αν αυτό εκδηλώνεται με τον πιο πιεστικό τρόπο.

Μεγαλώνεις κι όσο αυτό ολοκληρώνεται, μεγαλώνουν κι εκείνοι μαζί σου. Όταν όμως φτάσεις σε σημείο ν’ αρχίσεις σιγά-σιγά ν’ αντιλαμβάνεσαι το συναισθηματικό κόσμο γύρω σου, περίπου στη εφηβεία σου δηλαδή, τότε κι εκείνοι, μέσα από αναμνήσεις, θα ξαναγίνουν για λίγο παιδιά. Η μαμά σου θα θυμηθεί το πρώτο αγόρι που καψουρεύτηκε κι ο μπαμπάς σου θ’ αρχίσει να σου λέει για ‘κείνη την κοπελίτσα που κυνηγούσε μανιωδώς όλη μέρα, κάθε μέρα. Κι αυτό θα γίνει μόνο και μόνο για να σου αποδείξουν πως κι αυτοί, όσο κι αν το ξεχνάνε κάπου-κάπου, όσο κι αν εσύ δεν μπορείς να το κάνεις εικόνα, έχουν βρεθεί στην ίδια θέση μαζί σου. Έχουν ερωτευτεί, έχουν κλάψει, έχουν πονέσει, έχουν παρακαλέσει.

Συμβουλές περί έρωτος από γονείς, λοιπόν. Σπουδαίες είναι, θαρρώ! Γυρνάω λίγο πίσω και με θυμάμαι ένα απόγευμα να κουβεντιάζω με τη μάνα μου για το πρώτο καρδιοχτύπι μου. Και τότε, που μυαλό δεν υπήρχε, παρά μόνο ορμόνες κι υπερβολές, όλα αυτά που μου ‘λεγε μου φαίνονταν τόσα βατά. Νόμιζα πως εκείνοι δεν ξέρουν τι σημαίνει έρωτας, πως μετά από τόσα χρόνια τον έχουν θαμμένο κάπου ανάμεσα στο συρτάρι με τις φωτογραφίες του γάμου. Κάθε λέξη της φαινόταν τόσο άσκοπη κι άκαιρη. Λες κι ο έρωτας προσαρμόζεται στις εποχές. Αλλά τότε δεν ξέραμε πως ο έρωτας ένας είναι και δεν αλλάζει. Και δεν ήταν πως τις μανάδες μας δεν τις υπολογίζαμε σ’ αυτά. Απλά θεωρούσαμε πως η αγάπη τους έχει φάει τα σωθικά κι έχουν μπερδέψει τον έρωτα με τη συνήθεια.

Με πείρα 20 χρόνων και βάλε, ο πατέρας μου μάλλον κάτι ήξερε, όταν μου ‘λεγε να βρω κάποιον να μου φέρεται όπως θα ήθελαν να φέρονται στην κόρη του. Και κάθε φορά που μας έπιαναν λίγο-λίγο να ξεροσταλιάζουμε απ’ τους πρώτους έρωτες, έβαζαν την κασέτα. «Δεν αξίζει για σένα, δε σε κάνει να χαμογελάς, μη σκορπίζεσαι σ’ ανούσια πράγματα,  να πας εκεί που είσαι ο εαυτός σου, να βρεις αυτό που σου αξίζει και να το κυνηγήσεις, μη σε στεναχωρούν παιδάκι μου, εσύ να φέρεσαι σωστά κι αν δε στο ανταποδώσουν να σηκωθείς να φύγεις, ο έρωτας είναι δύσκολος αλλά όταν βρεις τον κατάλληλο, όλα θα γίνουν τόσο απλά». Κουβέντες που μας λένε πάντα, ακόμα κι όταν βρούμε τελικά αυτό που ψάχνουμε. Κι η αλήθεια είναι πως κάποια μας τα ‘λεγαν κι οι φίλοι μας και τα πιστεύαμε, αλλά δια στόματος γονέα έμοιαζαν τόσο μπανάλ.

Βέβαια, κάθε φορά που τρώγαμε τα μούτρα μας, στο πίσω μέρος του μυαλού μας, τα δικά τους λόγια είχαμε. Κι από μέσα μας παραδεχόμασταν σιωπηρά πόσο δίκιο είχαν, πόσο άδικοι ήμασταν μαζί τους, πόσο καλά ξέρουν τον έρωτα, γιατί τον έφαγαν με το κουτάλι κι εμείς μόλις είχαμε βουτήξει στα νερά του. Πλέον όμως, αφού η φάση της αμφισβήτησης έχει περάσει κι η λογική έχει επανέλθει, κάθε φορά που ανακαλούμε αυτές τις συμβουλές, τις αφομοιώνουμε και τις εφαρμόζουμε ακόμα περισσότερο. Γιατί ό,τι και να λένε όλοι οι άλλοι, εκείνοι μας ξέρουν πιο πολύ, μας ψυχολογούν και σίγουρα δε θα ‘θελαν να δουν τα δικά τους λάθη να επαναλαμβάνονται.

Γι’ αυτό, χαίρομαι που είχα δυο έμπειρους ανθρώπους να με καθοδηγούν στο σκληρό αυτό μονοπάτι. Εγώ, βέβαια, περπατούσα με τα μάτια μου κλειστά, αλλά εκείνοι με κρατούσαν απ’ το χέρι και με πήγαιναν. Και κάθε φορά που χαιρόμουν για τον έρωτά μου, γιόρταζαν μαζί μου. Και κάθε φορά που πονούσα, πονούσαν μαζί μου. Αλλά τα τόσα λόγια τους, τελικά δεν πήγαν χαμένα. Γιατί μέσα από τόσες συμβουλές στο παιδί τους περί έρωτος, εκείνο κατάλαβε πως μέσα σ’ αυτά τα τόσο σωστά λόγια κρυβόταν ο δικός τους έρωτας. Και με την εφαρμογή όλων αυτών, εκείνοι θα τον δουν να αναζωπυρώνεται απ’ τη δική του ευτυχία, μέσα στα δικά του ερωτευμένα μάτια.

 

Επιμέλεια Κειμένου Έλλης Β. Ζάχου: Ιωάννα Κακούρη

Συντάκτης: Έλλη Β. Ζάχου