Να κοιτάξεις την ατζέντα σου. Να κοιτάξεις την ατζέντα σου, για να δεις πότε έχεις χρόνο να κανονίσεις μια βόλτα. Μια βόλτα στην πόλη σου που να μη μοιάζει σαν τις άλλες. Να είναι πρωτόγνωρη και μοναδική. Να είναι μοναδική σαν να βλέπεις την πόλη ολόκληρη για πρώτη φορά. Έχεις γυρίσει ποτέ την πόλη σου λες κι ήσουνα τουρίστας;

Οι τουρίστες είναι ενοχλητικοί. Έρχονται διακοπές στο μέρος σου την ώρα που εσύ –εννοείται– δουλεύεις, εξού και τους βλέπεις, αλλιώς θα διακόπαρες κάπου αλλού κι αυτές οι γραμμές δε θα έβγαζαν κανένα νόημα μπροστά στα μάτια σου. Σου τρίβουν στη μούρη την ευτυχία και τον ελεύθερό τους χρόνο όταν εσύ κρεμιέσαι πάνω στα συγγράμματα της εξεταστικής, τρέχεις με την τακούνα να προλάβεις να πάρεις αναβολή ή σιχτιρίζεις την κίνηση πρωινιάτικα γαμώ το στανιό, μα ευτυχώς τα «Ζουζούνια» του γιου σου παίζουν στη διαπασών μέσα στο αμάξι και δεν ακούει το παιδί.

Περπατούν μπροστά σου στο πεζοδρόμιο κι εκεί που έχετε καθιερώσει ένα τέμπο, σταματούν ξάφνου να θαυμάσουν ένα δέντρο. Σε βγάζουν φωτογραφία ενώ έχεις κοκαλώσει στη στάση περιμένοντας το λεωφορείο που ποτέ δεν έρχεται γιατί σε πέρασαν για πρωτότυπο αξιοθέατο του δήμου. Και φοράνε και βερμούδα, ενώ εσύ έχεις κοκαλώσει απ’ το κρύο, είπαμε, ακόμα στη φάση του χρόνου που χρειάζεσαι κασκόλ δύο βόλτες γύρω απ’ το λαιμό. Γενικά είναι πολύ εκνευριστικοί, αλλά κυρίως για το λόγο ότι είναι αυτό που δεν είσαι εσύ· τουρίστες.

Κάν’ το λοιπόν μια φορά. Βγες απ’ το σπίτι κι άφησε πίσω την πραγματική ταυτότητά σου να σε περιμένει όσο θα τριγυρνάς στην πόλη που σε ζει σε ρυθμούς τουρίστα. Να ’χεις και χάρτη μαζί, μην παραλείψεις, κανονικό όχι του κινητού, να περπατάς με τη μούρη χωμένη μέσα και να διαβάζεις έναν προς έναν κάθε δρομάκο που περνάς κάθε πρωί για τη δουλειά.

Ν’ ακολουθείς με το δάχτυλο τη διαδρομή, να περνάς πάνω απ’ τις λατινικές ονομασίες των οδών και να τις προφέρεις με λάθος τονισμό και πάντα με ερωτηματικό στο τέλος, για να δείχνεις την αμφιβολία για τον  τρόπο που διαβάζονται.

Να μπεις σε μουσεία και χώρους τέχνης και πολιτισμού. Κοίτα να δεις πόσα πράγματα είχε δίπλα το σπίτι σου κι ούτε που είχες κοντοσταθεί. Να διαβείς πόρτες με τη φωτογραφική μηχανή σου άδεια και φορτισμένη, να κάτσεις για μία ώρα στον πάγκο μπροστά απ’ το έκθεμα που σε κέρδισε και να μετρήσεις την αξία της τέχνης και της ζωής. Να χαζέψεις πίνακες κι αγάλματα απ’ όλες τις οπτικές γωνίες και ν’ ανακαλύψεις με τη βοήθεια του φωτός την ιστορία που έχουν γραμμένη στις πτυχές τους.

Να κάτσεις σε καφέ και να δώσεις την παραγγελία σου σε άλλη γλώσσα. Να κάνεις κουβεντολόι με το σερβιτόρο, να σχολιάσεις τις ντόπιες ομορφιές της εποχής και να ενδιαφερθείς για τους καημούς της καθημερινότητας με λόγια κάποιου άλλου κι όχι δικά σου. Σταμάτα ανυποψίαστους περαστικούς και ζήτα οδηγίες για κατευθύνσεις που έχεις πάρει χιλιάδες φορές. Απάντα «ευχαριστώ» με κόμπιασμα και δυσκολία σε κάθε δεύτερη συλλαβή.

Κάθισε σε εστιατόρια και μικρές συνοικιακές ταβέρνες. Φάε τζατζίκι σαν να ‘ναι η πρώτη σου φορά και ξέχνα τα πιτόγυρα της προηγούμενης εβδομάδας. Ζήτα γίγαντες και πατάτες γιαχνί κι ας σε κυνήγαγε η γιαγιά σου τα καλοκαίρια με την μπουκιά στο πιρούνι σ’ όλο το χωριό. Πόσα παραμύθια ή φοβέρες είχαν καταναλωθεί στην προσπάθεια να μη λιμοκτονήσεις τρώγοντας μόνο παγωτά και πατατάκια.

Πιες ρετσίνα κι ουζάκι και μείνε να χαζογελάς με τις παραδοσιακές μουσικές και το μπουζούκι κάνοντας κεφάλι. Ύστερα έλα στα ίσα σου μ’ ελληνικό διπλό μ’ ολίγη σε κάποιο καφενεδάκι με παππούδια, ν’ ακούς τις κουβέντες τους για την Ελλάδα της κρίσης και το θίασο που μας κυβερνά. Στην έλλειψη εκπαίδευσής τους θα βρεις να προβάλλεται η γνώση της εμπειρίας από μια ολόκληρη ζωή.

Σε μια πραγματικότητα που δε χαρίζεται, σε μια χώρα που τα παιδιά της, λένε, τα κάνει ξένους, κάνε της το χατίρι να ζήσεις μια μέρα στο ρυθμό που σου παίζει. Με τους δικούς σου όρους. Χωρίς να φτιάξεις βαλίτσες. Χωρίς να κλείσεις εισιτήρια. Χωρίς να φύγεις πραγματικά ποτέ απ’ το σπίτι σου.

Ζήσε την πόλη σου σαν ξένος, γνώρισέ την κι από εκείνη την πλευρά και μάθε άλλον ένα τρόπο να την αγαπάς. Φανταζόσουν ότι κάτι που γνώριζες χρόνια έχει ακόμα ανεξερεύνητα εδάφη να σου δείξει; 

 

Επιμέλεια Κειμένου Μαίρης Ρήγα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μαίρη Ρήγα