Έπρεπε να φανταστώ ότι υπάρχεις ήδη στη ζωή μου για να σε φέρω κοντά μου. Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα λένε ότι είναι πάνω-κάτω στα 80 έτη. Με βάση τα στατιστικά στοιχεία, θα έλεγα ότι συγκαταλέγομαι στους μεσήλικες. Στην πορεία μου μέχρι εδώ, με απόλυτη ειλικρίνεια, μπορώ να δηλώσω ότι έχω περάσει πάρα πολύ όμορφα. Όμορφα και καλά. Δίχως να έχω ζήσει άσχημα γεγονότα, όπως να φύγει απ’ τη ζωή κάποιος πολύ δικός μου άνθρωπος, τον οποίον αγαπάω πολύ -κι αυτό πραγματικά το θεωρώ ευλογία.

Εκεί που χωλαίνω, λες και κάποιος με έχει καταραστεί, είναι το κομμάτι των ερωτικών σχέσεων. Το κομμάτι της συντροφικότητας. Τι φταίει, άραγε; Σίγουρα, ότι είμαι ένας πολύ παράξενος κι ιδιαίτερος άνθρωπος. Όμως περισσότερο θα έλεγα πως φταίει το γεγονός ότι αυτό που έχω φανταστεί σαν δέσιμο ψυχής με κάποιον το έχω φτάσει πολύ πάνω απ’ τα σύννεφα. Το έχω τοποθετήσει στο χάος κι έτσι είναι ελάχιστη η πιθανότατα να το βρω κάπου πάνω εδώ στη Γη μας.

Το comme il faut, δεν το γνώρισα, δεν ξέρω καλά γαλλικά κι έτσι δεν είχε πέσει στην αντίληψή μου. Μια φίλη, όμως, ένα βράδυ που είχα τα κάτω μου, μου είπε ότι ψάχνει για το comme il faut της. Ενθουσιαστικά με το γαλλικό και την ερμηνεία που μου έδωσε, αλλά περισσότερο τρελάθηκα γιατί επιβεβαίωσα για άλλη μια φορά ότι το έχω γνωρίσει ήδη, το δικό μου «καθωσπρέπει», απλώς δεν είμαστε μαζί.

Έχω πολλές απαιτήσεις κι έτσι όλες αυτές οι απαιτήσεις κάνουν το ζητούμενό μου πάρα πολύ σπάνιο. Απαιτώ εμφάνιση, κατανόηση, εξυπνάδα, ομορφιά ψυχής, αντίληψη επικοινωνίας, αγάπη για τα ταξίδια κάθε μορφής, όπως απαιτώ και πολλά «μη». Έχει γεμίσει ο κατάλογός μου από «μη». Να μην καπνίζει, να μην κάνει κακή διατροφή, να μην πίνει πολύ,  να μην είναι μονόχνοτος, να μην παίρνει ναρκωτικά, να μην είναι νωχελικός/ Μπορώ να γράψω βιβλίο με τα «μη» που έχω μαζέψει. Έτσι τον άνθρωπό μου τον αποκαλώ σπάνιο και του το έχω πει απ’ τις πρώτες μας κιόλας κουβέντες, ότι είναι το «σπάνιό μου».

Σπάνιο είναι κάτι που δε βρίσκεται εύκολα, που υπάρχει σε πολύ περιορισμένη ποσότητα. Με τι σθένος ψυχής μπορώ, λοιπόν, να κλοτσήσω αυτό το δυσεύρετο πλάσμα και να αναλώνομαι μέσα στα συνηθισμένα; Είναι πραγματικά πάνω από όλες τις δυνάμεις μου κάτι τέτοιο.

Πολλοί αντιμετωπίζουν τεράστια δυσκολία στο να βρουν το comme il faut τους. Εγώ το έχω βρει, αλλά δεν μπορούμε να είμαστε μαζί. Οι λόγοι; Η λίστα του Σίντλερ, άλλο ένα βιβλίο που θα μπορούσα να γράψω για του λογούς που μας κρατάνε χώρια. Ας αρκεστώ, όμως, στον πιο απλό: Δε με θέλει. Όχι στο τώρα, τουλάχιστον. Έτσι, λοιπόν, μάσησα και κατάπια το γεγονός ότι δε με θέλει.

Στην αρχή δεν ήταν εύκολο, καθόλου, μα καθόλου εύκολο. Με τον καιρό όμως, αφού είχα χωνέψει και την κατάποση του «δε με θέλει», είπα «θα το ζήσω στη φαντασία μου». Εκεί, με θέλει όσο τίποτε άλλο, εκεί στη φαντασία μου γίναμε το πιο ευτυχισμένο ζευγάρι.

Δε θέλω να ζηλέψετε, αλλά θα σας περιγράψω λίγη απ’ τη φανταστική (κυριολεκτικά και μεταφορικά)  ζωή μας. Οι πρώτες μας ημέρες καταλαβαίνετε ότι ήταν κάτι που ουσιαστικά δεν μπορώ να περιγράψω με λέξεις. Μπορώ, όμως, να σας πω ότι τις πρώτες ημέρες δημιουργήσαμε έναν παράδεισο και πλέον ζούμε εκεί μέσα την καθημερινότητά μας. Ο παράδεισός μας δεν έχει μέσα του καθόλου κόλαση και, μα το Θεό, αυτό δεν είναι καθόλου βαρετό. Ποιος ο λόγος, άλλωστε, να υπάρχει το κακό μέσα σε κάτι που το δημιουργώ εγώ για εμένα;

Επειδή, όμως, μιλάω για το «καθωσπρέπει μου», θέλω να τονίσω ότι ο καθωσπρεπισμός υπάρχει μόνο στο σεβασμό μεταξύ μας. Έχουμε μια επικοινωνία που μοιάζει με αυτή του ήλιου και του φεγγαριού. Είμαστε θα έλεγε κανείς δυο άστρα που φέγγει το ένα στο άλλο για να μπορούν να υπάρχουν. Πέρα, όμως απ’ το υπέροχο της επικοινωνίας μας, έχουμε έναν ανεπανάληπτο έρωτα, εκεί ο καθωσπρεπισμός κάνει περίπατο.

Έναν έρωτα που μέχρι κι ο ίδιος ο ερωτάς τον έχει λιμπιστεί. Έχετε σκεφτεί ποτέ σας πώς θα ήταν να κάνετε έρωτα με κάποιον χωρίς να έχετε να χάσετε απολύτως τίποτα; Ε, εμείς οι δυο δεν έχουμε όντως να χάσουμε απολύτως τίποτα κι αυτό από μόνο του μας κάνει να δινόμαστε ο ένας στον άλλον άνευ όρων.

Τις πιο δικές μας στιγμές καταβροχθίζουμε τα εγώ μας, ασκώ επάνω του όλη μου την ενέργεια, τον κυριαρχώ, όπως του αξίζει να κυριαρχηθεί κι εν τελεί, αφού του ρουφήξω κάθε σταγόνα ηδονής που του δημιουργώ στον εγκέφαλό του, τρίβομαι πάνω στα ένστικτά του και μέσα από ένα ανήθικο, παντελώς ανήθικο, παιχνίδι ολικής επικοινωνίας μεταξύ μας, κάνουμε το τελείωμα των πράξεών μας ουσιαστικό και κατανοητό σε κάθε έκφανσή του.

Ο έρωτάς μας είναι κάτι πέρα απ’ τα αγγίγματα. Είναι συνεχής ανταλλαγή ρόλων. Αυτό μας κάνει να μην έχουμε μίζερους μονολόγους μέσα στη σχέση μας. Αντιθέτως, έχουμε ουσιαστικούς διαλόγους, κι αν χρειαστούν μονόλογοι, τους καλοδεχόμαστε, άπλα ξεχειλίζουν σε κάθε τους πρόταση από συναίσθημα. Κάθε κόμμα τους και διαφορετικό συναίσθημα.

«Επικοινωνώ» σημαίνει «ζω» κι ο άνθρωπός μου ζει μαζί μου γιατί έχει τη διανοητική ικανότητα να αγκαλιάζει τις ιδέες μου. Να νιώθει. Διότι για τους υπολοίπους, τα πάθη, οι πόθοι κι οι αδυναμίες μου, τα οποία θα ήταν ικανά να με φτάσουν ως τα άκρα, φαίνονται τρέλα κι αστεία, ενώ στο «σπάνιό μου», φαίνονται απολύτως κατανοητά.

“Comme il faut” μεταφράζεται ως καθωσπρέπει. Εγώ με τα «πρέπει» δεν τα πήγαινα ποτέ μου καλά, γι’ αυτό προτιμώ να ζω στην εξιδανίκευση που μου προσφέρει η φαντασία μου πάρα σε μια πραγματικότητα που μου αδειάζει κάθε αποτέλεσμα πριν καν αυτό γίνει πράξη. Στάνταρ, θα νομίζετε ότι χρειάζομαι άμεση βοήθεια από ψυχιάτρους, ότι είμαι παράφρων και ζω εκτός πραγματικότητας.

Την πραγματικότητα –θέλοντας και μη– τη ζω, δεν έχω άλλη επιλογή. Όμως, το όνειρό μου το απολαμβάνω, το γεύομαι με όλη τη θέρμη της ψυχής μου. Μόνο με όνειρα και συναισθήματα ο κόσμος αυτός μπορεί να είναι πιο ομαλός για μας τους ευαίσθητους. Αφού το έξω απ’ τα όνειρα, όπως και να το κάνουμε, έχει πήξει στις λακκούβες, στις διαστάσεις που μπορώ να ονειρεύομαι, θέλω να μη χρειάζομαι τρακτέρ κι άλλα κατασκευάσματα για να κινούμαι μέσα σε αυτό. Θέλω να είμαι ξυπόλυτη και να μην πληγώνομαι από κακοτράχαλες συμπεριφορές. Εξάλλου, αν δε φανταστώ πως κάτι υπάρχει κι είναι αληθινό, πώς θα μπορέσω να το έχω στην πραγματικότητα;

Οτιδήποτε επιθυμούμε τόσο πολύ, το σύμπαν κάποια στιγμή θα μας το κάνει αισθητό κι ως άγγιγμα, πέρα από κάθε φαντασία, πέρα από κάθε όνειρο. Τα βλέμματα ποτέ δεν είπαν ψέματα σε κανέναν. Κι εμείς οι δυο κοιταχτήκαμε. Κι αυτό είναι αρκετό από μόνο του να δολοφονεί δίχως έλεος οτιδήποτε άλλο τολμάει να μας κοιτάξει.

Υ.Γ.: Όλα τα ρήματα κι όλες οι λέξεις που υπάρχουν σε κάθε γλώσσα, ακόμη κι ας μου είναι άγνωστα, έχουν νόημα μονάχα όταν απευθύνονται σε σένα. Γιατί το «σ’ αγαπάω» και τα υπόλοιπα, τα τετριμμένα, που χρησιμοποιώ για τους άλλους, δεν έχουν καμία ενέργεια να σου δώσουν. Είναι λερωμένα και τα λερωμένα κουβαλούν αρρώστια πάνω τους, εγώ ό,τι έχω να σου δώσω σφύζει από υγεία.

Συντάκτης: Βασιλική Μελισσουργού
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη