«Αγάπη μου, μεθαύριο κανόνισα να γνωρίσεις επιτέλους τους καλύτερούς μου φίλους/ες» και εσύ γνωρίζοντας ότι δεν μπορείς να το αποφύγεις άλλη μια φορά, γνέφεις καταφατικά το κεφάλι σου ενώ παράλληλα προσπαθείς να κρύψεις την αμηχανία που τόσο έντονα νιώθεις. Καθώς λοιπόν οι ώρες μειώνονται, το άγχος σου αυξάνεται απειλητικά για το μοιραίο ραντεβού σας.

Δε σε ενδιαφέρει τόσο να βρεις τα κατάλληλα ρούχα για να τους εντυπωσιάσεις με την εξωτερική σου εμφάνιση, όσο η γνώμη που θα σχηματίσουν για την προσωπικότητα και τον χαρακτήρα σου. Πώς να το κάνουμε, τα αγαπημένα πρόσωπα του/της συντρόφου σου είναι, η γνώμη τους μπορεί να ευνοήσει ή ακόμα και να χαντακώσει τη σχέση σας. Αλλά ακόμα κι αν ξέρεις καλά ότι είναι ένας τόσο αποφασιστικός χαρακτήρας με ανεπηρέαστη κρίση κι άποψη, όλοι χρειαζόμαστε πού και πού έναν καλό λόγο, ένα κοπλιμέντο. Ειδικά αν αυτό το όμορφο σχόλιο για μας βγει από το στόμα ενός ανθρώπου που ο καλός ή η καλή μας αγαπά και υπολογίζει.

«Αν δε με συμπαθήσουν;», «Αν δε ξέρω τι να τους λέω και με θεωρήσουν σνομπ;». Πολλά «αν» βασανίζουν για ώρες ολόκληρες το μυαλό μας, ενώ από μέσα μας κάνουμε τάματα και μετάνοιες να προκύψει κάτι και να το ακυρώσουν έστω και τελευταία στιγμή. Το αστείο μάλιστα είναι ότι η μικρή αυτή ελπίδα, θα μείνει καρφωμένη στο μυαλό μας, μέχρι να του χτυπήσουμε το θυροτηλέφωνο. Έπειτα αρχίζεις να σκέφτεσαι τα ποσοστά. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει 50% πιθανότητα να είναι ένας φυσιολογικός άνθρωπος, 20% να τα πάτε άψογα, 25% να μην ταιριάξετε καθόλου και 5% να σου κάνει το βίο αβίωτο.

Ώσπου το παίρνεις απόφαση και μαζεύεις μπόλικη αυτοπεποίθηση, από εκείνη που έχεις φυλαγμένη για της δύσκολες στιγμές -καλή ώρα. Και να μη με συμπαθήσουν τι έγινε, σίγα δε χάλασε κι ο κόσμος. Μια φράση γεμάτη παράπονο, αλλά και πείσμα. Όσο κι αν θέλουμε να γίνουμε αρεστοί, γιατί βλέπουμε σοβαρά τη σχέση μας, γνωρίζουμε καλά ότι είναι αδύνατο να αρέσουμε σε όλους τους ανθρώπους. Με κάποιους απλά δεν ταιριάζουμε διότι από τη φύση μας είμαστε αλλιώτικοι, με κάποιους άλλους έχουμε εντελώς διαφορετικούς χαρακτήρες και δε βρίσκεται πουθενά ένα σημείο σύγκλισης και κάποιοι απλώς δε διαθέτουν ορθά αισθητικά κριτήρια. Αυτό το τελευταίο βοηθάει να το χρησιμοποιούμε κι ως παυσίπονο, σε περίπτωση που η συνάντηση δεν πάει όπως τη φανταζόμασταν. Και στο κάτω-κάτω δε θα κάνουμε σχέση με τους κολλητούς του/της. Εάν λοιπόν σε πάρουν με κακό μάτι ή εσύ αυτούς, υπάρχει περιθώριο κι άπλετος χρόνος να αναθεωρήσουν και οι δύο πλευρές. Αν πάλι όχι, απλά δε μπορούμε να συμφωνήσουμε πουθενά, αλλά οι σπόντες τις φορές που βρισκόμαστε πάνε και έρχονται, θα κάνουμε υπομονή για χάρη του συντρόφου μας που τόσο αγαπάμε κι εμείς και οι φίλοι του, δεν το αξίζει;

Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι άλλο ρόλο έχουμε εμείς στη ζωή του κι άλλο οι φίλοι του, γι’ αυτό ακριβώς δε χρειάζεται να τους ανταγωνιζόμαστε, ούτε να τους τη λέμε συνέχεια. Αλλά προπάντων να μη προσπαθήσουμε ποτέ να του/της απαγορεύσουμε να κάνει παρέα μαζί τους, λες κι είναι κανένα μικρό παιδί.

Είναι άνθρωποι που τους ήξερε και τους αγαπούσε πολύ πριν μπούμε στη ζωή του και είναι πολύ πιθανό να μείνουν εκεί ακόμα κι αν εμείς βγούμε. Είναι άδικο κι εγωιστικό να στερήσουμε κάτι που τόσο αγαπά, ακόμα κι αν αυτό το κάτι εμείς δε το πάμε μία, ή αυτό εμάς. Αν προσπαθήσουμε, είμαι σίγουρη ότι θα βρούμε κοινά ενδιαφέροντα. Να, μόλις σου βρήκα ένα. Την αγάπη σας για το ίδιο πρόσωπο.

Είναι αρκετό, δε νομίζεις;

 

Συντάκτης: Ελένη Μάρκου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου