Ο Pablo Neruda είπε πως «ο άνθρωπος που δεν παίζει, έχει χάσει για πάντα το παιδί που ζούσε μέσα του και θα του λείψει τρομερά».

Έχουμε ωραιοποιήσει τα πράγματα στο μυαλό μας κι έτσι αναπολούμε συχνά το παρελθόν. Ήταν όλα πιο ρομαντικά όμορφα, γεμάτα δημιουργία, πιο πολύχρωμα, πιο ξέγνοιαστα. Μεγαλώνοντας όμως, αφοσιωνόμαστε τόσο στο πώς να λύσουμε τα προβλήματα της καθημερινότητας, που ξεχνάμε πώς είναι να ζεις μέσα σε χαμόγελα και με μια λάμψη στα μάτια.

Καταλήγουμε να γινόμαστε άχρωμοι, αθόρυβοι, μουντοί, σαν τις ταινίες του βουβού κινηματογράφου. Μα όσο κι αν προσπαθήσουμε να κρυφτούμε απ’ το παιδί μέσα μας, όσο και αν προσποιηθούμε πως δεν υπάρχει, εκείνο θα συνεχίζει να μας φωνάζει με τσιριχτή φωνούλα, προκαλώντας μας να παίξουμε.

Πρόσφατα, έπαιξε στην τηλεόραση το “Toy Story 3”, αγαπημένο παιδικό κι η αφορμή για να γραφτούν αυτές οι λέξεις. Με συγκίνησε, με έκανε να θυμηθώ και να νιώσω όπως την πρώτη φορά που το είδα. Πάλι παιδί, χρόνια πριν, με λαχτάρα για διασκέδαση κι εξερεύνηση, τόσο με τους φίλους όσο και με τα παιχνίδια μου.

Παιχνίδια∙ τι σημαίνει άραγε η λέξη «παιχνίδια» για ένα παιδί; Σημαίνει η χαρά της ζωής κι η ξεγνοιασιά μιας παιδικής ηλικίας, η υπενθύμιση μιας ανάμνησης που πάντα θα υπάρχει ως μια λάμψη που ποτέ δε θα σβήσει από μέσα μας, μια φλόγα που θα καίει αιώνια.

Ας έρθουμε, όμως, στο τώρα και την πραγματικότητά του. Μεγάλωσες, έκλεισες κάποια κεφάλαια απ’ τη ζωή σου, πακετάρισες ανθρώπους και παιχνίδια σε σκοτεινούς κλειδωμένους χώρους. Κι όταν ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσεις το παρελθόν, σε μια κούτα ξεχασμένη και χωμένη από καιρό σε ένα μουντό πατάρι, σε ένα υπόγειο, ή κάτω απ’ το κρεβάτι σου, εμφανίστηκαν όλα αυτά που κάποτε αποκαλούσες θησαυρούς, θυμάσαι;

Τα βλέπεις κι αμέσως-αμέσως αναπολείς στιγμές, χαμογελάς, ενθουσιάζεσαι, αισθάνεσαι και πάλι παιδί και μάλιστα ανυπόμονο. Θες απλά να κάτσεις κάτω και να παίξεις, να ξαναζήσεις κάτι απ’ τα ομορφότερά σου χρόνια, χωρίς να σε νοιάζει τίποτα άλλο εκείνη τη στιγμή.

Όπως τότε που ήσουν παιδί, έπαιζες κι έλαμπαν τα μάτια σου, ανυπομονούσες να ξυπνήσεις απ’ το μεσημεριανό ύπνο και να τρέξεις στο κουτί με την «περιουσία» σου (αυτοκινητάκια, κούκλες, τουβλάκια, αρκουδάκια) –εκεί που κλείδωνες τη φαντασία σου και τους ονειρικούς σου ήρωες– να το αναποδογυρίσεις και να ξεχειλίσουν όλα τα παιχνίδια κι όλες οι ιστορίες σου στο πάτωμα. Άλλωστε, εκείνα δε χάνουν ποτέ την αίγλη τους, ακόμα και σκονισμένα έχουν τη δύναμη να σου δημιουργούν ένα χαμόγελο, σε περιμένουν για να σε διασκεδάσουν.

Θα βρεθείς κοντά σε ένα παιδί ή  θα κληθείς να παίξεις όταν κάνεις δικό σου και τότε με τη σειρά σου θα αποδείξεις πως η ηλικία δεν παίζει κανένα απολύτως ρόλο στην ξεγνοιασιά και την παιδικότητα της ψυχής.

Μην κρύβεσαι πίσω απ’ τα αυστηρά νούμερα που σχηματίζουν τα κεράκια της τούρτας σου. Αφήσου ελεύθερος, θυμήσου τον εξάχρονο εαυτό σου, μήπως χρωστάς λίγη ανεμελιά στον μπόμπιρα που ζει μέσα σου; Σκάλισε το παρελθόν σου, βρες τους μικρούς θησαυρούς σου, σίγουρα κάποιο απ’ αυτά τα παιχνίδια θα ‘χεις κρατήσει. Κάποτε ήταν τα πολυτιμότερά σου, δεν τα  αποχωριζόσουν ούτε στον ύπνο σου. Κανείς δεν είναι αρκετά μεγάλος για λίγο ξέδομα.

Το “Toy Story” θα μου θυμίζει πάντα πως ακόμα και τα παιχνίδια έχουν ψυχή και στο τέλος θα με κάνει να κλαίω και να σκέφτομαι τα δικά μου και πού μπορεί αυτά να βρίσκονται αυτή τη στιγμή. Το σίγουρο είναι πως θα όταν βρίσκομαι κοντά σε παιδιά, θα παίζω χωρίς να με νοιάζει αν θα εκτεθώ ή τσαλακωθώ -εξάλλου, η ζωή μας αξίζει για τις στιγμές που γινόμαστε και πάλι πιτσιρίκια.

 

Συντάκτης: Ελευθερία Γκαραβέλα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη