

Είναι μια αναντίρρητη κι αναμφισβήτητη αλήθεια πως οι ταχύτατοι ρυθμοί της σύγχρονης ζωής, μας έχουν κάνει να τρέχουμε καθημερινώς πανικόβλητοι προκειμένου να διεκπεραιώσουμε δουλειές, να ολοκληρώσουμε υποχρεώσεις και να προλάβουμε προθεσμίες. Να επικοινωνήσουμε με τους ανθρώπους μας, να δούμε την οικογένεια, να βγούμε με τους φίλους μας, να διασκεδάσουμε, αλλά ταυτόχρονα να προλάβουμε να κάνουμε χόμπι, δραστηριότητες και γενικά πράγματα που μας προσφέρουν στην προσωπική μας εξέλιξη και ανάπτυξη.
Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε σε γενικές γραμμές να περιγραφεί ως ένας εθισμός στη νοοτροπία της πολυπραγμοσύνης. Φυσικά, το να καταπιάνεται κανείς με διάφορα και διαφορετικά μεταξύ τους αντικείμενα, να συμμετέχει σε δραστηριότητες και συναναστροφές μόνο ως κάτι κακό και βλαπτικό δε θα μπορούσε ποτέ να ιδεασθεί. Το πρόβλημα ωστόσο έγκειται στο ότι συνηθίζοντας να ασχολούμαστε με τόσα πολλά πράγματα, έχουμε καταλήξει να πείσουμε πλέον τους εαυτούς μας πως οφείλουμε και υποχρεούμαστε κατά κάποιον τρόπο να βρισκόμαστε σε μια διαρκή κατάσταση δημιουργικότητας και παραγωγικότητας.
Αυτός είναι και ο λόγος που έχουμε καταστρώσει μία τόσο αρνητική οπτική ως προς το συναίσθημα της βαρεμάρας, ώστε μόλις εντοπίσουμε έστω και ψήγματα αυτού του συναισθήματος να πλησιάζει, μόλις πιάσουμε τον εαυτό μας να νιώθει έτσι, προσπαθούμε μανιωδώς να βρούμε κάτι να απασχοληθούμε, προκειμένου να μη βαριόμαστε και να κατευνάσουμε με αυτόν τον τρόπο τις τύψεις και τις ενοχές μας, που τολμήσαμε και επιτρέψαμε στον εαυτό μας να αισθανθεί πως βαριέται.
Στην πραγματικότητα αυτό που ίσως δε συνειδητοποιούμε είναι πως το αίσθημα της βαρεμάρας δεν είναι καθόλου έννοια αντίθετη, ούτε κι εμπόδιο προς την παραγωγικότητα και τη δημιουργικότητά μας. Τουναντίον, είναι ένα μέρος και ένα αναγκαίο στάδιο προς την επίτευξη αυτών των δύο. Ό,τι ακριβώς επιτελεί ο ύπνος για το σώμα μας, την ίδια ακριβώς λειτουργία λαμβάνει και η βαρεμάρα για το μυαλό και το πνεύμα μας. Ακριβώς επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι μέσα στη μέρα έχουν πολλές ασχολίες, ο οργανισμός τους κάποια στιγμή χρειάζεται ένα διάλειμμα και ξεκούραση από όλα αυτά. Η βαρεμάρα, επομένως, δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένας «πνευματικός ύπνος». Είναι ένας μηχανισμός άμυνας και αυτοσυντήρησης που μας προειδοποιεί πως υπήρξαμε ιδιαίτερα ενεργητικοί και δραστήριοι και τώρα πρέπει να μειώσουμε τις ταχύτητες μας και να ξεκουραστούμε προκειμένου να αποφευχθεί μια επικείμενη υπερκόπωση. Είναι η αναγκαία θα λέγαμε αδράνεια που χρειάζεται ένα άτομο κατά διαστήματα ώστε να ξεκουραστεί, να χαλαρώσει και να ηρεμήσει και να μπορέσει έτσι να επανέλθει ακόμη πιο δημιουργικό και παραγωγικό στις δραστηριότητές του. Είναι ένα βήμα πίσω για να μπορέσουμε να κάνουμε 2 βήματα μπροστά.
Είναι επομένως κάτι περισσότερο από φυσιολογικό να περιέλθει κάποιος σε μία μικρή παύση και είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αναγνωρίσουμε στον εαυτό μας το δικαίωμα να νιώθει κάποιες στιγμές έτσι. Είναι εντάξει, λοιπόν, εάν κάποιος επέλεξε αντί για εκδρομή με τους φίλους του να περάσει την Κυριακή του στο κρεβάτι κοιτώντας το ταβάνι και κάνοντας το απόλυτο τίποτα. Καμία ενοχή αν αντί για τρεις φορές πήγε κανείς μόνο δύο φορές αυτήν την εβδομάδα στο γυμναστήριο. Δε χάνει τίποτα από τη ζωή εκείνος που ακύρωσε μία έξοδο ή μία συναυλία για να κάνει ένα μπάνιο και να κοιμηθεί νωρίς και δεν είναι τεμπέλης εκείνος που στο ρεπό του δεν άδραξε τη μέρα αλλά αποφάσισε απλώς να μείνει σπίτι και να παίξει ηλεκτρονικά.
Το να βρεθεί κάποιος αισθανόμενος πως τη δεδομένη στιγμή βαριέται να κάνει κάτι, ακόμη και εάν πρόκειται για μια ενασχόληση που κατά τ ’άλλα τον ευχαριστεί και τον διασκεδάζει, όπως π.χ. το να πάει σινεμά με φίλους, είναι κάτι παντελώς φυσιολογικό να επισυμβεί, ειδικά όταν μέσα στη μέρα έχει να κάνει άλλα εκατοντάδες πράγματα ή εάν προηγήθηκε μια ιδιαιτέρως δημιουργική περίοδος/ εβδομάδα/ μήνας της ζωής του, όπου χρειάστηκε να υπερλειτουργήσουν σώμα και πνεύμα. Στο σημείο αυτό, λοιπόν, η περιαγωγή σε μία κατάσταση αδράνειας και βαρεμάρας δε θα πρέπει να θεαθεί ως στασιμότητα και τέλμα, αλλά ως ένα restart, μια επανεκκίνηση, για να επιστρέψει κανείς δριμύτερος στις υποχρεώσεις και τις δραστηριότητές του. Ένα restart που όλοι έχουμε ανάγκη, και καμία ενοχή δε θα έπρεπε να γεννιέται κάνοντάς το.