Ένας από τους πιο δύσκολους ρόλους στη ζωή ενός ανθρώπου είναι αναμφίβολα το να είναι γονιός. Η απόφαση να φέρουμε ένα παιδί στον κόσμο και να το μεγαλώσουμε με όλα εκείνα τα εφόδια που θα το κάνουν έναν ικανό και ανεξάρτητο ενήλικα στο μέλλον, όχι μόνο δεν είναι απλό αλλά αποτελεί και το πιο απαιτητικό task που αναθέτουμε στον εαυτό μας. Είναι πολύ λεπτά τα όρια ενός γονιού που θέλει και οφείλει να είναι δίπλα στο παιδί του από εκείνου που καταλήγει υπερπροστατευτικός και ευνουχιστικός απέναντί του.

Αρχικά, είναι σημαντικό να πούμε πως οι γονείς θέλουν πάντα το καλύτερο για τα παιδιά τους και καθημερινός αγώνας που δίνουν για να το καταφέρουν είναι μεγάλος και σκληρός. Οι προθέσεις -σε φυσιολογικές συνθήκες- είναι αγνές και μοναδικό σκοπό έχουν την ασφάλεια του παιδιού με όποιο κόστος. Από τη μία αυτό είναι πραγματικά κάτι όμορφο και γλυκό από την άλλη, όταν αυτή η ανάγκη για προστασία γίνεται υπερβολική και εμμονική τότε το παιδί βιώνει την αντίθετη κατάσταση αφού του δημιουργείται το αίσθημα της ανασφάλειας και της αδυναμίας.

Οι γονείς που θα υποπέσουν σε τέτοιου είδους σφάλματα είναι συνήθως εκείνοι που φοβούνται υπερβολικά. Έχουν ένα διαρκές άγχος για τη σωματική ακεραιότητα του παιδιού σε βαθμό όμως που του αφαιρούν τη δυνατότητα της δράσης, της δημιουργίας, του αγνού παιχνιδιού και της ανακάλυψης μέσα από αυτό. Τα μικροατυχήματα είναι μέρος της ανάπτυξής τους και τα βοηθά να μεγαλώσουν μέσα από τη μνήμη και την εμπειρία. Αποκόβοντας το παιδί από το παιχνίδι ή άλλες δραστηριότητες για να είναι πάντα ασφαλές είναι σαν να του στερούμε το δικαίωμα να ζει και να δρα στο περιβάλλον, μειώνοντας έτσι την κοινωνική του εξέλιξη.

Ένα εξίσου έκδηλο χαρακτηριστικό που βλέπουμε να έχουν οι γονείς αυτοί, είναι η ανάγκη τους για συνεχόμενο και απόλυτο έλεγχο. Προσπαθούν να οδηγούν εκείνοι τα παιδιά στις καταστάσεις που επιθυμούν και με τον τρόπο που θα το έκαναν οι ίδιο χωρίς να δίνουν το περιθώριο προσωπικής έκφρασης και γνώμης. Αυτό δε βοηθά στην ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού και στην σύνθεση της αυτόνομης ύπαρξης του όπου η γνώμη του και η άποψή του θα αποτελούν τη δύναμη του. Δυστυχώς δημιουργούν ενήλικες που φοβούνται να εκφραστούν και ίσως ακόμη να μην μπορούν να πάρουν θέση στη ζωή τους αφού κάποιος άλλος το έκανε μέχρι τότε για εκείνους.

Αυτό συμβαίνει και όταν οι γονείς υποκαθιστούν τα παιδιά σε πράγματα που οφείλουν να κάνουν τα ίδια. Προτιμούν να το αναλάβουν οι ίδιοι για να επιτευχθεί ο στόχος από το να αφήσουν το παιδί τους να τολμήσει και να κάνει λάθος. Στερούν με αυτόν τον τρόπο από το παιδί την τόλμη αφαιρώντας του κάτι από την αυτοπεποίθηση που χρειάζεται για να μπορέσει να χτίσει το οικοδόμημα της προσωπικότητάς του.

Ακόμη, μπορούμε να δούμε γονείς που μέσα από τα παιδιά τους προσπαθούν να ζήσουν όσα εκείνοι δεν μπόρεσαν ή απλά να δουν τη συνέχειά τους μέσα από εκείνα. Μέσα από τα μάτια του παιδιού εισπράττουν οι ίδιοι την ικανοποίηση και την επιβράβευση του καλού γονέα χωρίς όμως να δίνουν την απαραίτητη προσοχή στις συναισθηματικές του ανάγκες που φυσικά διαφέρουν από παιδί σε παιδί.

Οι γονείς θέλουν και πρέπει να είναι να βρίσκονται δίπλα στα παιδιά τους, να τους γεμίζουν ασφάλεια και σιγουριά, να φροντίζουν για το ασφαλές τους περιβάλλον και να καλλιεργούν μια ισχυρή σχέση αγάπης συνεπώς το να αφιερώνουμε χρόνο και ψυχή στο παιδί δεν μας καθιστά αυτόματα και υπερπροστατευτικούς ή καταπιεστικούς γονείς. Σημασία έχει ο τρόπος και τα κίνητρα που βρίσκονται πίσω από τις πράξεις και τις ενέργειές μας. Το να συμμετέχουμε στη ζωή του παιδιού μας με απόλυτο σεβασμό στη μοναδικότητά του και παρέχοντάς του την ελευθερία να είναι ο εαυτός του, δε μας καθιστά παρεμβατικούς. Όταν όμως προσπαθούμε να επιβάλλουμε τη δική μας θέληση και να εκβιάζουμε συναισθηματικά το παιδί προβάλλοντας όλα όσα κάνουμε για εκείνο με σκοπό να μας το ανταποδώσει με μια καλή συμπεριφορά τότε κάτι πρέπει να αναθεωρήσουμε.

Τα παιδιά είναι σημαντικό να μάθουν από την παιδική τους ηλικία πως οι τραυματισμοί, οι μικρο-διαφωνίες σε ένα παιχνίδι με τους συνομήλικους για παράδειγμα, είναι αναπόφευκτο μέρος της πραγματικής ζωής τους. Μεγαλώνοντας θα κληθούν να διαχειριστούν πολλές παρόμοιες καταστάσεις είτε στην επαγγελματική, την κοινωνική αλλά και την προσωπική τους ζωή συνεπώς χρειάζεται να τα έχουμε προετοιμάσει και να τους έχουμε χαρίσει τη δυνατότητα επίλυσής των προβλημάτων χωρίς όμως να τα αφήσουμε να πιστεύουν ότι είναι μόνα.

Εδώ μπορεί οι γονείς να φτάσουν στο άλλο άκρο. Με αυτό, εννοούμε πως πολλοί γονείς για να αποφύγουν να γίνουν υπερπροστατευτικοί αντιδρούν με τρόπο που απομακρύνει αρκετά το παιδί και του δημιουργεί συναισθηματικά κενά. Για παράδειγμα ένα παιδί που κλαίει και ζητά την αγκαλιά της μαμάς του, όταν εκείνη την αρνηθεί για να μην υποπέσει στο αμάρτημα του να το κακομάθει, τότε αυτό λειτουργεί αντίθετα. Το παιδί δε γίνεται ανεξάρτητο αλλά εντείνεται η ανάγκη του για εξάρτηση μέσα από την απόρριψη.

Φυσικά όσα αναφέραμε κυμαίνονται σε λεπτές γραμμές και οι γονείς καλούνται να γίνουν ζογκλέρ και να περπατήσουν επάνω σε τεντωμένα σχοινιά έχοντας πάντα την ευαισθησία να αναγνωρίζουν τι ανάγκη έχει το δικό τους παιδί. Δεν είναι εύκολο πράγμα να είσαι γονιός και σίγουρα δεν υπάρχει ο χρυσός κανόνας και η μυστική συνταγή που θα σε αναδείξει σε τέτοιον, όμως ένα πραγματικά αναζητήσεις μέσα σου τους λόγους που φέρνεις ένα παιδί στον  κόσμο και ακούσεις την ψυχή του, τότε όλα θα πάνε καλά ακόμα και με μικρά λαθάκια που μπορεί να γίνονται από την αγάπη μας για εκείνα.

Συντάκτης: Μαρία Αθανασοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου