Συνηθίζουμε να λέμε πως δύο άνθρωποι έχουν χημεία μεταξύ τους κι εννοούμε πως ταιριάζουν ως χαρακτήρες μ’ έναν ιδιαίτερο κι εξαιρετικά σπάνιο τρόπο. Επικοινωνούν μ’ ένα δικό τους μοναδικό κωδικοποιημένο σύστημα και καμιά φορά δε χρειάζεται ν’ αρθρώσουν λέξη για να συνεννοηθούν, γιατί φτάνει ένα (μερικές φορές και μισό) βλέμμα κι όλα έχουν κανονιστεί.

Είναι αυθόρμητο κι αυτόφωτο όταν συμβαίνει σε ανθρώπους που δε γνωρίζονται πολύ καιρό. Και τότε μιλάμε για μια πολύ ιδιαίτερη σχέση με πολύ καλές προοπτικές να μείνει χαραγμένη στο μυαλό και στην καρδιά μας, ακόμη κι αν δεν καταλήξει σε ερωτική. Υπάρχουν, όμως, κι οι φορές όπου αυτή η χημεία αναπτύσσεται με το χρόνο. Με τη συνεχή προσπάθεια να μάθει ο ένας τον άλλον όσο περισσότερο γίνεται, με αποτέλεσμα όσο περνάει ο καιρός αυτή η χημεία να γίνεται όλο και πιο δυνατή. Υπάρχουν φυσικά κι εκείνες οι σχέσεις όπου, απ’ την αρχή, κανένα σημάδι θετικής επιστήμης δεν εμφάνισαν κι όσο κι αν προσπαθήσαμε, τζάμπα πήγαν οι κόποι μας.

Άρα μπορούμε με ασφάλεια να πούμε πως όταν απ’ την έναρξη μιας πάσης φύσεως σχέσης δεν υπάρχει επικοινωνία ή κοινό σημείο επαφής, τότε δύσκολα θα βρεθεί κάποιο στην πορεία για ν’ αναπτυχθεί. Αντίθετα, αν υπάρχουν ελάχιστα κοινά, με τον καιρό μπορούν να γίνουν πολλά και να νιώθουμε πως αυτόν τον άνθρωπο τον ξέραμε από πάντα.

Το ίδιο συμβαίνει και με την ερωτική χημεία. Τα αρχικά στάδια μιας σχέσης και κατ’ επέκταση κι οι πρώτες φορές που θα βρεθούμε στο κρεβάτι με το ταίρι μας είναι η περίοδος που ουσιαστικά μαθαίνουμε ο ένας τον άλλον. Χαρτογραφούμε και πειραματιζόμαστε με όλα τα μέρη και μέλη του σώματός μας, για να δούμε τι είναι αυτό που ερεθίζει, εξιτάρει, ανατριχιάζει, παθιάζει και τελικά κάνει τον ερωτικό μας παρτενέρ να φτάσει σε οργασμό.

Στη διάρκεια της ενεργής σεξουαλικής μας ζωής και μιλώντας για σεξ, συντρόφους, συνουσία κι εστιάζοντας σ’ αυτό το κομμάτι μιας σχέσης αποκλειστικά, άλλοι άνθρωποι μας έμειναν χαραγμένοι στη μνήμη, γιατί η ερωτική χημεία μεταξύ μας έβγαζε σπίθες, άλλοι γιατί θα λέγαμε πως η συνεύρεση μαζί τους ήταν εντελώς χλιαρή κι άλλοι γιατί απλώς «πέρασαν και δεν ακούμπησαν» και καλύτερα να το είχαμε αποφύγει αυτό το πήδημα.

Οι περιπτώσεις που το σεξ είναι συναρπαστικό, απ’ τις πρώτες φορές, καταλήγουν πολύ συχνά να ‘ναι εθιστικές. Είναι εκείνες οι στιγμές που πιάνουμε τον εαυτό μας να ερεθίζεται με τα πιο απλά κι αθώα (για τα μάτια των άλλων) πράγματα, αρκεί να βρισκόμαστε στο ίδιο μέρος με το αντικείμενο του πόθου μας ή έστω να το ακούμε. Μ’ ένα του βλέμμα θα μας πιάσει ταχυπαλμία, η μυρωδιά του θα καλύπτει οτιδήποτε άλλο στο χώρο, ένα του τυχαίο (ή μη) άγγιγμα θα μας κάνει ν’ ανατριχιάσουμε απ’ τα μύχια της ψυχής μας κι ολούθε, για τα χείλη κάνουμε σκέψεις υγρές κι ο ψίθυρος στ’ αφτί μπορεί να γίνει αιτία οργασμού και να πάμε για πολλαπλούς στη συνέχεια.

Οι περισσότερες πρώτες φορές, όμως, ξεκινάνε χλιαρά, αφού ακόμη δε γνωρίζουμε τα γούστα και τις προτιμήσεις του συντρόφου μας. Η φυσιολογική εξέλιξη μιας τέτοιας εκκίνησης είναι ότι σε λίγο καιρό το σεξ θα απογειωθεί κι όσο πάει θα γίνεται και καλύτερο. Έχουμε πάρα πολλές πιθανότητες να βλέπουμε πυροτεχνήματα και να ερεθιζόμαστε μόνο με την ιδέα ότι σε λίγο θα βρεθούμε στο κρεβάτι (καλά, μην οριοθετούμε το χώρο, καταλαβαινόμαστε νομίζω) ακόμη κι αν οι πρώτες φορές ήταν έτσι κι έτσι.

Όταν, όμως, υπάρχει κακό κρεβάτι απ’ την αρχή, δεν υπάρχει ελπίδα να σωθεί η παρτίδα. Τι να πεις και τι να εξηγήσεις; Πόσα ν’ αναλύσεις και πόσες διευκρινίσεις να δοθούν; Θα μοιάζει σαν «παρακαλετό, ξινό γαμήσι» if you know what I mean. Οπότε η προσπάθεια να κάνουμε μέτριο το κακό, μόνο φθορά θα προκαλέσει κυρίως σε μας. Πώς να διδάξεις σε κάποιον να έχει ερωτική χημεία. Αυτό είναι έμφυτο, δεν το σπέρνουμε για να φυτρώσει. Ή το έχεις ή δεν το έχεις. Ή στο βγάζει ο άλλος ή δεν στο βγάζει, ας μη γελιόμαστε.

Ένα μέτριο κρεβάτι, λοιπόν, μπορεί να γίνει καλό, αλλά ένα κακό κρεβάτι, πολύ σπάνια θα γίνει μέτριο. Και καλό θα ήταν να μην ελπίζουμε και πολλά σ’ αυτήν την περίπτωση για να μην απογοητευόμαστε, αφού κανείς δεν είναι υπαίτιος για μια πιθανή τέτοια κατάληξη παρά μόνο η απουσία χημείας και μάλιστα ερωτικής.

Γιατί η ερωτική χημεία ζει σαν πρωτόνιο στο σώμα μας και ψάχνει το σωστό νετρόνιο στο σώμα κάποιου άλλου για να γίνει το μεγάλο big bang!

 

Συντάκτης: Σοφία Σοφιανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη