Οι προσδοκίες είναι σαν μια ρουλέτα με άπειρους συνδυασμούς αριθμών και χρωμάτων. Όσο γυρνάει η μπίλια εύχεσαι να είσαι εσύ ο νικητής. Κατά βάθος ξέρεις ότι οι πιθανότητες να κερδίσεις είναι μηδαμινές. Παρ’ όλα αυτά, στα λίγα δευτερόλεπτα πριν αποφασίσει η μπίλια πού θέλει να κάτσει, εσύ σκέφτεσαι ήδη τι θα έκανες αν όντως κέρδιζες. Η φαντασία χτυπάει κόκκινο, ακούς ακόμα και τα πλήθη να ζητωκραυγάζουν τ’ όνομά σου κι ονειρεύεσαι νησιά, αιώρες και κοκτέιλ με ομπρελίτσες μέσα σε ανανάδες. Βλέπεις πως το τυχερό νούμερο δεν είναι το δικό σου και προσγειώνεσαι απότομα στο έδαφος λες κι έχασες την πτήση για το νησί των ονείρων σου κι αποκλείστηκες στα βαρετά χιονισμένα ορεινά χωριά της πατρίδας σου.

Σου λένε να είσαι αισιόδοξος, να ελπίζεις, να ονειρεύεσαι. Να βάζεις στόχους, να επιθυμείς πράγματα, να ζητάς επιτυχία, δόξα κι αναγνώριση. Σου λένε να ανεβάζεις τον πήχη όλο και πιο ψηλά κι ότι ο ουρανός πρέπει να είναι το ταβάνι σου. Να μη σταματάς πουθενά, να θέλεις συνέχεια να πηγαίνεις ένα βήμα και πιο πάνω. Απεικονίζουν τα πάντα σαν μια σκάλα που για κάποιον λόγο πρέπει να ανέβεις σκαλί-σκαλί ακόμα κι αν φοβάσαι τα ύψη κι η θέα του τελευταίου σκαλιού μπορεί να σε σκοτώσει. Λένε πως οι ονειροπόλοι, οι αισιόδοξοι κι οι θετικοί άνθρωποι περνάνε καλύτερα. Γιατί είναι ξένοιαστοι και δεν τους νοιάζει τίποτα. Πόσο ισχύει αυτό;

Είσαι αισιόδοξος και πιστεύεις πως κάτι θα πάει καλύτερα απ’ όσο είναι πιθανό να πάει. Ελπίζεις πως θα μπεις και φέτος στο στενό σου τζιν ενώ ήδη από πέρσι κούμπωνε με το ζόρι. Εύχεσαι πως θα περάσεις κι άλλο μάθημα χωρίς διάβασμα, έχεις προσδοκίες για το καλύτερο ενώ βλέπεις πως τα ίδια τα πράγματα σε διαψεύδουν και κάνουν αδύνατο το βήμα για το επόμενο σκαλί. Μπορείς να συνεχίσεις έτσι και να απογοητεύεσαι σε κάθε γύρο από μια ηλίθια μπίλια που δε λέει ποτέ να κάτσει στο σωστό χρώμα; Γιατί επιμένεις να ελπίζεις λοιπόν σε παιχνίδια που είναι φτιαγμένα για να χάνεις; Μήπως μπορείς να γλιτώσεις μερικές απογοητεύσεις αν σταματήσεις να έχεις υπερβολικές προσδοκίες και να μειώσεις λίγο τη στάθμη της αισιοδοξίας;

Δε λέει κανείς να μην ελπίζεις ποτέ σε τίποτα και να μη βάζεις στόχους. Όταν τα κάνεις όλα αυτά όμως αυτόματα περιορίζεις τον εαυτό σου και βάζεις τα όνειρά σου σε καλούπια. Περιμένεις απ’ τους άλλους να είναι δίκαιοι απέναντί σου, να σε σέβονται, να σ’ εκτιμούν, να σ’ αγαπάνε κι ένα σωρό «να». Κι αν δε σου φερθεί κάποιος όπως περίμενες, απογοητεύεσαι λες και σου χρωστούσε παγωτό και δε στο πήρε. Πάντα ήξερες ότι υπήρχε βέβαια η πιθανότητα να σου φερθεί σκάρτα αλλά προτίμησες να την παραβλέψεις και να πας με το αισιόδοξο σενάριο. Διάλεξες να παίξεις ρουλέτα ποντάροντας την καρδούλα σου αυτή τη φορά ελπίζοντας να σ’ ακούσει μια τύχη που φοράει ακουστικά κι έχει τη μουσική στο τέρμα.

Φυσικά και δεν μπορείς να ζεις μια ζωή σκεπτόμενος πάντα το χειρότερο που μπορεί να συμβεί, γιατί ακόμα κι αν δε σε σκοτώσει το χειρότερο θα σε φάει σίγουρα το άγχος του. Φαντάσου όμως πώς θα ήταν τα πράγματα αν δεν είχες καθόλου προσδοκίες. Αν δεν είχες ελπίδες για τίποτα, αν δε σου έτρωγε τον αέρα κανένα ταβάνι, αν ήταν όλα μα όλα πιθανά; Χωρίς προσδοκίες θα μπορούσες να είσαι τελείως ελεύθερος από κάθε φόβο αποτυχίας και κάθε απογοήτευση. Όλη η ζωή θα ήταν μια περιπέτεια, ένα παιχνίδι με εκπλήξεις το οποίο πάντα θα είχε κάτι καινούριο να σου δώσει. Δε θα θρεφόσουν πλέον από κανέναν ψευτοενθουσιασμό βασισμένο στην ιδέα μιας πιθανής θετικής έκβασης, αλλά θα πατούσες γερά στο έδαφος απολαμβάνοντας τη θέα που έχεις δίπλα σου κι όχι πάνω από ‘σένα.

Το πρόβλημα με τις υπερβολικές προσδοκίες είναι πως αιωρούνται εκνευριστικά πάνω απ’ το κεφάλι μας και δε μας αφήνουν να ακούσουμε ούτε τις ίδιες μας τις σκέψεις. Και δεν είναι μόνο οι δικές μας προσδοκίες αυτές που κλέβουν όλη τη διασκέδαση απ’ το παιχνίδι. Υπάρχουν κι οι προσδοκίες των άλλων που μας θυμίζουν πως πρέπει να ανέβουμε στο επόμενο σκαλί. Τι πρόβλημα έχει δηλαδή αυτό που στεκόμαστε; Ποιος λέει ότι το επόμενο θα είναι καλύτερο και γιατί να τον ακούσουμε; Μήπως θα ήταν καλύτερα να μην περίμεναν οι άλλοι τίποτα από εμάς τελικά;

Το συμπέρασμα είναι πως όποιος μπλέκει πολλές προσδοκίες πάντα θ’ απογοητεύει και θ’ απογοητεύεται. Κι αυτό γιατί είναι εξαιρετικά απίθανο να τις φτάσει καθώς η θέση τους είναι υπερβολικά ψηλά. Κι αφενός είναι αδύνατο να επιβιώσουμε κοιτάζοντας συνέχεια πάνω κι αφετέρου όσο ψηλά κι αν είναι αυτές οι προσδοκίες πάντα θα μας περιορίζουν και θα μας κρύβουν την ομορφιά τ’ ουρανού αλλά και του κόσμου γύρω μας. Βάλτε φωτιά λοιπόν στις προσδοκίες, γιατί μουρμουράνε πολύ και δε μας αφήνουν να απολαύσουμε το παιχνίδι. Εξάλλου οι καλοί παίχτες δεν έχουν ανάγκη από ευχές κι ελπίδες.

Συντάκτης: Ελίνα Ανδρεάδου