Πιστός γυαλαμπούκας μια ζωή, δε θυμάσαι πλέον πώς είναι να ξυπνάς και να βλέπεις. Ανοίγεις τα μάτια το πρωί, το χέρι πάει μηχανικά στο κομοδίνο και πιάνει τα γυαλιά μυωπίας. Αυτά που φοράς στο σπίτι, όχι τα καλά. Τα καλά είναι μόνο για έξω. Κάπου στο λύκειο, έμαθες ότι ένας συμμαθητής έβαλε φακούς επαφής. Μέχρι τότε πίστευες πως έπρεπε να ενηλικιωθείς για να ζήσεις κι εσύ το όνειρο. Κι όμως, ίσως ο βάτραχος μπορούσε να μεταμορφωθεί σε πρίγκιπα λίγα χρόνια νωρίτερα.

Η μαμά το επέτρεψε, ο οφθαλμίατρος έγραψε τη συνταγή κι όλα πήγαιναν ρολόι μέχρι να ανοίξεις το κουτί με τους πρώτους σου φακούς επαφής. Αποφάσισες να το κάνεις μόνος σου. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι να βάλεις στο μάτι σου ένα τόσο δα κομματάκι υδρόφιλου υλικού; Τα ματάκια σου κοκκίνισαν, το ένα ζευγάρι φακών ήδη καταστράφηκε κι η υπομονή σου εξαντλήθηκε μέχρι να πάρεις την απόφαση να μαζέψεις όλα τα όπλα και να ζητήσεις τη βοήθεια ενός φίλου.

Τα επίπεδα του άγχους σου χτύπησαν κόκκινο και λίγο παραπέρα. Ο ενθουσιασμός σου δεν μπορούσε να εκφραστεί με ανθρώπινα λόγια. Ο πρώτος φακός πήρε θέση μάχης. Μετά από είκοσι λεπτά προσπάθειας μπήκε κι ο δεύτερος. Μουσικές έπαιζαν στο μπάνιο του φίλου, σερπαντίνες εκσφενδονίζονταν από την ντουζιέρα, οι γείτονες χειροκροτούσαν κι εσύ έβλεπες τα πάντα πεντακάθαρα. Το όνειρο μόλις είχε γίνει πραγματικότητα.

Μέχρι εδώ όλα ήταν πολύ καλά για να είναι αληθινά. Τα βάσανα ξεκίνησαν το ίδιο βράδυ. Προσπάθησες να βγάλεις τους φακούς. Αδύνατο. Τα μάτια σου ερεθίστηκαν, μπορούσες να μετρήσεις όλες τις μικρές τους φλεβίτσες και τα έτριψες σαν να μην υπάρχει αύριο. Σκέφτηκες πως το πρωί θα ήταν όλα καλύτερα. Έκρυψες τα γυαλιά κι ορκίστηκες πως δε θα τα ξαναφορέσεις ποτέ. Θα ξεκινούσες μια νέα ζωή.

Και το έκανες. Ξεκίνησες μια μεγάλη περιπέτεια πετώντας τα λεφτά σου σε ένα όνειρο με ημερομηνία λήξης, σε μισόλιτρα υγρά φακών επαφής, σε τεχνητά δάκρυα και κολλύρια, σε περισσότερους οφθαλμίατρους, τακτικούς πονοκεφάλους, μονίμως κόκκινα μάτια, χρόνιες επιπεφυκίτιδες και ξηροφθαλμίες για τις οποίες προφανώς δεν είχες συμφωνήσει όταν ξεκίνησε το όνειρο.

Πλέον δεν μπορείς να αποφασίσεις αυθόρμητα να ξενοκοιμηθείς γιατί πρέπει να προνοήσεις και να κουβαλήσεις μαζί σου όλο το οφθαλμολογικό κιτ. Διαφορετικά το πρωί δε θα μπορείς να βρεις ούτε κατά πού πέφτει η εξώπορτα. Αν τολμήσεις και κοιμηθείς με τους φακούς, όταν ξυπνήσεις θα εύχεσαι να μπορούσες να ξεριζώσεις τα ίδια σου τα μάτια μαζί με τον αμφιβληστροειδή, το οπτικό νεύρο κι ό,τι άλλο υπάρχει εκεί μέσα. Και μετά να βγάλεις και τις βλεφαρίδες σου τρίχα-τρίχα.

Σε ενοχλεί ο καπνός στα κλαμπ, σε ενοχλεί η σκόνη, πρέπει να πλένεις τα χέρια σου συνέχεια, να μην πιάνεις τα μάτια σου με βρώμικα χέρια –γιατί είναι πάντα βρώμικα όσο κι αν τα πλένεις. Πρέπει να πηγαίνεις τακτικά στο γιατρό και να μετράς τη μυωπία σου ή ό,τι άλλο έχεις, να μην ξεχνάς να αλλάζεις ζευγάρι φακών όταν λήξουν, να έχεις πάντα ένα επιπλέον υγρό στα ντουλάπια αλλά να μην το βάζεις στο μπάνιο, γιατί η υγρασία δεν του κάνει καλό. Επίσης, να έχεις θήκες για τους φακούς. Πάντα και παντού. Σε κάθε τσέπη και μια θήκη. Κι ένα υγρό. Κι ένα ακόμα ζευγάρι φακών, γιατί ποτέ δεν ξέρεις. Κι ένα ζευγάρι γυαλιά γιατί επίσης ποτέ δεν ξέρεις.

Το χειρότερο όλων είναι πως δεν έζησες ποτέ το όνειρο. Δεν πέταξες ποτέ τα γυαλιά. Αναγκάζεσαι να τα βάζεις κι αυτά έστω το βράδυ, στο σπίτι, γιατί και τους φακούς δεν κάνει να τους φοράς όλη μέρα. Επίσης, κάθε φορά που βγάζεις τους φακούς σε πιάνει υπνηλία, λες κι έσκαβαν τα μάτια σου όλη μέρα. Το πρωί σε ενοχλεί το φως και πάντα θέλεις κι άλλο ύπνο. Έτσι, φαίνεσαι πάντα ο τεμπέλης που όλο θέλει να κοιμάται κι αν ανοίξει κάποιος τις κουρτίνες πριν ξυπνήσεις εσύ, θα δεις ποιος είναι ακόμα και χωρίς φακούς, θα τον βρεις και θα τον σκοτώσεις.

Μετά από μερικά χρησιμοποιημένα ζευγάρια φακών επαφής και μπόλικα άδεια υγρά φακών επαφής, θα καταλάβεις πως το όνειρο δεν ήταν ποτέ να βάλεις φακούς. Το όνειρο ήταν να μπορείς να βλέπεις χωρίς βοηθήματα. Κι έτσι, το σχέδιο αλλάζει και γυρνάς στα όμορφα γυαλάκια σου, μαζεύοντας τα λεφτά που θα ξόδευες κανονικά σε φακούς για να κάνεις μια εγχείριση λέιζερ, την οποία φοβάσαι περισσότερο κι από το να σου ξεκολλήσουν τα μάτια από την υπερβολική χρήση των φακών επαφής.

Ευτυχώς που τα γυαλιά μυωπίας έχουν γίνει πια μόδα και μπορείς να αφήσεις τα ματάκια σου να πάρουν αέρα επιτέλους. Μπορεί να μη νιώθεις ότι θα κατακτήσεις τον κόσμο με τα πατομπούκαλά σου, αφού οι φακοί ήταν για ‘σένα ο αόρατος μανδύας που σε γέμιζε αυτοπεποίθηση. Μπορεί να νιώθεις ασχημόπαπο κάθε φορά που φοράς γυαλιά, αλλά ποιος σου είπε πως οι κύκνοι δεν έχουν δικαίωμα σε μια οφθαλμολογική πάθηση; Εννοείται πως υπάρχουν και τυφλοί κύκνοι. Κοίτα στον καθρέφτη σου αν δε με πιστεύεις. Ή απλώς ρώτα τη μαμά σου.

Συντάκτης: Ελίνα Ανδρεάδου