Από μικρή θυμάμαι τη μαμά μου να μου λέει «ποιος θα σε παντρευτεί εσένα έτσι που είσαι;». Από μικρή που λες μου άρεσε να μπαίνω στο σπίτι και να πετάω τα ρούχα μου στον καναπέ, στο πάτωμα και γενικώς δεξιά κι αριστερά. Δεν είχα ούτε υπομονή, ούτε όρεξη να κάτσω να τα διπλώσω και ποσό μάλλον να φτιάξω και τη ντουλάπα. «Αφού έχω εσένα, βρε μαμά, να μου τα φτιάχνεις γιατί να τα κάνω εγώ;» απαντούσα εγώ και τη διαβεβαίωνα πως δεν είμαι εγώ για παντρειά και νοικοκυριά.

Δεν την κάλυπτε καθόλου η απάντησή μου κι άρχιζε το μονόλογο της απεγνωσμένης μάνας, ξέρετε τώρα, δε θα είμαι πάντα εγώ εκεί να σου σφουγγαρίζω και να σου κάνω τη δούλα κι όλα αυτά που συνεπάγονται.

Η αλήθεια είναι πως μεγαλώνοντας κι όντας πνεύμα ελεύθερο όταν έφυγα απ’ το σπίτι κι αποφάσισα πως θα τα καταφέρω και μόνη μου δε με συγκίνησε να μάθω να μαγειρεύω, ούτε να αρχίζω να μπαίνω σε μια διαδικασία να συμμαζεύω το σπίτι. Και συνεχίζω ακόμη και τώρα μετά από άπειρους τσακωμούς με τη μανούλα.

Εγώ μυαλό δε βάζω, το σπίτι συνεχίζει να μοιάζει με βομβαρδισμένο τοπίο παρά σπίτι που κάποιος ζει εκεί μέσα. Μα βρε παιδιά, τόσο κακό είναι πια; Δεν είμαστε όλες για σπίτι και κουζίνες. Την τελευταία φορά που είπα να προσπαθήσω να βγάλω από μέσα μου τη χαρωπή νοικοκυρούλα παραλίγο να καλέσουν πυροσβεστική, γιατί ξεχάστηκα και διάβαζα pillowfights στον υπολογιστή.

Κάτσε, δηλαδή, pillow είναι αυτό κανένας σεβασμός κι αυτή η κατσαρόλα; Επειδή ένας εμφανίστηκε κι είπε «τα μακαρόνια θέλουν 10 λεπτά βράσιμο», εμείς πρέπει να είμαστε απίκο; Να μη διαβάσουμε λίγο; Άπαπα αυτά εμένα με αγχώνουν, δεν είμαι γι’ αυτά εγώ!

Έπειτα το άλλο εκνευριστικό ως το κόκκαλο είναι το σίδερο. Δηλαδή πρέπει να σιδερώνω με άλλο τρόπο τα μακό, με άλλο τα πουκάμισα και διαφορετικά τα πιο επίσημα ρούχα; Έλα τώρα παραδεχτείτε το, δεν είναι αυτό βασανιστήριο; Γιατί να παιδεύομαι για να βάλω ενα ρούχο πάνω μου;

Καλύτερα να μη βάλω τίποτα -μαμά, πλάκα κάνω μην πάθεις εγκεφαλικό-, αλλά γιατί να μην τα πάω στο καθαριστήριο που θα μοσχοβολάνε και θα είναι κι έτοιμα, σιδερωμένα; Να γίνουν κλέφτες οι άνθρωποι; Λίγο συμπόνια και σ’ αυτο το επάγγελμα δηλαδή!

Πιστεύω ότι εμείς τα ανοικοκύρευτα κορίτσια είμαστε μια κατηγορία που μας έχουν στο κράξιμο γονείς και φίλοι και δυσκολεύομαι πολύ να καταλάβω γιατί. Δείτε το αλλιώς, εμείς πληρώνουμε καθαρίστρια γιατί δε μας αρέσει η βρομιά, ντελίβερι για να βάζουμε και κάτι στο στομαχάκι μας, αλλά και καθαριστήριο για να μην κουράζουμε τη μανούλα!

Δίνουμε ένα κομμάτι ψωμί που έλεγε κι η γιαγιά μου και βοηθάμε το συνάνθρωπο. Εσείς που τα κάνετε όλα μόνες σας, μπράβο σας και συγχαρητήρια, αλλά δεν είμαστε όλες έτσι. Πώς να το κάνουμε δηλαδή; Εσείς έχετε την ικανοποίηση της κοπέλας για σπίτι κι εμείς την ικανοποίηση ότι προσφέρουμε κάτι στα μαγαζιά της γειτονιάς. Γιατί να δεχόμαστε τέτοιο χλευασμό; Καλά παιδιά είμαστε κι εμείς μωρέ.

Υ.Γ. Μαμάκα, εγώ δεν παντρεύομαι, θα μείνω μόνη μου να σε νευριάζω με την ακαταστασία μου! Σ’ αγαπάω κι ας σε πιάνει εγκεφαλικό κάθε φορά που μπαίνεις σπίτι.

 

Επιμέλεια κειμένου Ευγενίας Ζουμπεράκη: Νάννου Αναστασία.

Συντάκτης: Ευγενία Ζουμπεράκη