Ένα τραγούδι μας έφερε κοντά. Θυμάσαι; Σαββατόβραδο, είχα βγει για να μη μείνω μέσα και αναγκαστώ να έρθω αντιμέτωπη με τον εαυτό μου. Με την ίδια παρέα, στο ίδιο μπαράκι, με το ίδιο ποτό στο χέρι. Τα σκηνικά γνωστά. Σκόρπιες κουβέντες, κλεφτές ματιές εξ αποστάσεως με τους θαμώνες και στο τέλος ο καθένας να καταλήγει να αναδιπλώνεται στον εαυτό του με το κινητό στο χέρι. Συναισθήματα ουδέτερα, σχεδόν καταχωνιασμένα στη ντουλάπα της ρουτίνας. Δήλωνα πως ήμουν καλά στη ζωή μου. Δεν ήξερα πως έχει κι άλλο.

“Summertime sadness” ακούστηκε η μελαγχολικά ερωτική φωνή της Lana Del Ray. Με παρέσυραν οι στίχοι και ασυναίσθητα άρχισα να λικνίζομαι απαλά. Το βλέμμα μου χάθηκε μέσα στο ποτήρι που κρατούσα, τα δάχτυλά μου χάιδευαν τα μισολιωμένα παγάκια. Ήρθες δίπλα μου σαν ατίθασο αεράκι. Στάθηκες και με περιεργάστηκες. «Σου πάει η καλοκαιρινή θλίψη», μου είπες. «Φωτίζει τα μάτια σου». Έχεις θράσος, σκέφτηκα. Που τόλμησες να δεις τόσο βαθιά τα ανομολόγητά μου. Ακόμα θυμάμαι το άρωμά σου που παραβίασε τις αισθήσεις μου. Δεν ήξερα αν είχα μεθύσει από το αλκοόλ ή από τη μυρωδιά σου.

Από τότε ντύσαμε όλες μας τις στιγμές με τραγούδια. Το πρώτο μας φιλί, τις εκδρομές μας, τα ξενύχτια μας, τους τσακωμούς μας, τα παθιασμένα βράδια. Γέμισες τη ζωή μου μουσικές. Μου έφτιαξες αναμνήσεις. Μάγεψες την καθημερινότητά μου. Η καθημερινή διαδρομή για να σε βρω μετατράπηκε σε ταξίδι προσμονής. Η αγκαλιά σου βαπτίστηκε καταφύγιο. Και το φιλί σου περίπατος στους κήπους της Εδέμ. Δε γνώριζα όμως πως η μουσική κάβα της σχέσης μας είχε όριο. Ο χωρισμός ήταν το φινάλε που έστειλε τη σχέση μας στη χώρα του ανεκπλήρωτου.

«Μες στα χειμωνιάτικα τα μπαρ, ο χειμώνας μπαίνει στην ψυχή σου…» ακούγεται σαν ειρωνεία από τα ηχεία. Η απουσία σου σαν σκληρό χειμωνιάτικο αεράκι, από αυτά που σε χτυπούν στο πρόσωπο και σε ξυπνούν από το λήθαργο. Δεν είσαι εδώ να με προστατεύσεις από εσένα. Αναπολώ όσα δεν προλάβαμε να ζήσουμε. Ξέρεις πως περισσότερο πονούν αυτά που φαντάστηκα; Οι μελωδίες που δε χαρίστηκαν σε μας; Εγώ, ανυποψίαστο παιδί στον έρωτα, αφέθηκα να προσδοκώ. Τώρα πια ξέρω, οι προσδοκίες προκαλούν απογοήτευση. Αλλά τα όρια δεν είναι για μένα. Δεν πιστεύω στο «να κρατάς κάτι για τον εαυτό σου». Τα συναισθήματα δε δίνονται με το μέτρο. ‘Η όλα ή τίποτα. Ή μαζί ή μόνοι.

Άραγε με βλέπεις κι εσύ στην άδεια καρέκλα όταν πίνεις τον καφέ σου; Θέλεις κι εσύ να πεις την πρώτη καλημέρα και την τελευταία καληνύχτα; Σε διαβάζω στους τοίχους στα κακογραμμένα γκράφιτι και στα σκαλισμένα «σ΄αγαπώ» στα παγκάκια. Σε βλέπω σε κάθε ζευγαράκι που αποχαιρετίζεται στις αποβάθρες του μετρό. Σε κάθε βιτρίνα που πουλάει τα εσώρουχα που θα ταίριαζαν ακριβώς στο δικό σου κορμί. Και σε κάθε αστείο που δεν ειπώθηκε από τα δικά σου χείλη.

Αν το μετάνιωσα; Όχι. Μετάνιωσα μόνο που σου επέτρεψα να κρύβεσαι στα τραγούδια. Οι στίχοι έπαψαν να είναι αθώοι και βρίσκουν τον τρόπο να σε θυμίζουν. Θυμώνω που σε άφησα να κατακτήσεις τις νότες. Τις στοίχειωσες και τώρα πια δεν τολμώ να ακούσω μουσική. Είσαι η βασανιστική μελωδία μου.

Συντάκτης: Μαρία Πατσιλίβα
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή