«Μέθυσα και δεν ήξερα τι έλεγα/τι έκανα», «Ήταν λόγια του ποτού», «Ε, ήμουν μεθυσμένος, δεν το εννοούσα», «Δε θυμάμαι τίποτα, πότε έγινε αυτό; Έχω κενό μνήμης!», «Ζαλιζόμουν, ανακάτεψα τα ποτά, ήταν μπόμπες» κι άλλα πολλά αντίστοιχα είναι φράσεις που κάποια στιγμή ίσως να είπες κι εσύ για να δικαιολογήσεις τον εαυτό σου για κάτι που έκανες όσο ήσουν πιωμένος.

Ωραίες αυτές οι φράσεις, κι άμα το ‘χεις με το λέγειν, έχεις ελπίδες να σε πιστέψει κάποιος ίσως ευκολόπιστος, αν δεν έχει μεθύσει ποτέ στη ζωή του. Το θέμα είναι, πιστεύεις όντως ότι το ποτό μπορεί να σου δώσει άλλοθι για κάποιες σου πράξεις ή είναι μια βολική μετατόπιση ευθύνης στην ερώτηση «Γιατί το έκανες αυτό;»;

Το αλκοόλ δεν το ‘χεις στα αλήθεια ανάγκη, ούτε για να διασκεδάσεις ούτε για να απελευθερωθείς. Πιστεύεις ότι το χρειάζεσαι, κάτι σαν placebo. Θα μπορούσες να πεις ότι είναι μια εξάρτηση σε ακραίες περιπτώσεις, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια συνήθεια της μάζας που εσύ απλά ακολουθείς. Νιώθεις ότι σε ανεβάζει στην αρχή, αλλά αυτό που όντως κάνει είναι να ‘χει ανασταλτική δράση στις παρορμήσεις σου και να μεγεθύνει ανάγκες και συναισθήματα. Εξού και το ότι πίσω απ’ το ποτό κρύβεται πάντα μια δόση αλήθειας.

Είσαι σε ένα μεζεδοπωλείο –ή σε ένα κλαμπ, στο σπίτι, σε ένα μπαράκι, το πού δεν έχει και τόση σημασία– και το ένα ποτό διαδέχεται το άλλο. Νιώθεις το σώμα σου να χαλαρώνει σιγά-σιγά, και κάπου εκεί χάνονται οι σκέψεις σου. Δεν υπάρχουν πλέον αντιστάσεις και το να παρασυρθείς σε οτιδήποτε είναι πιο εύκολο από ποτέ. Η ελευθερία που αισθάνεσαι δε σου αφήνει περιθώρια για αναστολές και ντροπές.

Και πιάνεις το κινητό και στέλνεις εκείνο το μήνυμα στο πρόσωπο που σκεφτόσουν όλη μέρα. Τσακώνεσαι με τους φίλους σου που σε έγραψαν το πρωί. Φλερτάρεις με τον πρώην έρωτα ενός φίλου. Λες σε κάποιον μια αλήθεια που είναι σκληρή. Χορεύεις στα τραπέζια σαν τρελός. Κάνεις one night stand με τον τύπο που συναντάς πρώτη φορά στο μπαρ.

Όλα αυτά είναι παραδείγματα πράξεων που νηφάλιος μπορεί και να μην έκανες, αλλά ήθελες κατά βάθος να κάνεις. Προφανώς κι ήθελες να στείλεις εκείνο το μήνυμα. Σίγουρα είχες εκνευριστεί με τους φίλους σου. Ξεκάθαρα σου άρεσε το πρώην αμόρε εκείνου του φίλου σου. Ναι, σε έτρωγε αυτή η αλήθεια. Ναι, ήθελες να χορέψεις πάνω στο τραπέζι. Φυσικά και γούσταρες να πας με εκείνον τον τύπο, δε σε ανάγκασε κανείς.

Με το αλκοόλ, η λογική κάπου χάνεται, μαζί με τους φραγμούς. Συναισθήματα και λόγια που καταπίεζες ίσως καιρό και κρύβονται μέσα σου, φυλακισμένα στα ανείπωτα, βγαίνουν στην επιφάνεια -τα λεγόμενα «απωθημένα». Είχες στο μυαλό σου όλα αυτά τα πράγματα που ήθελες να κάνεις, αλλά πολλές φορές δεν το παραδεχόσουν ούτε στον ίδιο σου τον εαυτό. Το αλκοόλ σου βγάζει φαινομενικά ένα άλλο εγώ, που όμως δεν απέχει απ’ το πραγματικό. Τα μεθυσμένα λόγια είναι συνήθως και τα πιο αληθινά, γιατί είναι αφιλτράριστα.

Πέρα από όλα αυτά, υπάρχουν και πιο ακραίες αντιδράσεις που προκαλούνται απ’ το αλκοόλ. Ένα ατύχημα οποιουδήποτε είδους, λογικά είναι κάτι που δεν ήθελες να συμβεί, αλλά συνέβη. Μην ψάχνεις για κάλυψη, δεν είσαι πια παιδί, μεγάλωσες. Έχεις και πρέπει να έχεις τον έλεγχο του εαυτού σου. Η ευθύνη, επομένως, είναι αποκλειστικά δική σου. Δε σε ανάγκασε κανείς ούτε να πιεις, ούτε να οδηγήσεις, ούτε να φτάσεις τέλος πάντων στην κατάσταση αυτή.

Κι αν βρεις κάτι που να το δικαιολογεί το αλκοόλ, πες το μου κι εμένα. Γιατί, στην πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα πέρα από μια φτηνή πρόφαση που δεν πείθει κανένα.

Και το ξέρεις κι εσύ.

 

Συντάκτης: Κορίνα Γιούρου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη