Χειμώνας, καλοκαίρι, άνοιξη, φθινόπωρο. Οι τέσσερις εποχές. Βροχή, θάλασσα, λουλούδια, φύλλα που πέφτουν. Τα στοιχεία αυτών των εποχών. Είναι μαγικό πώς η μια διαδέχεται την άλλη στο πέρασμα του χρόνου. Πώς ενσωματωνόμαστε κάθε φορά στην κάθε εποχή και μεταμορφωνόμαστε ανάλογα με το τι αυτή διαθέτει.

Οι εποχές συνέχεια κάνουν τον ίδιο κύκλο. Όταν τελειώνει η μία, ξεκινάει η άλλη. Κι ο κύκλος επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά. Οι άνθρωποι βρίσκονται μέσα στον κύκλο προσπαθώντας να φτιάξουν τον κόσμο τους όσο πιο όμορφο και γεμάτο γίνεται. Σε ποια εποχή, άραγε, καταφέρνουν τα περισσότερα και σε ποια οι προσπάθειές τους δεν είναι και τόσο δυνατές;

Δεν έχει σημασία. Γιατί όπου κι αν βρίσκονται πάντα κάτι τους λείπει. Όλοι μένουμε ανικανοποίητοι όταν δεν έχουμε αυτά που θέλουμε. Ο άνθρωπος είναι το πιο παράξενο ον. Θέλει αυτά που δεν έχει κι απαξιεί γι’ αυτά που έχει. Τι συμβαίνει τέλος πάντων; Τι συμβαίνει, Θεέ, αν υπάρχεις, μας βλέπεις και μας ακούς;

Απάντηση μπορεί να μην υπάρχει. Μπορεί, όμως, να υπάρχει μια φαντασίωση, την οποία αν σχεδιάζουμε πού και πού στο μυαλό μας πολλά πράγματα έχουν την προοπτική να αλλάξουν.

Μήπως στις τέσσερις εποχές χρειάζεται να προσθέσουμε μια πέμπτη; Μήπως τελικά αυτή είναι το κομμάτι που θα ολοκληρώσει το παζλ; Μήπως η έλλειψη μιας εποχής φταίει που δε μας αρκεί τίποτα και ζητάμε πάντα τα πολλά;

Για φαντάσου λίγο. Να ζούσες μια εποχή, που ο κάθε άνθρωπος έχει συναισθήματα και τα εκδηλώνει. Μια εποχή που ο διάλογος είναι ουσιαστικός κι οι πολλές γλώσσες σταματούν τη φλύαρη ρητορεία. Μια εποχή που σημασία έχουν τα λουλούδια, η μουσική, ο ήλιος και τα χρώματα. Κι όχι ένα ακριβό ρολόι, ένα ακριβό αμάξι ή ένα εξοχικό στη Μύκονο.

Μια εποχή που οι άνθρωποι διασκεδάζουν. Όχι με ένα ποτό στο χέρι και στημένοι γύρω από ένα τραπέζι, αλλά μέσα σε ένα μικρό, ζεστό χώρο με αυθεντική και γνήσια μουσική. Με χορούς αληθινούς που βγαίνουν μέσα απ’ την ψυχή τους.

Να ζούσαμε, λέει, σε μια εποχή ή μάλλον να βιώναμε και την εποχή του χρόνου που η γνώμη μας δεν είναι κατακριτέα ή λάθος, αλλά απλά μια άποψη. Μια εποχή που η αγάπη δεν είναι ντροπή κι η φράση «σ’ αγαπάω» λέγεται σπάνια κι εκεί που πρέπει να ειπωθεί. Μια εποχή που δε θα λέμε πως μας λείπει κάτι, αφού όταν μας λείπει κάτι σημαίνει πως δεν το έχουμε. Κι όταν δεν το έχουμε συνεπάγεται πως δεν είναι για μας. Δεν ανήκει σε εμάς.

Φαντάσου, λέει, μετά το καλοκαίρι και λίγο πριν το φθινόπωρο να επικρατούσαν τρεις μήνες, μέσα στους οποίους τα χαμόγελα θα ήταν περισσότερα απ’ τα δάκρυα κι η εμπιστοσύνη θα ήταν κάτι δεδομένο. Η προδοσία θα γινόταν μόνο σε ξεχωριστές περιπτώσεις, για να αποδεικνύει πως η στεναχώρια χρειάζεται προκειμένου να νιώσουμε τη χαρά. Έτσι, για να αισθανόμαστε το αλατοπίπερο της ζωής, που λένε.

Αλήθεια, δημιούργησε την εικόνα αυτής της εποχής στο μυαλό σου. Αφιέρωσε τα επόμενα πέντε λεπτά της ημέρας σου στο να φανταστείς μια περίοδο του χρόνου που το κλασικό και το ποιοτικό δε θα θεωρείται ξενέρωτο και τα υλικά και ποσοτικά θα είναι δευτερεύοντα.

Λίγες μόνο ημέρες της ζωής μας σε μια εποχή που ένα πικάπ θα υπάρχει στη γωνία κάθε σπιτιού και θα γυρνάμε έστω και μια σελίδα κάποιου βιβλίου. Μια εποχή που δε θα φοβάσαι να βγεις έξω απ’ το σπίτι σου μετά τις εφτά, επειδή κάποιος έχει όρεξη να σκοτώσει, να κλέψει, να σε σημαδέψει.

Μια ακόμη εποχή που τα παιδιά θα έρχονται στη ζωή χωρίς φόβο, που θα θαυμάζουμε τον άλλον για ό,τι πραγματικά είναι και για ό,τι κουβαλάει στο μυαλό του. Μια εποχή που ένα ποτήρι κρασί θα μας είναι αρκετό, για να φτιάξουμε το βράδυ μας.

Μια εποχή που τα λόγια θα έχουν μπέσα, τα χέρια θα δένονται μεταξύ τους και δε θα αφήνονται με την πρώτη δυσκολία. Μια εποχή που ο έρωτας δε θα περιφρονείται και δε θα θεωρείται ανύπαρκτος. Σε εκείνο το διάστημα που το πάθος δε θα σβήνει κι η ψυχή θα τοποθετείται με θράσος στα σώματα των ανθρώπων.

Να ζούσαμε λιγάκι αυτή την εποχή. Να είχε κι αυτή θέση δίπλα στις υπόλοιπες και να παρουσίαζε κι αυτή τα δικά της στοιχεία μέσα στον κύκλο. Δυστυχώς, δεν υπάρχει πουθενά. Μόνο στα ροζ σύννεφα κάποιων ανθρώπων. Κι επειδή αυτοί είναι οι μόνοι που την πιστεύουν, δεν μπορούμε να τη δούμε.

Μακάρι να πιστεύαμε όλοι σε αυτή την εποχή. Να προσπαθούσαμε να της δώσουμε υπόσταση, άσχετα αν δε σχεδιάστηκε από κάποια φύση ή από κάποιο Θεό. Γιατί κάποιος μας έδωσε την ευκαιρία να τη φτιάξουμε εμείς. Οι άνθρωποι, τα πιο δυνατά όντα στον πλανήτη.

Ξεκίνα. Ό,τι πιστεύεις, γίνεται. Άνοιξε μια θέση σε μια τέτοια εποχή. Θα είναι το μεγαλύτερο κατόρθωμά σου. Κι αν δε τα καταφέρεις εξαιτίας τρίτων, ζήσε τη μόνος σου, στο μυαλό σου, στον ύπνο σου, όπου εσύ θέλεις. Και κάποια στιγμή, ίσως, οι άνθρωποι να συναντηθούν πραγματικά.

Συντάκτης: Χρύσα Μπόικου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη