

Η Αλίκη ανήκε σ΄εκείνη την κατηγορία ανθρώπων που θεωρούσε ότι είχε τα πάντα στη ζωή της υπό έλεγχο. Είχε προγραμματίσει μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια στην πορεία της και λειτουργούσε σε μεγάλο βαθμό βάσει ενός προσεκτικά μελετημένου σχεδίου. Σπούδασε αρχιτεκτονική, άνοιξε το δικό της γραφείο, γνώρισε τον άντρα των ονείρων της, τον Στέφανο, σε μια τυχαία εκδήλωση, και δημιούργησαν τη δική τους οικογένεια με τρία παιδιά. Από μικρή, επαναλάμβανε με πρωτοφανή επιμονή ότι μεγαλώνοντας δε θα γινόταν καθόλου όπως τους γονείς της. Θα γινόταν το αντίθετο. Οι γονείς της μετρημένοι άνθρωποι, εκείνη εξωστρεφής, οι γονείς της πρόσεχαν τα έξοδά τους, η Αλίκη φλέρταρε με τον χαρακτηρισμό σπάταλη, οι γονείς της έκαναν ένα ταξίδι τον χρόνο, εκείνη όποτε έβρισκε ευκαιρία, οι γονείς της ήταν σχετικά αυστηροί, εκείνη θα ανέθρεφε τα παιδιά της με διάλογο και χωρίς φωνές.
Την πρώτη φορά που φώναξε στον μεγάλο της γιο, χρησιμοποίησε άθελά της μια φράση βαθιά ριζωμένη (και ξεχασμένη όπως νόμιζε) στο υποσυνείδητό της, κάτι που έμοιαζε με το «εγώ δεν είμαι για να καθαρίζω το σπίτι, να το κάνετε μόνοι σας» και τα συναφή. Είπε ξανά τέτοιες και παρόμοιες φράσεις, και προϊόντος του χρόνου συχνότερα και πυκνότερα, όταν της το επισήμανε ο άντρας της. Η διαπίστωση ότι μιλούσε, αντιδρούσε και συμπεριφερόταν όπως τη μητέρα της τη σόκαρε. Όχι διότι έτρεφε αρνητικά αισθήματα προς το πρόσωπό της αλλά διότι ορκιζόταν κάτι τέτοιο δε θα γινόταν ποτέ. Και πάγωσε.
Αν αναγνώρισες τον εαυτό σου στην πιο πάνω ιστορία, είτε είσαι η Αλίκη είτε ο Στέφανος, μην πανικοβληθείς και μην τρομάξεις. Το ερώτημα κατά πόσο μεγαλώνοντας μοιάζουμε περισσότερο στους γονείς μας εγείρεται από μια ηλικία και μετά και εάν η σχέση μας με αυτούς δεν ήταν τοξική ή κακοποιητική, δεν πρέπει να μας ανησυχεί.
Ο Στέφανος την πήρε αγκαλιά και προσπάθησε να διασκεδάσει τον πανικό της. Ναι, με την πάροδο των χρόνων τείνουμε να μοιάζουμε στους γονείς μας. Εκτός από την εξωτερική εμφάνιση, σε συμπεριφορά και αντιλήψεις, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο. Καταγράφονται στη μνήμη μας αντιδράσεις, στάσεις ζωής, ακόμα και τρόπος ομιλίας μεγαλώνοντας και ανασύρονται με το κατάλληλο ερέθισμα σε ανύποπτο χρόνο.
Τής εξήγησε ότι οι γονείς μας είναι το πιο ισχυρό παράδειγμα για τον χαρακτήρα μας από τη στιγμή που ερχόμαστε στον κόσμο. Οι πρώτες μας εμπειρίες και ο τρόπος με τον οποίο μεγαλώνουμε καθορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τη μετέπειτα πορεία μας, την κοσμοθεωρία και το αξιακό μας σύστημα. Επηρεάζουν τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο και το πώς λειτουργούμε μέσα σ’ αυτόν.
Είναι μια λειτουργία σχεδόν αντανακλαστική. Μιμούμαστε όσα βλέπουμε και ακούμε, σε όλους τους τομείς. Εάν ο γονιός εκδηλώνει έντονα τα συναισθήματα και τις σκέψεις του, το πιο πιθανό είναι ότι το παιδί θα γίνει εκδηλωτικό και ομιλητικό. Εάν ο γονιός είναι ευέξαπτος και οξύθυμος, οι πιθανότητες το παιδί να είναι νευρικό είναι πολλές. Εάν ο γονιός λύνει τις διαφορές του με συγκρούσεις ή διάλογο, κάτι παρόμοιο θα κάνει και το παιδί στην ενήλικη ζωή του. Ταυτιζόμαστε με αυτό που θεωρούμε ως φυσιολογικό και αναμενόμενο, αφού οι πρώτες εικόνες μας από τον κόσμο έχουν ως σημείο αναφοράς το γονεϊκό πρότυπο.
Η Αλίκη έμεινε να τον κοιτάζει σκεφτική. Εκείνος θεώρησε ότι τού έδινε το πράσινο φως για να συνεχίσει. Και το έκανε. Δεν επηρεαζόμαστε μόνο στη συμπεριφορά αλλά και στις αντιλήψεις που κουβαλούμε, τής είπε. Εάν οι γονείς δίνουν έμφαση στην ειλικρίνεια, την ακεραιότητα και τον σεβασμό, το παιδί θα μάθει ότι με αυτές τις αξίες πρέπει να πορευθεί στη ζωή του. Εάν οι γονείς είναι οκνηροί, αγχώδεις ή φυγόπονοι, το παιδί πιθανότατα να υιοθετήσει παρόμοια συμπεριφορά διότι το βίωμα είναι επαναλαμβανόμενο και σταθερό. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για φοβίες ή προκαταλήψεις.
Τότε μόνο η Αλίκη έκανε την ερώτηση που τη βασάνιζε τόση ώρα. Και γιατί αυτό είναι πιο ορατό όταν εμείς μεγαλώνουμε; Ο Στέφανος χαμογέλασε, ήταν σίγουρος ότι θα τον ρωτούσε κάτι τέτοιο. Αυτό ισχύει αρχικά διότι όσο περνούν τα χρόνια, και λόγω κόπωσης, δεν έχουμε τις αντοχές να διαφοροποιηθούμε και επιστρέφουμε σε οικείες και γνώριμες συνταγές, σ’ αυτές που έχουμε μάθει και είμαστε εξοικειωμένοι. Είναι σαν το comfort zone μας, το δίχτυ προστασίας μας, εκείνο στο οποίο γυρνάμε κυρίως ασυνείδητα. Μιλούσε αργά και ήρεμα. Και συνέχισε στον ίδιο τόνο. Επίσης, ωριμάζουμε και είμαστε σε θέση να καταλάβουμε και να κατανοήσουμε με μεγαλύτερη ευκολία χαρακτηριστικά των γονιών μας που προηγουμένως απορρίπταμε. Εκτιμούμε πλέον τα καλά τους στοιχεία, ζυγίζουμε όσα μάς έχουν προσφέρει και δεν προσπαθούμε να «είμαστε κάτι άλλο».
Ο κυριότερος, όμως, λόγος είναι το ότι στην ηλικία που είμαστε θεωρητικά έχουμε περάσει από κάποιες καταστάσεις, σίγουρα δύσκολες, που μάς έχουν ωριμάσει σε μεγάλο βαθμό. Αντιλαμβανόμαστε ότι ίσως οι γονείς μας στο παρελθόν υπέπεσαν σε σφάλματα όχι επειδή δε μας αγαπούσαν αλλά διότι έτσι ήξεραν να δείχνουν την αγάπη τους. Αυτό τον τρόπο ήξεραν. Και συνειδητοποιούμε ότι κι εμείς κάνουμε λάθη παρόλο που αγαπούμε τα παιδιά μας, κι εμείς κάποιες φορές εκφράζουμε τα συναισθήματά μας όχι όπως θα θέλαμε.
Η Αλίκη τότε, αναρωτήθηκε αν διαφέρουμε από τους γονείς μας και σε ποιους τομείς. Βεβαίως, της εξήγησε ο Στέφανος. Είμαστε αυτό που είμαστε επειδή δεχτήκαμε επιρροές και από άλλους ανθρώπους. Τους φίλους, τις σχέσεις μας, τους συναδέλφους μας αλλά και τα ταξίδια, τις σπουδές και τις επιλογές που κάναμε. Συνειδητοποιήσαμε τι θέλουμε να κρατήσουμε από αυτούς και τι όχι, τι μας δυσκολεύει, τι μας ευχαριστεί και τι μας ταιριάζει.
Η Αλίκη επεξεργάστηκε όσα άκουσε και χαμογέλασε αχνά. Έκανε το πρώτο βήμα. Αναγνώρισε ότι ακολουθεί κάποιες συμπεριφορές της μητέρας της, κάποιες συνήθειες του πατέρα της και κάποιες είναι εντελώς δικές της. Οι γονείς της τής έδωσαν ένα προσχέδιο και η ίδια το εξέλιξε, αφού πρώτα το αμφισβήτησε. Το έκανε δικό της, με τα δικά της χρώματα και με τα χαμόγελα της δικής της οικογένειας.