Συζήτηση. Μια λέξη που παίζει κυριαρχικό ρόλο στην καθημερινότητά μας. Μια λέξη που φέρνει ανθρώπους κοντά ή και τους απομακρύνει, αναλόγως της κατάληξής της. Σαφώς μια συζήτηση δεν είναι πάντοτε καλή. Πόσες κουβέντες με τον περίγυρό σου κατέληξαν σε μη εποικοδομητικές ή και σε διαφωνία, όχι όμως από εκείνες που όντως είχαν κάτι να σού διδάξουν; Πόσες φορές σκέφτηκες πράγματα για να πεις αλλά στο τέλος τα συγκράτησες έτσι ώστε να μη φανείς χαζός στον άλλον; Πόσες φορές έδωσες απαντήσεις που κατόπιν σκέψεως, δεν ήταν και τόσο πετυχημένες;

Βέβαια ακόμα κι αν η σωστή απάντηση στην ερώτηση που σου ρωτήθηκε, σου έρθει αργότερα, δεν παύεις να το υπεραναλύεις στο μυαλό σου. Αρχίζεις και μονολογείς κι αναπαράγεις τη συζήτηση που έγινε νωρίτερα, αλλά αυτή τη φορά αντικαθιστάς αυτά που είπες, με αυτά που θα έπρεπε να είχες πει. Καταλήγεις σε εξυπνότερα σχόλια και προτάσεις κι αναρωτιέσαι γιατί δεν τα σκέφτηκες όταν χρειαζόντουσαν.

Αυτό είναι ένα σύνηθες φαινόμενο κυρίως γιατί το μυαλό σκέφτεται καλύτερα όταν υπάρχει μια απόλυτη ηρεμία και δεν πιέζεται από κάπου για μια απάντηση. Ο ανθρώπινος νους δεν παύει στιγμή να σκέφτεται και ν’ αναλύει. Κάπως έτσι ξεκινούν κι οι εσωτερικοί μονόλογοι. Αναφέρομαι σε όλες εκείνες τις συζητήσεις που έκανες με τον εαυτό σου, και κατέληγες να βρίσκεις λύση στα προβλήματά σου αλλά και ν’ αναγνωρίζεις τα λάθη σου σε τυχόν καβγάδες ή δυσαρέσκειες.

Υπάρχουν στιγμές που βρίσκεις τον εαυτό σου να στέκεται μπροστά από τον καθρέπτη του μπάνιου ή κάποιου άλλου χώρου, και να μιλάει με την αντανάκλασή του σαν να είναι κάποιο άλλο άτομο. Είναι φορές που το κάνεις αυτό όταν θέλεις να βγάλεις με κάποιον τρόπο αυτά που σε πιέζουν και σε στεναχωρούν. Μοιράζεσαι διαλόγους με τον εαυτό σου για να βελτιώσεις τη διάθεσή σου ή και για ν’ αποβάλλεις καθετί που σε προβληματίζει.

Άλλες φορές βέβαια το κάνεις κι ως ενθάρρυνση. Όπως για παράδειγμα όταν έχεις κάποιο μεγάλο και σπουδαίο ραντεβού. Είσαι ενθουσιασμένος, το αντικείμενο του πόθου σου δέχτηκε να βγείτε και δε βλέπεις την ώρα να το συναντήσεις. Οι ώρες περνούν, κοντεύει να έρθει η στιγμή να φύγεις από το σπίτι για να συναντηθείτε κι εκεί χαλάνε όλα. Σε πιάνει άγχος, αγωνία, φόβος κι ανησυχία για το τι θα πείτε και πώς θα φερθείς. Τότε αρχίζεις και μιλάς στον καθρέπτη για να τονώσεις το ηθικό σου. Κάνεις νοητές συζητήσεις, βρίσκεις θέματα συζήτησης, εξασκείς τις κινήσεις σου κι έτσι φεύγεις ανανεωμένος κι αισιόδοξος.

Οι εσωτερικοί μονόλογοι είναι ο καλύτερος τρόπος για ν’ ανακαλύψεις και να μάθεις καλύτερα τον εαυτό σου. Μέσω αυτών, βρίσκεις πού υστερείς και πού υπερτερείς σε ταλέντα κι ικανότητες ή κι ανακαλύπτεις τα ελαττώματά σου. Βλέπεις τι λάθη κάνεις γενικώς στις διαπροσωπικές σου σχέσεις και στη συνέχεια να τ’ αποθηκεύεις στη μνήμη του μυαλού σου έτσι ώστε να μην τα επαναλάβεις. Μαθαίνεις να βελτιώνεσαι και να επενδύεις σ’ αυτά που ξέρεις και μπορείς. Επιπλέον μετά από έναν εσωτερικό απολογισμό έχεις ένα καλύτερο γνώμονα όσον αφορά τις συναναστροφές σου και ξέρεις πώς να συμπεριφερθείς έτσι ώστε να έχεις καλύτερους δεσμούς με τους γύρω σου.

Το να μιλάς με τον εαυτό σου δε σε κάνει περίεργο ή τρελό. Σε βοηθάει απλά να έρθεις σε επαφή με τον εσωτερικό σου ψυχικό κόσμο και να οδηγηθείς στην αυτοβελτίωση. Σε βοηθά να βγάλεις στην επιφάνεια την καλύτερη πλευρά του εαυτό σου. Σε βοηθάει να είσαι πιο αντικειμενικός όσον αφορά καταστάσεις που στράβωσαν αλλά και να διορθώσεις λάθη που έγιναν.

Εξ’ άλλου ποιος καλύτερος ακροατής από τον ίδιο σου εαυτό; Έτσι κι αλλιώς δε θα σε κρίνει. Ούτε θα σε γεμίσει με ανασφάλειες κι αμφιβολίες. Είναι εκεί για να στηριχτείς, να δυναμώσεις και να ξεσπάσεις. Οπότε μίλα! Φώναξε! Βγάλε όσα έχεις να πεις και κάνε όσα ήθελες ως τώρα να κάνεις και δεν τολμούσες με αναπτερωμένο το ηθικό. Ποιος θα μπορούσε άλλωστε να μη θαυμάσει αυτή τη δυναμικότητα;

Συντάκτης: Ρία Τσιακμάκη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου