Οι κλειστοί άνθρωποι είναι, αναμφίβολα, θελκτικοί. Όσο κουραστικοί κι αν τύχει να γίνουν, πάντα θα λειτουργούν σαν μαγνήτες. Θα έλκουν όποιον άνθρωπο βρεθεί στο διάβα τους. Κι όλα αυτά επειδή, πολύ απλά, σε βάζουν σε μια διαδικασία να ανακαλύψεις τις κρυμμένες πτυχές του εαυτού τους. Στο κάνουν εν πάση περιπτώσει πιο δύσκολο κι αυτό σε εξιτάρει.

Όταν, λοιπόν, σε μια σχέση ο απέναντι είναι οπαδός της σιωπής, που λέει και το τραγούδι, σε κάνει να αμφιβάλλεις και να απορείς, αρχικά για πολλά και διάφορα πράγματα. Εκτός αυτού, δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς αυτήν την κατάσταση, τι απ’ όλα αυτά που καταλαβαίνεις είναι εύστοχο και τι άστοχο. Είσαι ουσιαστικά στη φάση που ζυγίζεις τα πάντα, βάσει πιθανοτήτων.  Όλα αυτά, όμως, μέχρι να καταλάβεις πώς λειτουργεί, πώς σκέφτεται. Εντάξει, μπορεί και να σου πάρει περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι συνήθως, όμως κάποια στιγμή θα αντιληφθείς τη νοοτροπία του.

Όσο περνάει ο καιρός σου ανοίγεται, άθελά του, χωρίς καν να εκφράζει ό,τι σκέφτεται. Κι αυτό του προκαλεί μια απίστευτη ταραχή. Ειδικά, η ιδέα πως ενδέχεται να βρεις τα τρωτά σημεία και τις αδυναμίες του. Φοβάται να ανοιχτεί και να δοθεί γιατί αν το κάνει αυτό, τουλάχιστον στο μυαλό του, θα σταματήσει να είναι φουλ ανεξάρτητος κι ελεύθερος. Μόλις το καταλάβει μπορεί και να τρέξει πιο γρήγορα απ’ το φως για να γλιτώσει την περίπτωση συναισθηματικού δεσίματος.

Κι ενώ εκείνος προσπαθεί να κρυφτεί με νύχια και με δόντια, εσύ διανύεις ήδη χιλιόμετρα στα στενά του μυαλού του και καταλαβαίνεις όλο και περισσότερα για τη μεταξύ σας σχέση. Μπορεί να μη σου τα λέει, όμως η επικοινωνία που υπάρχει μεταξύ σας είναι αρκετή. Η χημεία, άλλωστε, ποτέ δεν είναι μονόπλευρη. Όταν νιώθεις ότι υπάρχει, σημαίνει πως κάποιος την καλλιεργεί. Μπορεί να μη δύναται όντως να εκφράσει λεκτικά τα συναισθήματά του, αλλά σκέψου πόσες φορές στο έχει δείξει χωρίς καν να το πάρει χαμπάρι ο ίδιος.

Το πρώτο του μέλημα όταν ξυπνήσει είναι να στείλει μια απλή καλημέρα. Κι όχι επειδή «πρέπει» αλλά επειδή αυτό του βγαίνει. Πόσο πιο όμορφη και πολύτιμη μπορεί να γίνει μια τόσο συνηθισμένη λέξη τελικά; Όταν μετά από κάθε έξοδο θα χτυπήσει τηλέφωνο, ό,τι ώρα και να ‘ναι και θα σου πει κάτι πολύ απλό: «Αν δεν κοιμάσαι, έλα από ‘μένα». Κι ύστερα ακολουθούν οι συζητήσεις μέχρι να ξημερώσει. Θα σου εξηγήσει απ’ το τι έφαγε το μεσημέρι μέχρι και πώς παίζεται αυτό το παιχνίδι που έχει τύχει να λιώνει τον τελευταίο καιρό. Στο τέλος, μπορεί να σου πετάξει και κανένα: «Τόσα έχεις ακούσει για τα παιδιά, γιατί δεν έρχεσαι αύριο μαζί μας να τους γνωρίσεις;».

Όταν ένας άνθρωπος μοιράζεται χρόνο μαζί σου και σε βάζει –είτε το συνειδητοποιεί είτε όχι– στην καθημερινότητά του, σημαίνει για αρχή πως θέλει να είσαι εκεί. Μπορεί απλώς να είναι της άποψης πως οι πράξεις είναι πολύ πιο αποτελεσματικές απ’ τα λόγια. Μην κάνεις όμως το λάθος να τον πιέσεις να εκφραστεί, επειδή ακόμη κι αν το κάνει, δε θα είναι αυτός. Θα είναι κάτι που ήθελες εσύ, μια παραποιημένη εκδοχή του είναι του.

Για αναλογίσου όμως, τι θα γινόταν αν σου τα έδινε όλα στο πιάτο. Θα γούσταρες περισσότερο ή θα ξενέρωνες λόγω της γρήγορης κι άμεσης επιβεβαίωσης; Συνήθως ένα βιβλίο με ξεκάθαρη υπόθεση είναι πάντα πιο ευανάγνωστο, όμως εκείνο το «μπερδεμένο», που σε βάζει μονίμως σε σκέψεις, σε κρατά πάντα σε εγρήγορση. Δεν μπορείς να κοιμηθείς, αν δεν το τελειώσεις.

 

Επιμέλεια Κειμένου Χρύσας Τικοπούλου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Χρύσα Τικοπούλου