Παράξενη εποχή. Δύσκολη εποχή. Το ξέρουμε όλοι.

Μα, σίγουρα θα σκάσει το βλέμμα σου σε κάτι ανθρώπους, που μοιάζουν εξωγήινοι όταν σου σπάνε την ανούσια σιωπή και προσήλωσή σου απ’ το κινητό, την ώρα που πίνεις τον καφέ σου με την παρέα σου. Γι’ αυτήν την παρέα που γελάει μέχρι σκασμού και σε ενοχλεί. Γι’ αυτήν, που μιλάει και ανταλλάζει βλέμματα. Γι’ αυτήν την παρέα που φωνάζει και διαφωνεί για πολιτικά, για ιστορία, για κουλτούρα και για άλλα τόσα. Για την παρέα που παίζει επιτραπέζια και έχει το κινητό στην τσάντα της. Σωστά κατάλαβες. Δεν είναι πολύ παράξενο για σένα;

Στον δρόμο θα σου τραβήξουν την προσοχή, κατά λάθος, αυτά τα εικοσιπεντάχρονα «παιδιά», που τρέχουν και χορεύουν. Μπα, δεν είναι μεθυσμένοι, απλώς βάζουν κόντρες ποιος θα προλάβει το λεωφορείο. Και ποιο κάτω θα δεις ενήλικες να παίζουν μπάλα και να βρίζονται μεταξύ τους, λες και παίζουν για πρωτάθλημα ξέρω ‘γω.

Εκεί στο τέλος του δρόμου, στο παγκάκι, θα κάθεται μια κοπελίτσα να διαβάζει βιβλίο, κι αν κοιτάξεις στο τέρμα του δρόμου στα φανάρια, θα δεις ένα ζευγαράκι να ανταλλάζει φιλιά στη διασταύρωση. Μην αγχώνεσαι, δεν είναι πολλοί, δε θα χαλάσουν τη δική σου νοοτροπία του τίποτα. Άσ’ τους μην τους πλησιάσεις θα μολυνθείς από ζωή. Μην το κάνεις.

Θέλει κότσια να μπλεχτείς σε τέτοια παρέα, να πιάσεις συζήτηση μ’ έναν τέτοιο άνθρωπο. Είναι εθισμός. Και μετά τρέχα γύρευε. Οι βόλτες τους έχουν θόρυβο. Οι συζητήσεις τους στην αρχή θα σε κομπλάρουν, ξέρουν πολλά κι έχουν ζήσει πολλά. Ζούνε αμέτρητα. Ξέρουν να αγαπούν, να διαβάζουν τα μάτια σου και να μιλάνε στην ψυχή σου. Θα τους ακούσεις να μιλάνε μ’ έναν εφηβικό τους έρωτα και να στάζουν μαγεία τα λόγια τους. Δεν είναι οπισθοδρομικοί, ούτε γέρασαν πρόωρα. Άλλοι στην ηλικία σου, άλλοι πάνω κι άλλοι κάτω.

Θα τους δεις να πίνουν και να χορεύουν. Δε βγαίνουν για να φλερτάρουν, αλλά για να περάσουν καλά. Θα δεις τις αναμνήσεις τους μέσα απ’ το βλέμμα τους κι όχι από φωτογραφίες στο κινητό τους. Θα τους δεις στις συναυλίες να τραγουδάνε με μια φωνή και να το ζούνε. Θα τους δεις στη σιωπή τους να μιλάνε με αισιοδοξία κι όχι με άχαρα βλέμματα σε μαύρους καθρέφτες. Δεν είναι όλοι ίδιοι, έχουν προσωπικότητα, εσύ;

Σου είπα πρόσεχε, μην μπλεχτείς μαζί τους. Και μην τυχόν και ερωτευτείς έναν τέτοιο άνθρωπο· την έβαψες. Δε μιλάνε με κοκτέιλ, αλλά με κρασί και για μουσική; Ένα βαλς από χαμένα όνειρα. Δε σου γράφουν μήνυμα, αλλά σου απαγγέλουν απόσπασμα απ’ το «Μονόγραμμα» του Ελύτη. «Ακούς;». Δεν ξέρουν από λάικ, ξέρουν ένα κράτημα στο χέρι και μια αγκαλιά, από εκείνες που μοιάζουν χαμένες. Ξέρουν μια σπάνια αλήθεια, μέσα σε κουτί σιωπής.

Είναι αυτοί οι των ’90s, που δεν αλλάζουν ρυθμούς, αλλά μόνο εποχή. Στο πέρασμα των χρόνων θα βρεις πιστούς ακόλουθούς τους. Αυτοί οι «νέοι» φροντίζουν να μη χαθούν και να μη φθαρούν. Είναι δύσκολο να ξεθάψεις τέτοιες ποιοτικές φιγούρες που ν’ αλωνίζουν μονάχοι τους. Χωρίς δήθεν πρότυπα και λάθος προσδοκίες. Να μυρίσεις έρωτα, παλιό.

Αν τυχόν και θέλεις να τους ψάξεις θα τους βρεις το βράδυ δίπλα στη θάλασσα να τραγουδάνε και το πρωί σε δρόμους να κάνουν φασαρία. Έχουν τείχη, άμυνες και κλειδωμένα ξεχασμένα συναισθήματα. Τα κρύβουν καλά, για να μη σκουριάσουν σήμερα.

Καλή τύχη, εγώ σε προειδοποίησα.

 

Συντάκτης: Θέκλα Πορτέσιη
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου