Γονείς. Τους γνωρίζουμε σε μια ηλικία που έχουν ήδη διαμορφώσει τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά τους. Θεωρούμε πως δεν υπάρχει κατανόηση για τα προβλήματά μας, κι έτσι δημιουργείται ένα χάσμα. Έχουν τη δίκη τους πραγματικότητα, που δε θα μπορούσε ποτέ να ταιριάξει με τη δίκη μας. Κι αν γινόταν να τους γνωρίζαμε πιο νωρίς; Αν κάπως, διά μαγείας, γυρίζαμε τον χρόνο πίσω και γνωριζόμασταν τον καιρό που ήταν νέοι κι αυτοί; Έφηβοι χωρίς αναστολές. Χωρίς φόβους και ανησυχίες. Ξέγνοιαστοι σαν παιδιά.

Λοιπόν, ίσως και να γίνεται. Πέφτοντας πάνω σε ένα απ’ τα παιδικά λευκώματά τους. Ένα λεύκωμα έχει φυλακίσει για πάντα μέσα του ξεχασμένες αναμνήσεις και συναισθήματα αληθινά. Αληθινά γιατί είναι τα πιο αγνά. Δεν υπάρχουν ψεύτικα σε αυτήν την ηλικία. Το λεύκωμα είναι ένα τασάκι που πέρασε ο καθένας κι άφησε τη στάχτη του εκεί μέσα. Είναι ένας συναισθηματικός θησαυρός, αναλλοίωτος στο πέρασμα του χρόνου.

Ανοίγοντας, λοιπόν, αυτό το λεύκωμα, αμέσως νιώθεις την παλαιότητα του χρόνου να περνά απ’ τα μάτια σου. Μεταφέρεσαι σε μιαν άλλη εποχή, καθώς ταυτόχρονα αναγεννάς αναμνήσεις απ’ τα δικά σου λευκώματα. Κάνεις μια βουτιά στο μυαλό των τότε παιδιών. Μόδα, θέατρο, τραγουδιστές της εποχής κατακλύζουν κάθε σελίδα του λευκώματος. Μια εποχή διαφορετική απ’ τη δίκη σου. Σχεδόν δεν την αναγνωρίζεις.

Τα γράμματα ίσα που φαίνονται, πάνω στις κιτρινωπές σελίδες, αλλά αυτό κάνει ακόμα πιο πολύτιμο το περιεχόμενό τους. Η φθορά αναδεικνύει την αξία του. Σαν μια παλιά, ανεκτίμητη, αντίκα. Κάπου εκεί, λοιπόν, βλέπεις κι ένα παιδί να γράφει για τον έρωτα. Ένα παιδί να γράφει για τον έρωτα; Και τι μπορεί να ξέρει ένα παιδί για τον έρωτα; Κι όμως, τα πάντα. Έρως είναι αυτό ακριβώς που νιώθουμε όταν πρωτοερωτευόμαστε. Όχι αυτό που μεταλλάσσεται στην πορεία και συμβιβάζεται σε απομιμήσεις, από συμφέρον, ανασφάλεια κι ανάγκη.

Τούτο το παιδί, λοιπόν, είναι ο άνθρωπος που σε ‘φερε στη ζωή. Είναι η μητέρα σου ή ο πατέρας σου, αλλά με τη μορφή ενός εφήβου. Πόσο παράξενα μπορείς να νιώσεις διαβάζοντας τις σκέψεις εκείνων των χρόνων; Τότε είναι που καταλαβαίνεις πως κι εκείνοι πέρασαν από εκεί που είσαι εσύ τώρα. Πως ίσως κάτι να ξέρουν παραπάνω από εσένα. Όσο ωμοί κι αν φαίνονται καμία φορά. Όσο ψυχροί κι αν κάποτε δείχνουν, βλέπεις πως δεν ξεκίνησαν έτσι. Είχαν κι εκείνοι σπίθα μέσα τους. Ερωτεύτηκαν, πληγώθηκαν και τρελάθηκαν, το ίδιο ακριβώς όπως εσύ.

Διαβάζεις τα πιο βαθιά μυστικά, τις μεγαλύτερες ευχές και τους φόβους μιας γενιάς διαφορετικής απ’ τη δίκη σου. Και κάπου εκεί, ξεφυλλίζοντας το λεύκωμα –και το παρελθόν– του γονιού σου, αρχίζεις και να καταλαβαίνεις και να δικαιολογείς γιατί σκλήρυνε μέσα στα χρόνια. Γιατί άλλαξε. Γιατί μεγάλωσε. Καμία φορά μέσα απ’ τα λόγια του θυμίζει εσένα στο παρόν σου. Έτσι εξηγείται από πού πήρες αυτό το ταμπεραμέντο. Συγκινείσαι. Μετανιώνεις για λόγια που έχεις πει. Τώρα καταλαβαίνεις από πού πέρασε για να φτιάξει αυτήν την προσωπικότητα.

Έτσι, λοιπόν, πριν βιαστείς να κατακρίνεις τον γονιό σου, σκέψου πως κι αυτός πέρασε από εκεί που ήσουν. Κι αυτός ήταν όπως εσύ, δε διαφέρετε όσο νομίζεις. Ίσως για να επιμένει σε ορισμένα θέματα, να το κάνει για το καλό σου. Κι αν δυσκολεύεσαι να το πιστέψεις αυτό, ψάξε να διαβάσεις ένα παλιό του λεύκωμα. Αυτό σίγουρα θα σε πείσει!

Συντάκτης: Μαριάννα Κουτσικανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη