Το 1789 στη Γαλλία διακηρύσσονται τα αιτήματα της Αδελφοσύνης, της Ελευθερίας και της Ισότητας και 200 χρόνια (περίπου) μετά, το έτος 1986 οι δημοσιογράφοι της Wall Street Journal μιλούν και θίγουν ένα από τα πλέον φλέγοντα ζητήματα του φεμινιστικού (και όχι μόνο) κινήματος: τα δικαιώματα της γυναίκας στον εργασιακό χώρο, ονομάζοντάς το «γυάλινο ταβάνι». Το δημιούργημα αυτό φαίνεται να αντανακλά ορισμένες παγιωμένες πεποιθήσεις και προκαταλήψεις αναφορικά με τις ακαδημαϊκές και επαγγελματικές ικανότητες των γυναικών ως ένα αόρατο εμπόδιο που περιορίζει οποιαδήποτε μορφή ανέλιξής τους. Στην ακραία περίπτωση που τα παρουσιάζαμε ως αναχρονιστικές, φαλλοκρατικές αντιλήψεις κάποιων ανδρών, θα μπορούσαμε ίσως να στοχεύσουμε τη δράση μας προς εκείνη την κατεύθυνση, αλλά πλέον έχει ενσταλαχθεί και ως μία πραγματικότητα και στις γυναίκες.

Η κοινωνία μας, αυτό το όμορφα κεκαλυμμένο οικοδόμημα των κρυφών στερεοτύπων που περιδιαβαίνουν στους δρόμους της, έχει εμφυσήσει στις γυναίκες μία κάπως προδιαγεγραμμένη πορεία ζωής που περιλαμβάνει μία μετρίου επιπέδου εκπαίδευση, έναν συμφέροντα γάμο, την αναπαραγωγή του είδους έως μία συγκεκριμένη ηλικία, την ολοκληρωτική σχεδόν φροντίδα όλων των μελών της οικογένειας, με τις δραστηριότητές της να περιορίζονται στις οικιακές ασχολίες και τις κοινωνικές εκδηλώσεις. Εάν αναζητήσετε εξαιρέσεις στον κανόνα θα ανακαλύψετε; Φυσικά! Αυτές προσδίδουν και μία νότα αισιοδοξίας στη γενικότερη κατάσταση. Αλλά η παραπάνω πενιχρή λογική καλλιεργείται και αναπαράγεται είτε ασυναίσθητα με τα παραδείγματα που λαμβάνουν από το σχολικό περιβάλλον (συγκεκριμένα παιχνίδια ανάλογα το φύλο, στερεότυπα στα δοθέντα παραδείγματα) αλλά και από την πολιτεία, είτε συνειδητά υπό τον φόβο της επικείμενης αντίδρασης.

Σε ορισμένες χώρες είναι γνωστό ότι οι γυναίκες είναι αποκομμένες από τη μάθηση καθώς η μοναδική «χρησιμότητα» τους έγκειται αποκλειστικά στις προαναφερθείσες ενασχολήσεις. Θα ήταν λάθος μας να θεωρήσουμε πως τέτοιου είδους γεγονότα βρίσκονται μακριά από τα σύγχρονα, ανεπτυγμένα κράτη.

Οι γυναίκες που επιλέγουν να ακολουθήσουν μία επαγγελματική σταδιοδρομία βρίσκονται αντιμέτωπες με παρωχημένες και συχνά σεξιστικές αντιλήψεις, ενώ τη στιγμή που επιτυγχάνουν να εργαστούν επαγγελματικά γνωρίζουν ότι οι απολαβές τους θα είναι 16% χαμηλότερες από τους άνδρες συναδέλφους τους τη στιγμή που οι ώρες αμίσθωτης εργασίας θα είναι περισσότερες. Θα οφείλουν να αισθάνονται ευγνώμονες καθώς η συμμετοχή τους στην αγορά εργασίας είναι συγκριτικά χαμηλότερη. Υπάρχουν πάντοτε και εκείνες που καταφέρνουν να ανέρχονται στις ανώτερες διοικητικές θέσεις, το ποσοστό όμως αυτό αγγίζει μόνο το 27%· αριθμοί που με την πρώτη ανάγνωση συνταράσσουν τον αναγνώστη, αλλά έπειτα συλλογίζεται πως η γυναίκα έχει να ασχοληθεί με τη μητρότητα, τις υποχρεώσεις του σπιτιού και οφείλει να καλύψει τις φιλοδοξίες της.

Αυτά είναι και τα προβλήματα που προκύπτουν ολοένα και πιο έντονα στους ανταγωνιστικούς ρυθμούς της παραγωγής κι άλλωστε αποτελεί μία αλήθεια ότι πολλοί εργοδότες απορρίπτουν γυναίκες, κατάλληλες για την εργασία, εξαιτίας της επιθυμίας τους να δημιουργήσουν οικογένεια, οπότε εκείνες διχάζονται απευθείας ανάμεσα στις δύο προοπτικές, τη στιγμή που θα ήταν απαραίτητο η μία να μη συντελεί τροχοπέδη για την άλλη. Οι απόψεις αυτές και τα αυτοδημιούργητα δίπολα που αναγκάζονται να τοποθετούν μέσα τους σαφώς παρουσιάζουν μία δυσκολία ανέλιξης που συνακόλουθα προκαλεί μία υποεκπροσώπηση, αφού αδυνατούν να τοποθετηθούν (παρά τα προσόντα τους) σε διευθυντικές θέσεις.

Η κοινωνία λοιπόν, παρατηρεί τα κακώς κείμενα της καθημερινότητας αλλά στρέφει την προσοχή της μακριά τους, «τι θα μπορούσαμε να κάνουμε άλλωστε μέσα σε μία ανδροκρατούμενη κοινωνία;» και για αυτό μας προσφέρει ”panem et circenses” (άρτο και θεάματα) που καταστέλλουν προσωρινώς τις αμφιβολίες μας για μια καθ’ όλα (που καταλήγει στο καθόλου) ισότιμη αντιμετώπιση. Ενθουσιαζόμαστε λοιπόν με τα παιδικά βήματα προς την ουτοπική ισότητα με την ανάδειξη γυναικών σε ανώτερες θέσεις μέσα σε ένα κράτος και την υπερπροβολή εκείνων των αρμοδίων που τις ανέδειξαν σαν να ευθύνονται εκείνοι για την επιτυχία τους, παρ’ όλο που τα αξιώματα εκείνα συντελούν μία βαρυσήμαντη αξία χωρίς έμπρακτα όμως αποτελέσματα για τις δραστικές αλλαγές που απαιτούνται. Διαβιώνουμε μία πραγματικότητα που η γυναίκα εκλαμβάνεται ως ένα σύμβολο (με διαφορετικό, προσδιοριστικό επίθετο κάθε φορά) και όχι ως μία ύπαρξη με δικαιώματα και υποχρεώσεις!

Ορισμένες σκανδιναβικές χώρες έχουν ορίσει συνταγματικά συγκεκριμένα ποσοστά αξιοποίησης των γυναικών στα διοικητικά συμβούλια, προσπαθώντας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων, αλλά κατά πόσο μπορούμε να σιγουρευτούμε πως η γνώμη τους θα έχει τη δυνατότητα να ακουστεί και να συμπεριληφθεί υπόψιν εάν οι συνάδελφοι τους διακατέχονται από προκαταλήψεις; Το γυάλινο ταβάνι για ακόμα μία φορά υπερισχύει, αλλά ακριβώς επειδή είναι κατασκευασμένο από γυαλί, σπάει εύκολα. Θεωρούμε πως «ο κατασκευασμένος αυτός κόσμος για τους άνδρες» όπως υποστηρίζεται, θα πρέπει να καταστραφεί και να οικοδομηθεί στα θεμέλιά του μία ιδανική πολιτεία με ίσα δικαιώματα για όλους, θα επέφερε τα θεμιτά αποτελέσματα; Ίσως βέβαια το ότι θα ήταν καινούρια να είναι αρκετό για να συμβεί η αλλαγή.

Εάν οι άνδρες βρίσκονταν στη θέση των γυναικών αλλά και το αντίστροφο, ίσως ανακαλύπταμε πως και οι δύο πλευρές επισήμαναν ορθότερα τα προβλήματα της άλλης. Η μεταβολή εντός μας λοιπόν, του ρυθμού του κόσμου (σε μία ελεύθερη απόδοση των λεγομένων του Βιζυηνού) ίσως χρειαστεί αιώνες διεκδίκησης, σκέψεις επί σκέψεων όπου θα προκύπτουν νέες απόψεις, επιτεύγματα αλλά και χαμένες μάχες  που θα οδηγήσουν μονάχα σε μία ελάττωση της υφιστάμενης κατάστασης. Ο επαναστατημένος άνθρωπος του Καμύ, «εκείνος που πιστεύει σε κάτι που δεν απομένει πλέον τίποτα να πιστέψεις» θα μπορούσαμε να είμαστε εμείς, οι άνθρωποι εκείνοι -δίχως να χωριζόμαστε σε γυναίκες και άνδρες- που δε θα σταματούν τα όνειρά τους στη θέα οποιουδήποτε γυάλινου ταβανιού!

 

Συντάκτης: Ελένη Τσεπελίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου