Πολυκατοικίες. Σύμπλεγμα πολλών κατοικιών οι οποίες φιλοξενούν πολλούς και διαφορετικούς κατοίκους. Οικογένειες, εργένηδες, φοιτητές, μεσήλικες. Δεκάδες άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ τους γίνονται ξαφνικά κι από το πουθενά μια ευρύτερη οικογένεια ή γειτονιά. Ανάλογα τις διαθέσεις του καθενός πάντα.

Δεν είναι απαραίτητο να γνωριστείς με όλους και ακόμα περισσότερο να τα πηγαίνεις καλά με όλους. Αυτό συμβαίνει στην πορεία, αναλόγως πόσο θα ανοιχτεί ο καθένας. Κάποιοι παραμένουν άλυτοι γρίφοι για πολλούς. Λιγομίλητοι, ήσυχοι, δε δημιουργούν προστριβές και προβλήματα σε κανέναν σχεδόν. Ίσως ακόμα και να είναι διάφανοι για τους υπόλοιπους ενοίκους. Τόσο διακριτικοί.

Υπάρχουν κι άλλοι, πιο πρόσχαροι, πιο κοινωνικοί. Θέλουν να μάθουνε τους γύρω τους, να γίνουν μια παρέα. Για την καθημερινότητα αλλά ακόμα και για μια δύσκολη στιγμή «Μου τελείωσε η ζάχαρη, μήπως σου περισσεύει;», «Έγινε διακοπή ρεύματος, έχεις κανένα κερί;», απλά καθημερινά πράγματα.

Υπάρχουν και οι άλλοι, οι πιο χύμα ίσως. Εξαιρετικά κοινωνικοί κι ενοχλητικοί αρκετές φορές. Νιώθουν την πολυκατοικία ολόκληρη σπίτι τους. Κάποιες φορές δεν τους ενδιαφέρουν καν οι κανόνες της και δε σέβονται τις ώρες κοινής ησυχίας. Δεν είναι απαραίτητο να το κάνουν από αγένεια, ίσως είναι απλά πιο ελεύθερα πνεύματα, θα έλεγε κανείς.

Αυτή η κατηγορία λοιπόν είναι αναπόσπαστο κομμάτι κάθε πολυκατοικίας. Θα τους ακούσεις να τσακώνονται στις 3 το βράδυ με τέτοια ένταση που για μια στιγμή θα νομίζεις πως η φασαρία γίνεται στο δίπλα δωμάτιο. Θα ακούς αντικείμενα να εκτοξεύονται, γάργαρες κι όμορφες λέξεις να πηγαίνουν προς πάσα κατεύθυνση. Ε, κάποια στιγμή ίσως ακούσεις και καμιά πόρτα να κλείνει με τόση δύναμη σαν να γκρεμίζεται τοίχος. Μετά ησυχία. Άντε όμως να κοιμηθείς εσύ. Άλλη φορά θα ακούσεις πνιχτά γέλια και φωνές. Ίσως και κραυγές πολλές φορές. Αναλόγως πόσο το ζει ο καθένας. Λεξιλόγιο που αρμόζει μόνο σε πολύ προσωπικές στιγμές. Θα βάλεις το μαξιλάρι πάνω στο κεφάλι σου και θ’ αλλάξεις πλευρό ίσως. Αν η ακουστική ξεπερνάει κάθε προσδοκία ίσως μετά βγεις και για τσιγάρο στο μπαλκόνι.

Υπάρχουν βέβαια και οι νύχτες του Αγίου Βαρθολομαίου. Τα πάρτι δίνουν και παίρνουν κι εσύ έχεις πρωινό ξύπνημα αύριο ή ακόμα χειρότερα μικρά παιδιά που ξυπνάνε εύκολα. Τέτοια πάρτι συνήθως δε σχολάνε πριν τις 6 στην καλύτερη. Η μουσική ακούγεται τόσο έντονα σαν να έρχεται από το σαλόνι σου. Αλλά και οι φωνές δεν πάνε πίσω. Τσιρίδες προκειμένου να ακουστούν και να καλυφθεί η μουσική.

Κάποιες φορές φτάνεις στο αμήν. Σκέφτεσαι να πας να βάλεις φωτιά έτσι απλά και χαλαρά, αλλά θέλεις να είσαι καλός γείτονας και να μη δημιουργήσεις θέμα. Άλλες πάλι θέλεις να πας ο ίδιος να χτυπήσεις την πόρτα και να χρησιμοποιήσεις τέτοιο λεξιλόγιο που ακόμα κι εσύ όταν το σκέφτεσαι κοκκινίζεις. Υπάρχει όμως κι αυτή η στιγμή που τα ξεχνάς όλα αυτά και ναι είτε θα καλέσεις την αστυνομία είτε θα πας ο ίδιος. Η έκπληξή σου είναι πως και οι περισσότεροι εκ των υπολοίπων ενοίκων έχουνε ακριβώς την ίδια σκέψη με εσένα.

Οι ισορροπίες είναι εξαιρετικά λεπτές. Το καλύτερο ίσως που έχεις να κάνεις σε τέτοιες περιπτώσεις πριν από οτιδήποτε άλλο είναι να συζητήσετε το πρόβλημα με τον ένοικο του συγκεκριμένου διαμερίσματος. Στην καλύτερη θα κατανοήσει και θα ηρεμήσετε όλοι. Στη χειρότερη κάποιες φορές το μήνα θα γλεντάτε, θα τσακώνεστε και θα φωνάζετε παρέα, αλλά ο καθένας από το διαμέρισμά του.

Συντάκτης: Χριστίνα Βακαλούμη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου