«H αγάπη φωτίζει με τη λάμψη του παραμυθιού την καθημερινότητα», έτσι δήλωσε ο Άγγλος ρομαντικός ποιητής Percy Shelley, και πολύ καλά τα λέει. Ειδικά όταν η αγάπη που λαμβάνεις προέρχεται από ένα μικρό παιδάκι, το δικό σου το παιδάκι, τότε πρόκειται για παραμύθι χωρίς τέλος.

Και για το παιδάκι σου όμως, είσαι η πριγκίπισσα του δικού του παραμυθιού! Είσαι όλος του ο κόσμος, σε αγαπάει χωρίς όρους κι όρια. Είσαι το πρότυπό του, αντιγράφει καρμπόν συμπεριφορές σου κι ατάκες σου και θέλει  να γίνει σαν και σένα αν είναι το ίδιο φύλο ή να σε παντρευτεί αν είναι το αντίθετο!

Κι αφού είσαι δική του πριγκίπισσα, δεν μπορείς να είσαι και κανενός άλλου! Όλη σου η προσοχή πρέπει να είναι στραμμένη πάνω του! Αλίμονό σου αν μιλάς στο τηλέφωνο με μια φίλη σου ή αν σου αποσπά την προσοχή κάποιος άλλος ενήλικος ή κάποια άλλη ασχολία. Όχι, το μαγείρεμα δεν είναι σημαντικό και δε χρειάζεται να γίνει, ποιος νοιάζεται να φάει αν μπορεί να παίξει μαζί σου. Ούτε η δουλειά σου είναι σημαντική. Τι είναι πια αυτά τα χρήματα, «ας πάμε στο περίπτερο να πάρουμε λίγα».

Υπομονή; Φυσικά και δεν μπορεί να κάνει! Υπομονή και μικρό παιδί δεν πάνε καν μαζί στην ίδια πρόταση. Άσε που μετράει αλλιώς το χρόνο. Όχι με τον ενήλικο τρόπο, αλλά με τον νηπιακό και τα 5’ χρόνο που του ζήτησες, ισούνται με μια αιωνιότητα. Όχι, δεν μπορεί να σε περιμένει να τελειώσεις ό,τι κάνεις, παίζοντας μόνο του. Θέλει να παίξετε μαζί ή να πάτε στις κούνιες, εδώ και τώρα. Κι εκεί δε θα ασχοληθείς με άλλα παιδάκια, είσαι δική του και μόνο δική του.

Ούτε της γιαγιάς παιδί είσαι, ούτε του μπαμπά γυναίκα. Κανενός άλλου, είπαμε. Σε αγαπάει τόσο πολύ, νιώθει τόσα πολλά και τόσο έντονα, που δεν ξέρει πώς να το εκφράσει όλο αυτό, το τόσο μεγάλο, που νιώθει. Είναι και μικράκι ακόμα. Όταν μεγαλώσει θα βρει τα κατάλληλα λόγια. Προς το παρόν, ορμάει στην αγκαλιά σου, σου δίνει φιλάκια στα ξαφνικά, αλλά σου τσιμπάει και τα μάγουλα, σου ρίχνει κουτουλίτσες στο κεφάλι. Όχι φυσικά από επιθετικότητα. Είναι εκδήλωση πάθους, τρόπος διεκδίκησης, να σου δείξει τη λατρεία και την αδυναμία που σου έχει.

Σε παίρνει σφιχτή αγκαλιά και δε σε αφήνεις να κάνεις βήμα. Πρέπει να το πας σχολείο και να πας μετά στο γραφείο σου; Ποιος το λέει ότι πρέπει να γίνει έτσι; Τι παλιοκανόνες είναι αυτοί; Και πώς θα σε αποχωριστεί που δε θέλει; Τι αδικία υποχρεώσεις κι επιθυμίες να συγκρούονται μέσα του από τόσο νωρίς.

Βέβαια, μια χαρά θα περάσει στο σχολείο με τους φίλους του, αλλά σαν τη μαμά δεν είναι.  Γι’ αυτό και θα σε καθυστερήσει όσο δεν πάει, με όποιο τρόπο σκεφτεί το πανέξυπνο μυαλουδάκι του.

Θα αποφασίσει ότι το πρωί, την ώρα που πρέπει να φύγετε για σχολείο και γραφείο αντίστοιχα, είναι η πιο κατάλληλη στιγμή να μαζέψει το δωμάτιό του απ’ τα παιχνίδια που σχηματίζουν την οροσειρά του Έβερεστ. Θα είστε με τα κλειδιά στην πόρτα και θα θελήσει εκείνη τη στιγμή να πάει τουαλέτα και μια κι είναι εκεί, να επεξεργαστεί κι όλα τα πράγματα που βρίσκονται στα ραφάκια του μπάνιου. Θα προσπαθήσει να καθυστερήσει τον αποχαιρετισμό, δείχνοντας σου όλα τα μυρμηγκάκια και τις γατούλες στην πιλοτή και στο πάρκο έξω απ’ το σχολείο.

Κι απ’ το σχολείο, δε θα σε αφήσει να φύγεις τόσο εύκολα. Θα σου πιάσει την κουβέντα για το τι θα κάνετε το απόγευμα ή τι ώρα ακριβώς θα γυρίσεις μαζί με την υπόσχεση ότι δε θα αργήσεις.

Κι όταν έρθει το απόγευμα, εκεί που σε γεμίζει γλυκόλογα, ζωγραφιές-δωράκια, σφιχτές αγκαλιές και «σ’ αγαπώ  ως  τον ουρανό», ξαφνικά, σηκώνει το χεράκι του και  στη ρίχνει την ξυλιά ή εισπράττεις καμιά δαγκωματιά στα καλά καθούμενα. «Επ, πρόσεξέ με» και «μου έλειψες το πρωί, να για να μάθεις» , σου λέει με αυτή την κίνηση. Εσύ το μαλώνεις, ποτέ δεν πονάμε, τα χεράκια δεν τα έχουμε για να χτυπάμε, αλλά για να αγκαλιάζουμε και να παίζουμε και τα δοντάκια για να δαγκώνουμε μόνο το φαγητό μας.

«Είσαι κακή, φύγε», είναι κάτι που μπορείς να ακούσεις. Φυσικά, δεν το εννοεί. Παρ’ όλο που η πρόταση είναι αρνητικά φορτισμένη, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας άλλος παιδικός τρόπος να σου πει: «σ’ αγαπώ τόσο πολύ, που όταν με μαλώνεις ή μου κάνεις παρατήρηση, τρελαίνομαι».

Σίγουρα δεν είναι ευχάριστο να ακούσεις κάτι τέτοιο απ’ το παιδί σου, δε θα ανοίξεις και τις σαμπάνιες, αλλά κι αυτό έκφραση αγάπης είναι. Είναι ο τρόπος του να σου πει πόσο σημαντική είσαι, ότι το αναστατώνεις τόσο, γι’ αυτό σου κάνει το ίδιο ακριβώς κι εκείνο.

Και στο καπάκι έρχεται η ατάκα: «είμαστε φίλοι;» περιμένοντας βέβαια την αναμενόμενη απάντηση: «πάντα είμαστε φίλοι, ακόμα κι όταν μαλώνουμε», που μεταφράζεται σε «αγαπιόμαστε, ακόμα κι όταν είμαστε θυμωμένοι ο ένας με τον άλλο».

Έχει τους δικούς του κώδικες επικοινωνίας, αλλά τους καταλαβαίνεις και συνεννοείστε άνετα μεταξύ σας. Όταν θα μεγαλώσει, θα τελειοποιήσει τους τρόπους επικοινωνίας του, λεκτικούς και μη λεκτικούς καθώς και τους τρόπους που είναι αποδεκτοί ως «καλοί τρόποι».

Προς το παρόν, τσιμπήματα, αγκαλιές, γλυκόλογα και δαγκωματιές, όλα είναι αγάπη και όλα εκφράζουν την αδυναμία προς την πριγκίπισσα του παραμυθιού του.

Επιμέλεια Κειμένου Έφης Φωτεινού: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Έφη Φωτεινού