Ο χαρακτήρας μας διαμορφώνεται από το κοινωνικό περιβάλλον και θα μπορούσαμε μετά βεβαιότητας να πούμε πως η παιδική ηλικία αποτελεί το πιο κρίσιμο στάδιο διαμόρφωσης του χαρακτήρα. Αυτό οφείλεται στο ότι τα παιδιά απορροφούν -σαν σφουγγάρια- ό,τι βλέπουν και ακούν και μιμούνται κυρίως συμπεριφορές. Σταδιακά μέσα από τη διαδικασία της μίμησης υιοθετούνται συνήθειες και το σύνολό τους αποτελεί την απαρχή της προσωπικότητας του ατόμου.

Υπάρχουν πολλές διαφορετικές επιρροές στη ζωή ενός παιδιού, όπως η οικογένεια, το σχολείο, οι γείτονες, οι φίλοι, το κοινωνικό περιβάλλον. Ωστόσο, τον πρωταρχικό -και σημαντικότερο- ρόλο διαδραματίζει η οικογένεια. Όλα αρχίζουν από το σπίτι, λοιπόν! Στο παιδικό μυαλό δεν είναι ακόμα ξεκάθαρη η διάκριση καλού και κακού, επιτρεπτού και μη. Τα παιδιά δεν είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα πολλών καταστάσεων και -όπως είναι αναμενόμενο- συμπεριφέρονται σαν να ζουν στο δικό τους παραμυθένιο κόσμο, στο στρουμφοχωριό τους. Εκεί οι παρεμβολές και οι απαγορεύσεις των γονιών μοιάζουν με συναγερμό εισβολής του Δρακουμέλ και τότε θυμωμένα τρέχουν να κρυφτούν στο μανιτάρι τους.

Όλοι ήμασταν κάποτε παιδιά και συνεπώς μπορούμε να αντιληφθούμε το αίσθημα του να θέλεις κάτι πολύ -όπως μια πανάκριβη μπάλα ή το ολοκαίνουριο αυτοκίνητο της barbie- αλλά η απάντηση των γονιών να είναι αρνητική. Αφού, λοιπόν, συνειδητοποιούσαμε πως δε θα γίνει δικό μας το πολυπόθητο αντικείμενο, ξεσπούσαμε σε κλάματα και κάναμε παράπονα. Συχνό φαινόμενο ήταν και ο ψυχολογικός εκβιασμός, αφού λίγο-πολύ όλοι έχουμε κατηγορήσει τους γονείς μας πως δε μας αγαπάνε και δε μας καταλαβαίνουν, επειδή δε μας κάνουν το χατίρι.

Στην παιδική ηλικία τα βλέπαμε όλα διαφορετικά. Πιστεύαμε πως οι γονείς μας ήταν κακοί και γι’ αυτό μας αντιμετώπιζαν κατ’ αυτό τον τρόπο. Γιατί δε μας έδιναν όλα όσα θέλαμε; Γιατί δε μας συγχωρούσαν απευθείας για τις αταξίες και τα σφάλματά μας; Δεν υποτίθεται ότι θα έπρεπε να κάνουν ό,τι θέλουμε και να μη μας στεναχωρούν;

Παράλληλα βλέπαμε άλλους γονείς που ήταν ιδιαίτερα παραχωρητικοί, που πάντα δικαιολογούσαν και υπερασπίζονταν τα παιδιά τους και τους χρησιμοποιούσαμε σαν μέτρο σύγκρισης. Οι γονείς αυτοί δε χαλούσαν χατίρι στα τέκνα τους! Τους έπαιρναν όλα όσα ήθελαν -κάποιες φορές και περισσότερα απ’ όσα είχαν ζητήσει. Τα παιδιά αυτά, βέβαια, όπως καταλάβαμε μεγαλώνοντας είχαν περισσότερες πιθανότητες να εξελιχθούν σε «εγωιστές» και να γίνουν «κακομαθημένα», άτομα που απορρίπτουν κάθε διαφορετική γνώμη πριν καν την ακούσουν και που πιστεύουν πως πάντα πρέπει να γίνεται το δικό τους. Κάποιοι άλλοι γονείς ήταν αυταρχικοί και πίεζαν τα παιδιά τους να προσαρμόσουν τη ζωή τους στα μέτρα των δικών τους επιθυμιών. Τα παιδιά αυτά μεγαλώνοντας τείνουν να έχουν μειωμένη αυτοεκτίμηση και πολλές ανασφάλειες.

Τώρα που απέχουμε χρόνια απ’ την παιδική ηλικία, έχοντας αποκτήσει το προνόμιο της κριτικής σκέψης, βλέπουμε τα πράγματα από άλλη οπτική γωνία. Αντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, πως οι γονείς μας μπορεί να μη μας έδιναν όσα ζητούσαμε, αλλά είχαμε όσα χρειαζόμασταν πραγματικά. Και αν καμιά φορά έδειχναν θυμωμένοι με τις πράξεις μας, σκοπός αυτής της στάσης ήταν να μας διδάξουν. Με τη συμπεριφορά τους έκαναν όντως ό,τι καλύτερο μπορούσαν για εμάς και έτσι αυτά που καταφέραμε να αποκτήσουμε ήταν πολύ πιο σημαντικά από τα παιχνίδια που τότε ζητούσαμε. Μας μετέφεραν αξίες, μας έμαθαν την υπομονή, το σεβασμό, την παραχωρητικότητα και την ταπεινότητα. Μας δίδαξαν πως δεν μπορούμε να παίρνουμε πάντα ό,τι θέλουμε στη ζωή και πως πρέπει να είμαστε σε θέση να ξεπεράσουμε καταστάσεις, στις οποίες θα αποκτήσουμε πολύ λιγότερα απ’ όσα επιθυμούμε. Μας προετοίμασαν έτσι για τα αληθινά ζόρια που θα συναντήσουμε στον πραγματικό κόσμο, ο οποίος τελικά βρίσκεται μίλια μακριά από το παιδικό στρουμφοχωριό μας.

Συντάκτης: Κατερίνα Παλατέ
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.