Πέρασε πολύς καιρός από τότε. Πέρασε πολύς καιρός από τότε που πονούσα για σένα, για εμάς. Είχα πείσει τον εαυτό μου ότι είμαι δυνατός. Ότι δεν αξίζει να χαλιέμαι για κάτι που τελείωσε.

Ο χρόνος έμοιαζε ο καλύτερος γιατρός. Ναι, τα πράγματα ήταν δύσκολα στην αρχή, το ξέρεις. Η αλλαγή μεγάλη, η απώλεια μεγαλύτερη. Αλλά έπεισα τον εαυτό μου ότι θα περάσει. Πάλευα με τη δύναμη της συνήθειας και την κέρδιζα με το μέρος μου κάθε μέρα που περνούσε. Ξεχνούσα τι ένιωθα και συνήθιζα την απουσία σου. Και ξέρεις κάτι; Τα είχα καταφέρει!

Είχα καταφέρει να πιστεύω ότι όλα είχαν τελειώσει. Οι φορές που γυρνούσες στο μυαλό μου ήταν ελάχιστες κι η απώλειά σου έμοιαζε πλέον χαμένη στο παιχνίδι του χρόνου. Μία γλυκόπικρη ανάμνηση, αυτό είχες γίνει για μένα. Μία γλυκόπικρη ανάμνηση που με τη χρήση ολικής συναισθηματικής αναισθησίας είχε περάσει στο χρονοντούλαπο, που πολύ σπάνια έστρεφα το βλέμμα μου. Και τώρα όχι απλά κοιτάω προς αυτό, αλλά σκέφτομαι να το ανοίξω.

Τραγική ειρωνεία! Εγώ που με τόσο κόπο και πόνο έκανα τα πάντα για να σε ξεχάσω, είμαι το ίδιο άτομο που θέλω να θυμηθώ μέχρι την πιο βαθιά μου λήθη. Να μάθω κάθε στιγμή που πέρασα μακριά σου και να τη γεμίσω με αυτές που θα ‘ρθουν. Μία στιγμή αρκεί για να αλλάξουν όλα. Μία στιγμή αρκεί για να γίνεις απ’ το αδειασμένο τίποτα τα πάντα μου ξανά.

Δε σε ήθελα, αλήθεια. Δε σε ήθελα, μέχρι που σε είδα μαζί του! Η στιγμή εκείνη ήταν που τα άλλαξε όλα. Η εικόνα θα σόκαρε πολλούς. Εκείνοι θα το βάζανε στα πόδια αλλά όχι εγώ! Και ξέρεις ποιο είναι το πιο αστείο; Φαινόταν σαν να το ήξερες! Στο αμήχανο χαμόγελό σου απεικόνισες όλο το χρόνο της απουσίας σου, κεκαλυμμένο με την ελπίδα, την πεποίθηση αν θες, ότι θα ξαναγυρίσω. Και, ναι, είχες δίκαιο. Θέλω να γυρίσω.

Μόλις σε είδα, η καρδιά μου χτύπησε όπως την πρώτη φορά που σε ερωτεύτηκα. Τα χέρια μου πάγωσαν και μαζί τους κάθε ελπίδα ότι σε είχα ξεχάσει. Όχι απλά δε σε ξέχασα, αλλά σε μία στιγμή θυμήθηκα όλα εκείνα τα συναισθήματα που έτρεχα να αποφύγω. Όλες εκείνες τις στιγμές που ζήσαμε μαζί.

Ο τύπος δίπλα σου δεν έμοιαζε σαν τίποτα άλλο πέρα απ’ τη θλιβερή υπενθύμιση των κακών επιλογών μας. Δεν πιστεύω να θες να μιλήσουμε περισσότερο γι’ αυτόν; Να πιστεύεις ότι μπορεί να έχει σχέση με μας; Όσο και να μη θες να το ακούς, το ξέρεις κι η ίδια, δε μας αγγίζει τίποτα πέρα απ’ τους ίδιους μας τους εαυτούς. Οι ανθρωπινές φιγούρες δίπλα μας είναι απλά μια παράπλευρη απώλεια στον πόλεμο αυτό. Έτσι κι αυτός.

Από εκείνο το σημείο κι έπειτα μόνο ένα πράγμα τριγυρνάει στο μυαλό μου: Να σε ξανακερδίσω! Να ‘μαι αυτός που θα σου κρατάει το χέρι ξανά. Αυτός που θα σε φιλάει στη μέση του δρόμου. Αυτός που θα καθησυχάζει κάθε ανησυχία και φόβο σου. Να ‘μαι αυτός που ήμουν!

Θα το κάνω αυτοσκοπό μέχρι να το πετύχω, μέχρι το γέλιο σου να ‘χει αποβάλει κάθε ίχνος αμηχανίας. Γελάει καλύτερα οποίος γελάει τελευταίος, λένε, και σε αυτήν την ιστορία θα γελάσουμε κι οι δύο -να το θυμάσαι!

Σ’ ενοχλεί η σιγουριά μου; Είναι η ίδια σιγουριά που διαμήνυε καθημερινά ότι θα σε ξεχάσω…

Θα ξανασυναντηθούμε, μικρή μου!

 

Συντάκτης: Γεώργιος-Κωνσταντίνος Ψύλλας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη