Πολλοί δεν ξεχωρίζουν ακριβώς τι είναι ακριβώς ένας γονέας, ή καλύτερα, πού υπάγεται. Βιολογικό καθήκον, επάγγελμα, λειτούργημα. Εγώ θα το περιέγραφα ως τιμή. Είναι τιμή να είσαι γονέας, είναι δώρο. Ο γονέας δε δημιουργεί μόνο ζωή από το μηδέν, αλλά και την καλλιεργεί. Όπως κάθε τιμή όμως, πρέπει να κερδίζεται. Είναι δουλειά που απαιτεί γερό στομάχι, καρδιά και νου. Πώς κερδίζεται λοιπόν; Είναι περίπλοκο, καθώς στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορεί να κάνει κάτι ο οποιοσδήποτε, αφού ένα παιδί δε χαρίζεται χέρι με χέρι. Μπορεί όμως να αποδείξει ότι άξιζε ν’ αποκτήσει τον τίτλο του. Και πρέπει να το αποδεικνύει. Κάθε μέρα και για πάντα. Αυτό είναι το τίμημα του γονέα.

Δεν κάνουν όλοι για γονείς. Άλλοι το ξέρουν, άλλοι όχι και συνεχίζουν να κοροϊδεύουν τους εαυτούς τους, καταστρέφοντας ζωές, θυσιάζοντάς τις στον βωμό της οφθαλμαπάτης που ζουν χρόνια. Άλλοι το κάνουν για κοινωνικούς λόγους. «Γιατί παντρευτήκατε αν είναι να μην κάνετε παιδιά;», «Μεγαλώνεις, βιάσου γιατί σε λίγα χρόνια δε θα μπορείς». Λόγια που γεννούν και τρέφουν απωθημένα, έτοιμα να ξεσπάσουν στη νέα ζωή που πρόκειται να έρθει. Άλλοι για ψυχολογικούς λόγους. «Δε νιώθω καλά με μένα, ας κάνω ένα παιδί». Το παιδί δεν είναι συντροφιά, είναι ευθύνη. Δεν έρχεται στη ζωή σου για να στη φτιάξει και σίγουρα όχι για να διαλύσεις εσύ τη δική του, γιατί, πίστεψέ με, αυτό θα κάνεις όταν συνειδητοποιήσεις ότι δεν μπορεί να κολλήσει τα σπασμένα σου. Παρ’ όλα αυτά, αρνούμαι να δεχτώ ότι υπάρχει γονιός που δεν πονάει το παιδί του. Τι είναι αυτό που τον κάνει λοιπόν κακό; Βλαβερό προς το ίδιο του το δημιούργημα;

Συναισθηματική ανωριμότητα. Αλλά ας το πάρουμε αντίστροφα. Τι σημαίνει συναισθηματική ωριμότητα; Σημαίνει να μπορείς να κυριαρχείς των συναισθημάτων σου, ανεξαρτήτως περιστάσεων, να αναλαμβάνεις τις ευθύνες των πράξεών σου και των λέξεων που ξεστομίζεις, η αυτεπίγνωση. Εκεί ξεκινάει το πρώτο σφάλμα το πασίγνωστο «επειδή το λέω εγώ». Η γονεϊκότητα δεν έρχεται σετ με το αλάθητο. Δε σε κάνει αυθεντία. Κι όμως, δεν είναι λίγοι αυτοί που πέφτουν σ’ αυτή την παγίδα και δημιουργούν ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στους ίδιους και τα παιδιά τους, ένα οικογενειακό κλίμα που πλησιάζει επικίνδυνα το φασιστικό. Η άρνηση του γονέα ν’ ακούσει σταδιακά οδηγεί στην άρνηση και του παιδιού να μιλήσει, είτε από φόβο είτε από αγανάκτηση. Όλο αυτό φυσικά, μπορεί να οδηγήσει και στο άκρο, που δεν είναι άλλο από την ανέγερση ενός ατόμου, ανίκανο να πάρει οποιαδήποτε απόφαση από μόνο του χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του πρότυπου γονέα που το μεγάλωσε. Σαν εξάρτηση. Συνειδητά ή ασυνείδητα, στερείται το ίσως βασικότερο εργαλείο της ζωής. Την κριτική σκέψη.

Ένα ακόμα σημάδι συναισθηματικής ανωριμότητας είναι και η χειριστικότητα που πολλοί παρουσιάζουν. Είναι οι γονείς που θα υπερβάλουν ή θα εξαπατήσουν τα παιδιά τους προκειμένου να επιβληθούν σ’ αυτά. Το πιο σύνηθες, που έχουν άσσο στο μανίκι τους, είναι η επίκληση στο συναίσθημα. «Να δω όταν πεθάνω τι θα κάνεις» ή «Ξέρεις πόσα θυσίασα εγώ για να σε μεγαλώσω;». Λόγια που ίσως, βραχυπρόθεσμα, εξυπηρετήσουν τον σκοπό τους, όμως μακροπρόθεσμα οι συνέπειες είναι καταστρεπτικές για το παιδί. Δημιουργούν ένα άτομο ενοχικό, χαρακτηριστικό που θα το συντροφεύει και θα επηρεάζει όλες του τις ανθρώπινες σχέσεις και στην ενήλικη ζωή του.

Ένα ακόμα σφάλμα των γονιών είναι κι η σύγκριση. Με συμμαθητές, με φίλους, με συναθλητές, ό,τι βρουν. «Οι φίλοι σου γιατί πήραν καλύτερο βαθμό;». Όπως είπα, μάστιγα. Προσπαθώ ειλικρινά να καταλάβω το σκεπτικό τους. Θα του το πεις αυτό και θα διαβάσει περισσότερο; Η σύγκριση είναι άτιμο παιχνίδι και σίγουρα δεν σταματάει στο διάβασμα. Μεγαλώνοντας, «αν δε φάω θα έχω σώμα σαν το δικό της», «αν δουλεύω 16 ώρες τη μέρα χωρίς ρεπό θα ξεπεράσω τους συναδέλφους μου». Αυτά είναι φαινόμενα που δεν προκαλούν μόνο συναισθηματική ζημιά, αλλά αγγίζουν και τα όρια του επικίνδυνου για τη ζωή. Οι ίδιοι οι γονείς πυροδοτούν αυτές τις καταστάσεις, αφού μεγάλωσαν το παιδί τους δημιουργώντας του την εμμονή να είναι το καλύτερο. Εγώ βλέπω μπροστά μου έναν άνθρωπο με χαμηλή αυτοεκτίμηση, κόμπλεξ κι απωθημένα. Έναν άνθρωπο δυστυχισμένο από κάθε άποψη.

Ακόμα και το κομμάτι της πειθαρχίας παίζει πρωταρχικό ρόλο. Η τιμωρία. Καλώς ή κακώς ζούμε σε μια κοινωνία με κανόνες που πρέπει να ακολουθούνται για να μην επικρατεί χάος. Και τα παιδιά, όντας παιδιά, θα κάνουν λάθη. Εκεί ακούς, εξηγείς κι ενδεχομένως πειθαρχείς ανάλογα, συνήθως χρησιμοποιώντας τη στέρηση πολυτέλειας ή την αγγαρεία όπως απαγόρευση βιντεοπαιχνιδιών ή προσφορά βοήθειας στις δουλείες του σπιτιού, με σύμφωνη γνώμη και του παιδιού ως προς το χρονικό διάστημα, για να διαστασιολογεί και μόνο του την πράξη του. Δυστυχώς όμως πολλοί είναι αυτοί που ακολουθούν άλλο μονοπάτι. «Κάτσε εδώ μόνος μέχρι να καταλάβεις τι έκανες», το silent treatment αλλιώς. Αυτό όχι μόνο δε λύνει το πρόβλημα, αλλά φέρνει κι άλλο. Οδηγεί το παιδί στο να υπεραναλύσει τα πάντα στην υπεράνθρωπη προσπάθεια να βρει το λάθος του και δεν μπορεί να είναι και σίγουρο ποτέ. Αυτό γεννά ανασφάλειες κι αβεβαιότητα. Μόλις ώθησε το παιδί στον φαύλο κύκλο του overthinking. Την αιώνια τιμωρία.

Μεγαλώνοντας, όλ’ αυτά τα βιώματα θα ξεσπάσουν στην ενήλικη ζωή με τη μορφή κακών επιλογών. Έπειτα, ο γονιός θα αναρωτιέται γιατί το παιδί όχι μόνο ανέχεται, αλλά και γεννά παθογένειες το ίδιο ή γιατί αυτοκαταστρέφεται από αντίδραση. Έτσι έμαθε. Ή μάλλον όχι. Έτσι του έμαθαν οι ίδιοι που τώρα αναρωτιούνται. Ο γονέας δεν είναι αυτός που έχει παιδί. Ο γονέας είναι άλλο. Ο πιο πιστός φίλος κι ο πιο ορεξάτος δάσκαλος. Μια ανθρώπινη ασπίδα απέναντι σε κάθε κακό που κρύβει ο κόσμος. Αυτός είναι ο γονέας. Ο καλός γονέας.

 

Πηγή φωτογραφίας απο τη σειρά Ginny & Georgia, Netflix

Συντάκτης: Βασιλική Νοταρά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου