Και θα τα πεις, και θα τ’ ακούσεις, και συμβουλή θα δώσεις, και θα την ακολουθήσεις. Έτσι δεν πρέπει να ‘ναι οι συζητήσεις; Θα μου πεις, θα μπορούσε να γίνει και μέσα στο μυαλό σου όλο αυτό, χωρίς να κινδυνεύεις να γίνεις ρεζίλι όταν κάποιος καταλάβει ότι ρωτάς κι απαντάς μόνος σου. Θα μπορούσε, ναι, αλλά λέγοντάς τα –και κυρίως ακούγοντάς τα– προσδίδεις στην όλη, ας την πούμε, «συζήτηση» μια άλλη σοβαρότητα.

Στ’ αλήθεια, η κουβέντα με τον εαυτό σου μπορεί να γίνει πολύ απολαυστική. Πες πως είχες έναν καβγά, ας πούμε –τυχαία τώρα– με το αμόρε σου. Σε σένα δε θα τα πεις; Θα εξιστορήσεις όσα έγιναν, με τη σωστή χρονική σειρά και πάντα με αντικειμενικότητα. Λες και δεν ήσουνα εκεί, λες και τ’ ακούς πρώτη φορά και πρέπει να καταγραφούν κάτω όλα τα γεγονότα.

Βεβαίως, οι παρενθέσεις για ειρωνείες και βρισίδι, όχι μόνο επιτρέπονται, αλλά επιβάλλονται. Οι εκφράσεις τύπου «Και ποιος είσαι εσύ, ρε φίλε, που θα μιλήσεις σε μένα έτσι;» κι «Από πότε, ρε μαλάκα, σου ‘χω δώσει εγώ δικαίωμα να φέρεσαι έτσι;» είναι κρίσιμες για τα συμπεράσματα της κουβέντας. Σε βοηθούν να ξαλαφρώσεις απ’ το θυμό σου, ενώ παράλληλα κανείς δεν είναι εκεί να διαφωνήσει με την άποψή σου ή να θυμώσει μαζί σου για το μπινελίκι. Κι αφού έχεις βρίσει αυτόν κι όλο του το σόι –πώς, δε φταίνε; αυτοί δεν τον μεγάλωσαν;– μπορείς πια ήρεμα να τον πάρεις και να του πεις γλυκά πώς πιστεύεις ότι θα λυθεί η παρεξήγηση.

Βγάζεις και συμπεράσματα, εννοείται! Αυτός είναι ο σκοπός της «συζήτησης», άλλωστε. Αφού έχεις παραθέσει σωστά όλα τα γεγονότα κι αφού έχεις ξεθυμάνει, μπορείς πια με καθαρό μυαλό να διακρίνεις πού –σχεδόν πουθενά– φταις εσύ και πού –σχεδόν παντού– φταίνε οι άλλοι.

Τελειώνοντας την κουβέντα με σένα, παίρνεις ένα ύφος σοβαρό, λες κι έχεις μόλις μιλήσει με τον ειδικό κι έχεις πάρει τη σωστή συμβουλή. Έχεις τη σιγουριά που χρειάζεται για να αντιμετωπίσεις το πρόβλημα. Αφήνεις το ύφος του τρελού που εδώ και μισή ώρα ρωτούσε κι απαντούσε μόνος του κι επιστρέφεις στην πραγματικότητα με ωριμότητα κι αποφασιστικότητα.

Άσε που καλύτερο boost αυτοπεποίθησης από αυτό δε θα βρεις -εντάξει, ίσως η μάνα σου να σε θεοποιεί λίγο περισσότερο, αλλά κανείς δεν την πιστεύει άρα δε μετράει. Έχει γίνει κάτι στη δουλειά, για παράδειγμα, ο ξινός ανώτερός σου σε υποτιμά, η σκύλα συνάδελφος δε σε υπολογίζει. Ποιος άλλος θα θυμάται όλα σου τα επιτεύγματα απ’ το νηπιαγωγείο μέχρι σήμερα; Ποιος άλλος θα ανασύρει ακόμη και διπλώματα σε εξετάσεις πρώτων βοηθειών στα οποία πήρες άριστα, μόνο και μόνο για να σε υπενθυμίσει τι αξίζεις;

«Να υποτιμήσουν εμένα, που έχω φτάσει grade 8 στο μπαλέτο απ’ τα 10 μου;» -φυσικά και υπερβάλλεις. «Δε δουλεύω εγώ σκληρά; Εγώ που δεν έχω ώρα ούτε τα νύχια μου να φτιάξω;» – έτυχε τώρα να μην ταίριαξαν οι ώρες σου με τη μανικιουρίστ και θα πας σε δυο μέρες. Όπως και να ‘χει, τελειώνοντας το μονόλογο, έχεις ψηλώσει δυο-τρεις πόντους κι η αυτοπεποίθηση πάντα βοηθάει σε περιόδους κρίσης.

Μην το αρνηθείς, όλοι το κάνουμε. Και γιατί να ντραπούμε; Κανείς δεν ξέρει εμάς καλύτερα από εμάς και καλό θα ήταν να δίνουμε λίγη περισσότερη εμπιστοσύνη στην άποψή μας. Αν και, συνεχίστε καλύτερα να το κάνετε όταν βρίσκεστε εντελώς μόνοι, φαίνεται παράξενο!

Συντάκτης: Μόνα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη