Αν σκεφτείς έστω και τυχαία, πώς κρίνεις κι αποφασίζεις για τη ζωή σου την ίδια, θα δεις πως σε κάποιο βαθμό δεν είσαι μόνος σου. Αυτή η αντίληψη, δηλαδή, πως στην ενήλική μας ζωή έχουμε τη δυνατότητα να πορευόμαστε δίχως να μας αφορά τι θα σκεφτούν οι γύρω μας ή πώς θα μας κρίνουν, μάλλον ανήκει στη φαντασία, παρά σε όσα έμπρακτα διαδραματίζονται και μάς καθορίζουν. Για να το κάνουμε πιο απλό, εκείνο το «τι θα πει ο κόσμος» που από μικρά μάς πιπιλούσαν το κεφάλι και το έθεταν σαν νορμάλ επιχείρημα, έχει σκάψει μέσα μας βαθύτερα απ’ όσο νομίζουμε.

Η σκέψη αυτή είναι αναμφίβολα μια πληγούλα στου καθενός τη συνείδηση, για διαφορετικούς και μοναδικούς λόγους. Μεγαλώνουμε και νομίζουμε πως χτίζουμε θεμιτές άμυνες γύρω από τις επιλογές μας, πως τις θωρακίζουμε και στεκόμαστε ακέραιοι, καθώς δικαιούμαστε αποδοχή κι επιβράβευση για τα μικρά και τα μεγάλα μας. Αυτά στα χαρτιά, γιατί η αλήθεια είναι λίγο παραπέρα και δε σου κρύβω πως είναι άβολη. Η ζωή σου, η ζωή μου, η ζωή του δίπλα και του απέναντι, μπορούν κάλλιστα να γίνουν αντικείμενο για μεσημεριανό κους-κους σε μπόλικα τραπέζια, πράγμα που όσο κι αν προσπαθούμε δε μας αφήνει αδιάφορους. Βρισκόμαστε σε μια κοινωνία που με ευκολία κουνά το δάχτυλο και μαστιγώνει με γνώμες αχρείαστες, μια χολή που καλύπτεται από χαμόγελα κι εκείνο το θανατηφόρο «εγώ για το καλό σου το λέω». Αυτή η κατάσταση, βέβαια, ευσταθεί και είναι οκ μόνο αν μιλάμε για τους άλλους, γιατί αν τυχόν εκείνο το δαχτυλάκι γυρίσει πάνω στα δικά μας τα σπασμένα, τότε τα πράγματα είναι ζόρικα.

Χώρισες; Μα γιατί χώρισες, τώρα θα λένε πως χάλασες το σπίτι σου. Δεν κατάφερες σε μια τάδε ηλικία να φύγεις από το πατρικό σου; Νιώθεις πως γυρνάς το κεφάλι και σε φωνάζουν μπέμπη. Παιδάκια; Γιατί δεν έκανες ακόμα, τι περιμένεις μεγάλος άνθρωπος; Κι εκείνο το πτυχίο τι το λιβανίζεις, τι είσαι, κανένας άχρηστος; Ένα δείγμα μόνο από τυπικούς διαλόγους που θα ξεκινήσουν ίσως μέσα από το ίδιο σου το σπίτι και θα φτάσουν μέχρι εκείνον τον γνωστό, που για κάποιο λόγο -δε θα μάθουμε ποτέ ποιον- νομίζει πως του χρωστάς εξηγήσεις για τον πρότερο βίο σου. Σε αυτό το σημείο ακριβώς, αξίζει να σταθούμε και ν’ αντιληφθούμε πως πρόκειται για ένα τριπάκι που μέρα με τη μέρα μάς κάνει όλο και πιο ευάλωτους. Μας νοιάζει περισσότερο να φανούμε αποτυχημένοι ή ανεπαρκείς στα μάτια τρίτων κι αργούμε να ακούσουμε τις δικές μας ανησυχίες, να δούμε τα λάθη μας, ίσως και να διορθωθούμε. Όσο αστείο κι αν φαίνεται με μια πρώτη ματιά, εκείνο το «ρεζίλι γίναμε στη γειτονιά» που μπορεί να έλεγε η μάνα μας καμιά φορά πάνω στα νεύρα της, έχει ριζώσει στη σκέψη μας και πετάγεται σαν σφαλιάρα όταν δεν πρέπει.

Νομίζουμε πως έχουμε απαλλαγεί από το mindset που ενδεχομένως να αντιπροσώπευε τις ταινίες της Finos Film, αλλά μάντεψε. Άνθρωποι που έχουμε την τύχη να ζούμε σε μικρές κοινωνίες, που καμιά σχέση δεν έχουν με το χάος μιας πόλης που ζεις μεταξύ αγνώστων, έχουν βιώσει στο πετσί τους την ισχύ της «γειτονιάς». Κανείς δε λέει πως δεν είσαι ελεύθερος να ζεις όπως επιθυμείς κι αισθάνεσαι, για να είμαστε ξεκάθαροι. Μα θα ήταν ψέμα αν ισχυριζόμασταν πως δε φιλτράρεις μια και δυο φορές παραπάνω τον τρόπο που κινείσαι ανάμεσα σε ένα περιβάλλον που όλοι ξέρουν για σένα και ξέρεις κι εσύ για αυτούς. Είναι μια κατάσταση που όσοι είχαν τη δύναμη να αποτινάξουν από πάνω τους και να συμπεριφέρονται σαν να μην τους αφορά, άρχισαν να νιώθουν και πιο απελευθερωμένοι. Όσοι πάλι δυσκολεύονται ακόμα, είναι εκείνοι που αναγνωρίζουν πρώτοι τα αδιάκριτα βλέμματα, και που πάση θυσία θα αποφύγουν κιόλας.

Σε μια προσέγγιση πιο γενική, θα σου πω πως ίσως μιλάμε τόση ώρα για ένα κομμάτι μελανό της κοινωνίας μας, αν όχι της κουλτούρας μας. Από συγγενείς μέχρι ανθρώπους που πρακτικά καμιά σχέση δεν έχουμε μαζί τους, οι οποίοι απλώνουν το πόδι μέσα στα δικά σου τα πεπραγμένα, θα βρεις ένα κοινό: αδυνατούν να κοιτάξουν την καμπούρα τους. Οπότε, ξεκινάει ένας φαύλος κύκλος που σε προστάζει να κοιτάς δίπλα, απέναντι, δεξιά κι αριστερά, γιατί σε θλίβει να δεις μέσα στο σπίτι σου, ή σε κάνει να βαριέσαι. Μαθαίνεις να ζεις και για τους άλλους αφού για σένα μόνο ξέρεις πως δεν μπορείς.

Για να τελειώνουμε όμως, επειδή όλοι είμαστε εν δυνάμει κατίνες σε αυτή τη ζωή, επειδή όλοι μπορεί να έχουμε πέσει στην παγίδα άθελά μας, ας το κάνουμε λίγο πιο απλό. Έλεγχο μπορεί να μας ασκήσει ο λογιστής μας ή ο γιατρός μας, που κι αυτοί για καλό μας μάς ξεψαχνίζουν. Οι υπόλοιποι, αν πρόκειται να ανοίξουμε το στόμα μας γι’ αχρείαστο λόγο, καλό θα ήταν να το μπουκώσουμε με κάναν κουραμπιέ, μέρες που ‘ναι.

Συντάκτης: Αλίκη Μουσμούλα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου