Δεν περάσαμε πολλά μαζί. Για την ακρίβεια, δε μας άφησα να περάσουμε πολλά μαζί. Απ’ την αρχή είχα τις αμφιβολίες μου. Θυμάμαι να σε καρφώνω εξεταστικά, να με ρωτάς γι’ αυτό το βλέμμα, που έλεγες ότι σε καθήλωσε απ’ την πρώτη στιγμή, ενώ εγώ σε κοίταζα επίμονα για να βρω τρωτά σημεία, να επιβεβαιώσω τις θεωρίες μου, να σε διώξω πριν προλάβεις να σημάνεις κάτι για εμένα. Και μου είχα υποσχεθεί να μην αφήσω τον έρωτα κι άλλα τέτοια στοιχειά να με παρασύρουν στην ειρωνεία του να περπατάς σε ένα δρόμο με αγκάθια, να φλέγεσαι απ’ τον πόνο, αλλά παράλληλα να σου αρέσει, λες και πας εκδρομή.

Πέρασαν πολλές νύχτες να σε σκανάρω με το βλέμμα μου, αντί να το κολλήσω σε όλες αυτές τις λεπτομέρειες πάνω σου για τις οποίες τώρα θα έδινα τα πάντα. Κι ας είχα μια θεμελιωμένη θεωρία στα πολυδιαβασμένα βιβλία του μυαλού μου ότι κανείς δε μένει κι ότι όλοι φεύγουν, πίστευα ότι θα ήσουν εκεί επ’ αόριστον κι ότι θα ‘χα χρόνο για τα πάντα μαζί σου. Κι όμως, οι μέρες έτρεχαν κι εγώ έχανα την αίσθηση του χρόνου. Είχε φύγει παντελώς απ’ το μυαλό μου η ιδέα ότι στον έρωτα υπάρχει μια ημερομηνία λήξης που άπαξ και περάσει, τον πετάμε στον κάδο απορριμμάτων, μην τυχόν και πέσουμε στην παγίδα, τον γευτούμε και μας πειράξει.

Με θυμάμαι συνεχώς να αμφιβάλλω. Έβλεπα ότι σε εξαντλούσε αυτή η υπερανάλυση στην οποία, τελικά, πάντοτε προέβαινα, υπερανάλυση του εαυτού μου, του δικού σου, κι αυτού που θα μπορούσαμε να ‘χουμε, αν δεν ήμουν εγώ η «προβληματική». Με κατέκρινα ουκ ολίγες φορές για το πόσο ανεπαρκής μπορεί να ‘μουν για εσένα. Βλέπεις, ο πραγματικός λόγος για τον οποίο σε παρατηρούσα διαρκώς ήταν για να δω αν εγώ σου αξίζω κι όχι αν εσύ είσαι κατάλληλος για εμένα. Ήταν σαν να ‘χα βγάλει εντελώς τον εαυτό μου από το παιχνίδι και τα έπαιζα όλα για όλα για να γίνω κάτι σημαντικό για εσένα, που ακόμα κι αν περάσει θα το θυμάσαι.

Κι οι μέρες πέρασαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, μέρες χαμένες μέσα στις δειλές σου υποσχέσεις ότι όλα θα πάνε καλά, ότι θα ‘σαι εδώ και πόσα ακόμα λόγια που μου επιβεβαίωναν ότι το τέλος αργεί να φανεί στον δρόμο μας. Ήταν σαν να μου έδινες το δικαίωμα να αμφιβάλλω λίγο ακόμα, ότι μπορώ να μας ζορίσω λίγο ακόμα, γιατί έτσι πίστευα ότι θα καταλάβω αν αντέχουμε στα δύσκολα.

Τα όμορφα μαζί σου, ξέρεις, ήταν εκείνες οι ονειρικές στιγμές που λες ότι δε θέλεις να τελειώσουν, αλλά αν είσαι επιφυλακτικός ξέρεις ότι ο ήλιος μπορεί ανά πάσα στιγμή να μετατραπεί σε ψιλόβροχο, και για πότε έρχεται η καταιγίδα δεν παίρνεις χαμπάρι. Τα όμορφα αυτά ήταν τόσο όμορφα που σπαταλούσα χρόνο απ’ τον χρόνο που είχε απομείνει μέχρι να φύγεις, με το να αναρωτιέμαι αν είσαι εδώ πραγματικά ή αν προσποιείσαι, αντί να τα απολαμβάνω.

Και τότε ήρθες μια μέρα και με έπιασες τελείως απροετοίμαστη. Ήταν τότε που, ξέρεις, ήθελα να σου πω να αφήσουμε τα παιχνίδια, να σου πω ότι σε πιστεύω, ότι σε θέλω για εμένα και για καμία άλλη, ότι δεν μπορώ να μας φανταστώ να μην αναπνέουμε ο ένας για την ύπαρξη του άλλου. Σαν τώρα το θυμάμαι που πήρες όλες τις στιγμές, τις υποσχέσεις και τα λάθη, και μαζί με τον ήδη ληγμένο έρωτα, που είχε πιάσει μούχλα, τα πέταξες όλα χωρίς δεύτερη σκέψη στον κάδο. Με κοίταξες με ‘κείνο το εξεταστικό βλέμμα με το οποίο είχα μάθει εγώ να σε κοιτάζω, μα εσύ δε με παρατηρούσες για να με μάθεις, εσύ με παρατηρούσες κι αναρωτιόσουν γιατί σε άφησες στα χέρια μου. Πήρες έπειτα το βλέμμα του μετανιωμένου κι έφυγες. Έτσι απλά.

Αυτά τα ξέρεις. Αυτά που δεν ξέρεις είναι όσα προέκυψαν μετά τη φυγή σου. Τα λόγια που δεν πρόλαβα να σου πω μου στάθηκαν στον λαιμό και δε θυμάμαι την ανάσα μου να ‘χει ποτέ έτσι κοπεί. Χωρίς να το σκεφτώ, έκανα αυτό που πάντα μου έλεγες: αναποδογύρισα στο πάτωμα το κουτί με τα φάρμακα, να βρω κάτι να συνέλθω. Από εκεί και πέρα, για την υπόλοιπη νύχτα νιώθω ότι οι μνήμες μου με εγκαταλείπουν.

Τώρα ξέρω ότι το ιδανικό φάρμακο είναι η επιστροφή σου. Τώρα το ξέρω και δεν αμφιβάλλω για όσα ξέρω. Αμφιβάλλω, όμως, για εμένα που πλέον δε με ξέρω. Για εμένα που χωρίς εσένα δε με ξέρω, δεν ξέρω πού αρχίζω και πού τελειώνω. Δεν ξέρω πότε γελάω και πότε απλά προσποιούμαι για να δείχνω εντάξει. Δεν ξέρω ποια είμαι μακριά σου.

Έλα μια νύχτα από αυτές τις αδιάφορες, ρίξε μου ακόμα ένα εξεταστικό βλέμμα και πες μου τι μου έχει απομείνει από μυαλό και ψυχή. Νομίζω μου το χρωστάς.

Συντάκτης: Φένια Βουδαντά
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη