Φτάσαμε κι εμείς σιγά-σιγά σε μια ηλικία μετά τις σπουδές που χαράζουμε τη δική μας πορεία. Και ξαφνικά ακούμε να επαναλαμβάνεται συνέχεια η ίδια ερώτηση ξανά και ξανά. Σαν να είναι η μόνιμη έγνοια. Σάμπως κι ο κόσμος φτιάχτηκε γι’ αυτό. «Πότε θα παντρευτείς;».

Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια οικογένεια ακόμη και στην Ελλάδα του σήμερα που μόνιμη απορία είναι αυτή. «Ήρθε ο καιρός σου, πρέπει να φτιάξεις τη ζωή σου, να με κάνεις παππού, γιαγιά, να νοικοκυρευτείς». Κουβέντα που ξετυλίγεται απροειδοποίητα σε οικογενειακά τραπέζια και συνάξεις κι εσύ λες «πού να κρυφτώ τώρα». Όχι τίποτα άλλο, για να μη χρειαστεί να απαντήσεις και στην άποψη της κόρης της τρίτης ξαδέλφης της θείας σου.

Κι όντως το να αρραβωνιαστεί κανείς σε μια τέτοια ηλικία δεν είναι και παράξενο. Είναι αντιθέτως απόλυτα φυσιολογικό. Καθημερινά ακούμε για φίλους μας που αρραβωνιάζονται, παλιούς συμμαθητές και γνωστούς. Και πραγματικά το κάνουν επειδή γουστάρουν κι αγαπιούνται.

Χαιρόμαστε γι’ αυτό. Γιατί να μη χαρούμε άλλωστε. Μας αρέσει να βλέπουμε τα φιλαράκια μας χαρούμενα, να έχουν βρει το δρόμο τους. Να έχουν βάλει σιγά-σιγά τη ζωή τους σε μία τάξη. Και το σημαντικότερο να έχουν βρει τον άνθρωπό τους. Σπουδαίο πράγμα. Έχουν αποφασίσει να μοιραστούν τη ζωή τους με κάποιον που αγαπούν πολύ. Από μόνο του αυτό έχει μία μοναδικότητα.

Ταυτόχρονα όμως φρικάρουμε. Τρελαινόμαστε. Λέμε «δεν μπορεί». Πόσο χρονών είμαστε πια; Προσπαθούμε να πείσουμε τον εαυτό μας πως οι άλλοι ίσως και να βιάστηκαν. Πως εμείς ξέρουμε καλύτερα και τα ’χουμε οργανωμένα όλα να γίνουν στην ώρα τους. Κι έτσι μπορεί να είναι. Κι όταν λέμε σωστή ώρα εννοούμε αυτή που εμείς ορίσαμε για σωστή. Στο κάτω-κάτω εμείς ξέρουμε καλύτερα.

Παρ’ όλα αυτά τα ωραία, το να βλέπεις τους γύρω σου να φτιάχνουν τη ζωή τους και την ίδια ώρα να ακούς το πρήξιμο των δικών σου είναι κάπως. Κάπως πιεστικό, αγχωτικό, μη σου πω και σπαστικό πολλές φορές. Νιώθουμε λιγάκι εγκλωβισμένοι. Σαν να μπαίνουμε σε καλούπια. Και συνεχώς τριγυρίζει η ίδια σκέψη στο μυαλό μας. «Λες να έχει δίκαιο η μάνα μου; Κάνω κάτι λάθος;».

Όχι, παιδιά, δεν κάνουμε τίποτα λάθος. Κύριοι του εαυτού μας εμείς είμαστε. Εμείς κάνουμε κουμάντο, εμείς αποφασίζουμε. Και δεν πρέπει να μας κάνουν να αισθανόμαστε περίεργα ούτε επειδή «ήρθε ο καιρός», ούτε επειδή μεγαλώσαμε, ούτε γιατί τελικά ο μανάβης της γειτονιάς ζήτησε την κόρη της γειτόνισσας. Χεστήκαμε.

Τα εκτιμάμε όλα αυτά. Χαιρόμαστε μ’ αυτούς που τα ζουν –κυρίως τους φίλους μας –, συμμεριζόμαστε τις ανησυχίες της οικογένειας, αλλά φτάνει πια. Δε θα γίνουμε κι έρμαιό τους. Δε θα οδηγηθούμε σε πιθανόν λάθος αποφάσεις για να ικανοποιήσουμε τρίτους. Ή έστω διότι είναι της μόδας και το κάνουν όλοι οι φίλοι μας.

Θα το κάνουμε όταν νιώσουμε έτοιμοι. Εμείς και μόνον εμείς γνωρίζουμε το πότε πρέπει να γίνει επειδή θα το αισθανθούμε. Εμείς κι ο σύντροφός μας. Αυτός που θα γίνει συνοδοιπόρος σε μια ολάκερη ζωή. Αυτός που θα μας κρατά το χέρι και θα μας σηκώνει στα δύσκολα. Αυτός που θα ξυπνάει μαζί μας κάθε πρωί και που μ’ αυτόν θα ονομαζόμαστε γονείς κάποιων παιδιών.

Κι αυτό θα πρέπει να είναι σπουδαίο με τη μέγιστη σημασία της λέξης. Ούτε απερισκεψίες, ούτε βιασύνες, ούτε πιέσεις, ούτε ψυχαναγκασμοί. Και στο κάτω-κάτω μπορεί να μη γουστάρουμε να αρραβωνιαστούμε. Ποιος θα μας κρίνει; Η κοινωνία; Ποια κοινωνία;

Γι’ αυτό ας ηρεμήσουμε λιγάκι. Χαλαρώστε, κουλάρετε. Όλα θα γίνουν. Στην ώρα τους. Στη ώρα μας. Τη δική μας, που επιλέξαμε χωρίς τη συμβολή άλλων. Αυτό μας έλειπε τώρα να ζούμε μ’ όλες αυτές τις ανησυχίες σάμπως κι είναι και φοβερό θέμα.

Τα καλούπια υπήρχαν ανέκαθεν. Έτσι είναι. Κι όντως ίσως και να τα γουστάρουμε κατά βάθος. Γιατί έτσι μάθαμε ή γιατί είναι στη φύση μας. Μη  μας εγκλωβίζετε όμως μέσα σ’ αυτά τα καλούπια σαν να είναι φυλακές. Ίσως να μπούμε από μόνοι μας. Αλλά θα το κάνουμε όταν κι εφόσον θέλουμε. Get over it!

Συντάκτης: Παύλος Πήττας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη