Μεγάλη υπόθεση ο έρωτας.

Φέρνει τα πάνω κάτω στη ζωή μας και πάντα καραδοκεί στις πιο απρόσμενες γωνίες. Ένας απρόσκλητος επισκέπτης που, παρά το ξαφνικό ντου, πάντα χαιρόμαστε να τον βλέπουμε και να τον ζούμε. Δε ρωτάει ποτέ για τις πράξεις του, ούτε μαρτυράει τις μελλοντικές του κινήσεις. Μένει σιωπηλός και μυστηριώδης. Σε αφήνει να εξερευνήσεις μαζί με το ταίρι σου το «τώρα» σας, επιφυλάσσοντας μεγάλες εκπλήξεις.

Όμως, όταν αποφασίζουμε να τον ανακαλύψουμε, του αφιερώνουμε ένα μεγάλο ποσοστό του καθημερινού μας χρόνου. Κάθε δευτερόλεπτο, κάθε λεπτό, κάθε στιγμή είναι αφιερωμένα στον έρωτα που βιώνουμε. Κι η κίνησή μας αυτή, όπως κι όλες άλλωστε, έχει και τις παράπλευρες απώλειές της. Προφανώς, όταν σκορπάμε άπλετο χρόνο στα κρυφά σοκάκια του έρωτα, κρατώντας απ’ το χέρι τον άνθρωπό μας, μειώνουμε αισθητά τις ώρες που προσφέραμε στις άλλες πτυχές της ζωής μας, κυρίως στις φιλικές σχέσεις μας κι εκείνες τις εξόδους μας.

Οι χαλαροί καφέδες και τα ξέφρενα βράδια με την παρέα μας μειώνονται αισθητά, σε βαθμό που ίσως και να μηδενίζονται. Στο πρόγραμμά μας, όσο περιορισμένο κι αν είναι, κυριαρχεί ένα μόνο όνομα, ένα μόνο πρόσωπο· ο άνθρωπός μας. Δε σκεφτόμαστε στιγμή πως έχουμε παραμελήσει κάποιους άλλους ανθρώπους στη ζωή μας, ακόμα κι αν προηγουμένως ήταν οι πρωταγωνιστές στον καθημερινό ελεύθερο χρόνο μας και τώρα δεν κρατάνε ούτε καν ρόλο κομπάρσου.

Άνθρωποι δικοί μας έχουν πια εξαφανιστεί εντελώς -ή μάλλον τους εξαφανίσαμε εμείς. Για να ‘μαστε αντικειμενικοί, ο καθένας αισθάνεται πόσο σημαντικός, για μας, είναι, πού χωράει και πού περισσεύει, πότε η παρουσία του στη ζωή κάποιου είναι επιθυμητή και πότε αναγκαστική. Απ’ τη στιγμή που συνηθίζαμε καθημερινά να βρισκόμαστε και να ανταλλάσσουμε τα νέα μας και τώρα ούτε το τηλέφωνο δε σηκώνουμε για να καλέσουμε τα φιλαράκια μας, γνωρίζουμε πολύ καλά ποιος είναι ο υπαίτιος -ακόμα κι αν απομακρύνθηκαν κι εκείνα από ένα σημείο και μετά.

Δική μας η ευθύνη αυτής της απόστασης. Εμείς διαλέξαμε να θέσουμε διαφορετικά θεμέλια στις φιλικές μας σχέσεις. Διαλύουμε ό,τι είχαμε χτίσει με κόπο τόσο καιρό για να χτίσουμε, με ενθουσιασμό, κάτι καινούριο, την ερωτική μας δέσμευση. Η σχέση με τους φίλους μας, πλέον, έχει ως βάση παλιά και φθαρμένα θεμέλια, τοποθετημένα με έναν πρόχειρο τρόπο, ίσα για να μην γκρεμιστεί. Έχουμε ξεχάσει σε μια άκρη τους φίλους μας. Ούτε που γνωρίζουμε τι κάνουν κι αν έχει αλλάξει κάτι στη ζωή τους, αν βρήκαν καινούρια δουλειά κι αν αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα. Παίρνουμε σαν δεδομένη –εσφαλμένα– τη σκέψη πως όλα είναι μια χαρά, αλλιώς θα μας είχαν ειδοποιήσει, αν είχε προκύψει κάτι. Έτσι, εξακολουθούμε να δίνουμε όλο μας τον χρόνο στο ταίρι μας, αποκτώντας περισσότερες εμπειρίες μαζί του.

Όλο τον καιρό –ειδικά το πρώτο διάστημα– που ζούσαμε τον έρωτά μας, χτυπούσε το τηλέφωνο και σηκώνοντάς το ακούγαμε απ’ την παρέα μας συνεχείς προσκλήσεις για εξόδους, καλώντας είτε μόνο εμάς είτε και το ταίρι μας. Μα ακόμα κι αν καμία φορά πήγαμε εκείνον τον καφέ ή ήπιαμε εκείνο το χαλαρό ποτό μόνοι, θεωρητικά όπως παλιά, εμείς και το παρεάκι μας, είχαμε κάτι μούτρα κατεβασμένα, σαν να ‘μασταν εκεί με το ζόρι. Προτιμούσαμε την ίδια στιγμή να ‘μαστε αγκαλιά με τον άνθρωπό μας και να βλέπαμε μια ταινία μαζί ή να ήμασταν κάπου έξω και να συζητούσαμε με τις ώρες.

Κι όποτε βρίσκαμε ευκαιρία, στις σπάνιες πια φιλικές εξόδους, φέρναμε μαζί και τον άνθρωπό μας, ακόμα κι αν οι φίλοι ήθελαν να ‘μασταν μόνοι για να μοιραστούν κάτι προσωπικό τους. Και περνούσε ο καιρός, και μπορεί να ερχόμασταν πιο κοντά ως ζευγάρι, αλλά απομακρυνόμασταν απ’ τους πιο κοντινούς μας ανθρώπους. Το τηλέφωνο έπαψε να χτυπάει μετά από τόσες αναπάντητες, οι προσκλήσεις για έξοδο κόπηκαν πια μετά τα απανωτά «έχουμε κανονίσει με το μωράκι για απόψε» και τα social media μαρτυρούν πως οι φίλοι μας μια χαρά περνάνε όλοι μαζί στο συνηθισμένο στέκι, αλλά μάλλον εμείς δε χωράμε στην παρέα τους, πλέον. Κι αυτή είναι η στιγμή που συνειδητοποιούμε τα λάθη μας.

Μόνοι μας καταφέραμε να διώξουμε τους φίλους μας από κοντά μας. Δεν έφυγαν, τους απομακρύναμε εμείς με τη συμπεριφορά μας, προβάλλοντας σαν άλλοθι το ερωτοχτύπημά μας. Και πού καταλήξαμε; Να μην έχουμε κάποιον να βγούμε μια βόλτα, να πιούμε έναν καφέ. Να μην έχουμε έναν άνθρωπο να μιλήσουμε για τους προβληματισμούς μας, για τις εντάσεις στη σχέση μας, να κάνουμε χαβαλέ, να πούμε δυο σαχλαμάρες. Παραμερίσαμε την παρέα μας, που έχουμε ζήσει μαζί τόσα, για χάρη ενός προσώπου που –συγκριτικά– γνωρίζουμε ελάχιστα, και που φυσικά δε μας ζήτησε ποτέ την αποκλειστικότητα του χρόνου μας.

Κι αφού κάνουμε το λάθος μας, μετανιώνουμε. Μετανιώνουμε τις επιλογές μας και τις κινήσεις μας.  Και το μόνο που μπορούμε να κάνουμε τώρα είναι να προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε ξανά τους φίλους μας. Να πούμε όλη την αλήθεια και να εξηγήσουμε τι είχαμε τότε στο μυαλό μας. Οι πραγματικοί φίλοι θα κατανοήσουν την κατάσταση, αρκεί κι εμείς να εννοούμε όσα λέμε. Χρωστάμε μια ειλικρινή συγγνώμη σε όλους.

 

Συντάκτης: Χρύσα Κωστοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη