Μπορεί να χρωστάμε κάπου ένα «ευχαριστώ», ένα «σ’ αγαπώ» και μια «συγνώμη». Λόγια που δεν έχουμε τολμήσει να ξεστομίσουμε, που σκοπίμως αποσιωπήσαμε και που για χάρη ενός μάγκα εγωισμού, ενός φόβου ή μιας ανούσιας υπερηφάνειας, θάφτηκαν στο άγρυπνο ασυνείδητο των σκέψεών μας, για να μας στοιχειώνουν πλέον μόνο τις άυπνες, μοναχικές μας νύχτες.

Σε περίπτωση που δεν το αντιληφθήκατε, εξαιτίας τους, έχουμε ενσαρκώσει όλοι το ρόλο του κακού στην ιστορία κάποιου. Μερικές φορές μάλιστα –τις πιο άτυχες ίσως– αυτός ο κάποιος είναι ο ίδιος μας ο εαυτός· γιατί πράγματι, φορτώνουμε την ψυχή μας, τον εαυτό μας, με το αβάσταχτο βάρος απ’ τα λόγια που δε λέμε. Και πόσο πιστεύετε θ’ αντέξει;

Είτε πρόκειται για ένα αντίο, είτε για μια συγχώρεση, είτε για κρυφά κι ανομολόγητα συναισθήματα, πολλές φορές φοβόμαστε τις ανοιχτές συζητήσεις και τις σταράτες εξομολογήσεις συνεχίζοντας τη ζωή μας σαν να μη συμβαίνει τίποτα, αφήνοντας ωστόσο πίσω, πράγματα που δεν έχουμε ξεκαθαρίσει τόσο μέσα μας, όσο και προς τον έτερο άμεσα ενδιαφερόμενο. Αλήθεια, τα κρατάμε στη σκέψη μας για καιρό ή τα ξεχνάμε κάποια στιγμή;

Οι εμπειρίες μας δείχνουν πως όσα κλειδώνουμε μέσα μας, μάλλον είναι επειδή δε βρίσκουν τον τρόπο να βγουν προς τα έξω, να ελευθερωθούν αυτούσια και να λυτρώσουν τελικά κι εμάς. Δε φεύγουν ποτέ. Απλώς με τον καιρό μαθαίνουμε να τα κοιμίζουμε ώστε να μην κάνουν θόρυβο στο μυαλό μας, μαθαίνουμε να τα θάβουμε, δεν τα αντιμετωπίζουμε, κερδίζοντας μια μικρή χρονική παράταση μέχρι τη στιγμή που ο νους μας, θαρρείς σαμποτάροντας την ψυχική μας ηρεμία, θα αποφασίσει ξεσπώντας να τα ανασύρει στην επιφάνεια της μνήμης μας με συναισθηματικό τόκο.

Εν προκειμένω, ο κάθε επόμενος θα πληρώνει τα σπασμένα του προηγούμενου, είτε μιλάμε για σεξουαλική σχέση, είτε για οποιαδήποτε άλλη ανθρώπινη επαφή. Κι όσο ο επόμενος επωμίζεται τα απωθημένα και τα λάθη του προηγούμενου ομόλογού του, εμείς ως συνδετικός κρίκος φέρουμε σημαντικό μερίδιο ευθύνης κυρίως επειδή δεν ανοίγουμε την πόρτα των συναισθημάτων μας ώστε να απελευθερωθούν, πάρα τα συσσωρεύουμε μέσα μας αφήνοντας τοξικότητα.

Κάποια απ’ αυτά που κρύβουμε, μπορεί να θέλουμε όσο τίποτα να τα μοιραστούμε, κι όμως, είτε αποκλείουμε πρακτικά εντελώς αυτή την πιθανότητα, είτε απλά το αναβάλλουμε. Μα το ενδεχόμενο της χρονικής αναβολής είναι τόσο αστείο, λες κι έχουμε κάνει κάποια συμφωνία με τη ζωή πως αύριο θα είμαστε περισσότερο ικανοί κι έτοιμοι να τα εκδηλώσουμε.

Δε μας πέρασε στιγμή απ’ το μυαλό όμως πως, ίσως, αύριο να μην μπορούμε να τα εκφράσουμε και πως εκείνος στον οποίον θέλουμε να τα πούμε, ίσως να μην μπορεί να τα ακούσει. Πώς παίρνουμε, λοιπόν, μια τόσο δειλή –κατά τ’ άλλα– απόφαση σιωπής;

Είναι πολύ πιθανό να φταίει ο παράγοντας φόβος. Μα δε μιλάμε μόνο για τον φόβο της αντίδρασης του συνομιλητή μας, ούτε καν για τον φόβο μήπως εμείς οι ίδιοι ξεπεράσουμε τα όρια. Κάποιες φορές, φοβόμαστε να παραδεχτούμε πως έχουμε κάνει λάθος, πως χάσαμε τόσο πολύτιμο χρόνο, εθελοτυφλούμε, επιβάλλοντας στον εαυτό μας ως σωστό, κάτι που ξέρουμε καλά πως δεν ισχύει στ’ αλήθεια.

Πόσες φορές είπες «ίσως», ενώ ήθελες να πεις «όχι» και πόσες φορές έδωσες δεύτερη ευκαιρία ενώ έπρεπε απλά να τελειώσεις μια κατάσταση λέγοντας απλά «ως εδώ!»; Όμως, πέρα απ’ τον φόβο, σε ορισμένες περιπτώσεις έφταιξαν η υπερηφάνεια κι ο εγωισμός.

Για όλες εκείνες τις στιγμές που δεν έκλαψες στην αγκαλιά κάποιου, για τις φορές που δεν είπες «σ’ αγαπώ» ή «συγνώμη», για τότε που παρότι ήθελες, δεν έτρεξες πίσω από εκείνον που έφευγε -ακόμη κι αν έφταιγε ο ίδιος. Για όλα αυτά που ενώ ποθούσες, τα έχασες για χάρη ενός εγωισμού, ποιος θα σε αποζημιώσει συναισθηματικά; Πόσο χρόνο νομίζεις ότι έχεις;

Ας μεθύσουμε κι ας τα πούμε όλα. Ας τα γράψουμε σε τοίχους, ας τα στείλουμε σε ένα ανώνυμο γράμμα. Με όποιον τρόπο κι αν γίνει τουλάχιστον πρέπει να εκφραστούν. Χρειαζόμαστε μια τέτοια έκφραση όσο για τη δική μας ψυχική υγεία τόσο και για εκείνων που συναναστρεφόμαστε. Πώς θα αντέξουμε τέτοιο συναισθηματικό βάρος αλλιώς αν δεν το μοιράσουμε επάξια εκεί που αρμόζει;

Θυμήσου, πως ένα πλοίο δε βουλιάζει όταν βρίσκεται στη μέση του ωκεανού, αλλά τη στιγμή που ο ωκεανός θα εισέλθει στο σώμα του. Αυτό φοβάμαι, έτσι ίσως γίνει· κάποια στιγμή θα μας πνίξουν τόσα ανείπωτα λόγια.

 

Συντάκτης: Σπυριδούλα Κακαβά
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα