Έρχεται λοιπόν ο νέος άνθρωπος στη ζωή σου, κι αρχίζοντας σιγά σιγά την πρώτη γνωριμία μεταξύ σας το unboxing ο ένας της προσωπικότητας του άλλου, ενθουσιάζεσαι και τα βλέπεις όλα ιδανικά, ως συνήθως. Ερωτεύτηκες, ή μάλλον έτσι δηλώνεις κι αυτή η σκέψη, μια λέξη τόσο δυνατή και αφελώς χιλιοειπωμένη, σε γεμίζει προσμονή και λαχτάρα για όσα καταπληκτικά φαντάζεσαι πως θα ακολουθήσουν. Ερωτεύτηκες λες, κι ας μην τον έχεις μάθει καλά καλά, κι ας είστε μόλις μια βδομάδα μαζί. Είστε συνεχώς μες τα μέλια και στις ρομαντικές εκδηλώσεις αγάπης κι αυτό αρκεί για να θεωρηθεί έρωτας, αρκεί για να σε κάνει να πιστέψεις ότι ο φτερωτός Θεός της έλξης σε πέτυχε με κάποιο από τα βέλη του.

Ε λοιπόν όχι, δεν αρκεί. Πότε μπορεί να ισχυριστεί κανείς πως έχει στ’ αλήθεια ερωτευτεί; Βιώνοντας την αρχή μιας σχέσης όπου όλα είναι υπέροχα, είστε και οι δύο ενθουσιασμένοι και γεμάτοι προσδοκίες -οι περισσότερες από τις οποίες βέβαια θα αποδειχθούν εν τέλει φρούδες ελπίδες- κι ακόμα δεν έχετε αναπτύξει την πλήρη άνεση που θα σας επέτρεπε να εκθέσετε ελεύθερα τον ανεπιτήδευτο εαυτό σας, με τα ελαττώματα και τις παραξενιές του.

Λογικό λοιπόν. Γιατί να μην είναι όλα ρόδινα αφού δείχνει ο ένας στον άλλο την τέλεια επιτηδευμένη εικόνα που περιμένει να δει; Αυτό όμως δε μοιάζει τόσο με έρωτα. Ο πραγματικός έρωτας έρχεται μετά τα πυροτεχνήματα, αβίαστος κι ασυμβίβαστος, ξεχύνεται σαν χείμαρρος κάπου εκεί, μετά το πρώτο στρώμα ενθουσιασμού που ξεφουσκώνει, όταν έχεις πια γνωρίσει τον άνθρωπο που έχεις δίπλα σου, με τα καλά και τα στραβά του, κι όχι απλά έχεις αποδεχτεί αλλά και αγαπήσει και τις δύο αυτές πλευρές. Τον βλέπεις ρεαλιστικά κι όχι φαντασιακά, κατανοείς την ανθρώπινη και ατελή υπόστασή του και τον εκτιμάς γι’ αυτό που πραγματικά είναι, ευγνωμονείς όσα όντως έχει να σου προσφέρει ηθικά και ψυχικά.

Έχεις περάσει μαζί του αρκετό χρόνο, μέσα στον οποίο είδες μερικές από τις πιο άβολες και αμήχανες στιγμές του, ήσουν εκεί σε κάθε αδυναμία του και κάθε στραβοπάτημα, έγινες μάρτυρας κάθε ελαττώματος που ενδεχομένως διαθέτει μέσα στην πολύπλευρη ύπαρξή του κι ακόμα κι ύστερα από όλα αυτά εξακολουθείς να θαυμάζεις αυτό που συντελεί σαν ολότητα, ενώ ταυτόχρονα ποθείς και να ενωθείς μαζί του, να νιώσεις πως γίνεσαι για λίγες στιγμές ένα μέρος αυτής της θαυμάσιας πολυπλοκότητάς του• μια απέλπιδα προσπάθεια να πάρεις λίγη από τη λάμψη που ερωτεύτηκες, αυτό είναι ο αληθινός έρωτας.

Τον άνθρωπό σου, αυτόν με τον οποίο έχεις περάσει πολύ χρόνο κι έχεις πλέον μάθει, τον έχεις σταδιακά απομυθοποιήσει, γεγονός που στην προκειμένη περίπτωση δεν εκλαμβάνεται σαφώς ως αρνητικό, καθώς σημαίνει πως ακόμη και μετά την απότομη απομυθοποίηση, τα ερωτικά σου συναισθήματα εξακολουθούν να παραμένουν ισχυρά. Καμία ανούσια τροφή για ψευδαισθήσεις, καμία προσδοκία για κάτι παραπάνω, αλλά και κατά ένα παράξενο -κι αληθινά ερωτικό θα έλεγα- τρόπο, κανένα ίχνος απογοήτευσης εξίσου. Μονάχα εσύ και κάποιος ή κάποια που ξέρεις πως δεν αποτελεί συνώνυμο της τελειότητας, που έχεις αναγνωρίσει κι αγκαλιάσει τις αρνητικές πλευρές του, οι οποίες ωστόσο δεν είναι αρκετά δυνατές ώστε να περιορίσουν τον πόθο που σε ελκύει στο πρόσωπό του.

Αυτό ναι, είναι έρωτας! Κι υπό αυτές τις συνθήκες καθίσταται ικανός να μετουσιωθεί πιθανώς σε κάτι ακόμη πιο άδολο, πιο αγνό και πιο αληθινό. Υπό τέτοιες συνθήκες ευδοκιμεί η αγάπη. Είναι συνειδητή και καθημερινή επιλογή. Κάνεις δε σε παραμυθιάζει για το τι είναι και τι όχι, αφού ήδη έχεις βιώσει, αποδεχτεί κι ερωτευθεί όλο το πακέτο, έναν άνθρωπο στο σύνολό του.
Γιατί κι οι ατέλειες και οι αρνητικές του πλευρές, αποτελούν κάποια μόνο από εκείνα τα χαρακτηριστικά που συνολικά απαρτίζουν τον άνθρωπο που εσύ βρίσκεις ακαταμάχητο, τον κάνουν αυτό που είναι, κι αυτή είναι η αιτία που τους χρωστάς την ύπαρξή του.

Μια τόσο όμορφη ρήση, με την οποία τοποθετήθηκε κι ο Tom Hanks για την αγαπημένη του σύζυγο, που περικλείει σε κάθε λέξη, εύστοχα, όλη την αλήθεια του έρωτα που έρχεται παρασκηνιακά, μετά τα φώτα και την φανταχτερή παράσταση, μετά τη λήθη των αδιάφορων: «Αυτή η γυναίκα με έχει αγαπήσει αδύνατο, με έχει αγαπήσει πιο παχύ. Με αγάπησε με μαλλιά και χωρίς.  Αυτή η γυναίκα, ξέρω πραγματικά, πως με αγαπάει.
Και γι’ αυτό, είμαι ένας τυχερός άνθρωπος».

 

Συντάκτης: Σπυριδούλα Κακαβά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου