Σαν χτες που κρατούσα τη βαλίτσα με τα ρούχα μου. Κακήν κακώς τα μάζεψα εκείνο το πρωινό που εσύ έλειπες. Δεν ήθελα να σε αντικρίσω, γιατί θα ένιωθα αυτό το κάψιμο στο στέρνο και θα αναθεωρούσα όλα αυτά που είπαμε.
Ήταν χωρισμός, έπρεπε να το συνειδητοποιήσεις κι εσύ. Ασυμφωνία χαρακτήρων, άσπρο εσύ, μαύρο εγώ. Πότε δε συμφωνούσαμε, ούτε στα πιο απλά. Κάποτε υποχωρούσαμε για να συμφωνήσουμε άλλοτε με το μαύρο ή το άσπρο. Τελικά, ήταν το πάθος κι η έλξη που μας είχαν παρασύρει. Δεν είχαμε δει τα βασικά, ότι δεν ταιριάζαμε. Όταν η φλόγα καταστάλαξε, όταν όλα αυτά μπήκαν σε μια σειρά, η ζωή μας έγινε ταλαιπωρία. Μίσος κι αγάπη, ειρωνεία παντού κι η έλλειψη σεβασμού, μια δεδομένη κατάσταση.
Έφυγα από σένα, μετράω μήνες πλέον. Μου λείπεις, δε στο κρύβω. Δε σε χρειάζομαι, αλλά θυμάμαι κάποιες απ’ τις λιγοστές όμορφες στιγμές που μοιραστήκαμε. Τις θυμάμαι και αναρωτιέμαι πώς έγινε και δεν καταφέραμε να βρούμε τη χρυσή τομή.
Τόσος χρόνος πέρασε, ταλαιπωρηθήκαμε κι οι δυο. Παιχνίδια, εγωισμοί, «σ’ αγαπώ» που έπεσαν στο κενό. Ήταν μια φασαρία αυτή η κατάσταση, ηρέμησε η ψυχή μου. Κάθε μέρα που περνάει, μαθαίνω νέα σου, κάπου σε συνάντησα τυχαία κι οι παλμοί μου αυξήθηκαν. Υπάρχουν ακόμα συναισθήματα, αλλά γαληνεύω μακριά σου.
Η φυγή μου με βοήθησε να ηρεμήσω. Να δω ξεκάθαρα όλα αυτά που δεν μπορούσα να εντοπίσω όταν ήμασταν μαζί. Βρήκα εμένα, τις ισορροπίες και τις επιθυμίες μου. Πράγματα που είχα παραμελήσει για να κρατηθεί αυτή η σχέση. Ήταν δύσκολο να είμαι εγώ όταν μάταια προσπαθούσα να συνυπάρξω με το «εμείς».
Με αδίκησα πολλές φορές, έδωσα χώρο σε πράγματα που τελικά δεν ωφέλησαν, δε βελτίωσαν την κατάσταση. Στιγμές έντασης και θυμού. Να στεναχωριέμαι και να καταβάλω προσπάθειες για να σου εξηγήσω τη μία ή την άλλη περίπτωση. Δεν καταλήγαμε ποτέ σε συμφωνία. Εσύ κι εγώ να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Ποτέ δε γίναμε «εμείς».
Αντίδραση ο ένας στον άλλον και στο τέλος καταλήγαμε αγκαλιασμένοι να παλεύουμε με λόγια και καβγάδες. Μια βόλεψη, μια νοσηρή σχέση. Δεν υπήρχε ομαλή εξέλιξη, μια συνεχόμενη πληγή που κάθε μέρα μεγάλωνε για να φτάσουμε στο τέρμα.
Χαίρομαι που με όλες αυτές τις επιστροφές, ξημέρωσε κι εκείνη η μέρα που έφυγα και δεν ξαναγύρισα. Ευχαριστώ που πλέον μπόρεσα να απεξαρτηθώ από εσένα και τη συνήθειά μας. Αυτή που μου χάιδευε τα αφτιά και πίστευα πως δεν μπορώ μακριά σου. Αυτή η αυταπάτη, που το συναίσθημα σε πνίγει και σε οδηγεί να συγχωρείς για να γευτείς μια ακόμη αγκαλιά. Το γνώριμο άρωμα και το χέρι που αγκαλιάζει οικεία το σώμα. Μέχρι την επόμενη στιγμή, που η δική μας αντιπαράθεση θα έκανε την εμφάνισή της για να με μαλώσω που είπα «τέλος» και δεν το τήρησα. Όχι, αυτή τη φορά δεν έχει επιστροφή. Ξέρω τι θα ακολουθήσει και πού θα οδηγήσει.
Μου έκανε καλό που έφυγα, είδα την αλήθεια. Ένα φιάσκο ήταν όλο, μια ελπίδα να γίνει κάτι διαφορετικό. Δε γίνεται ο άνθρωπος να αλλάξει ή σου κάνει εξαρχής, ή απλά θα τυραννήσεις τον εαυτό σου με ανόητα σενάρια. Φοβάμαι, όμως, είναι πολύ καλό για να είναι αληθινό. Δεν είναι εύκολο να διαπιστώσεις πως τελικά αυτή η σχέση τερματίστηκε. Με τρομάζει το αύριο κι ανησυχώ που με βρήκα.
Με φοβίζει, η επόμενη μέρα, αυτή που δεν την ξέρω. Πώς θα μπορέσω να συνυπάρξω με άλλο άτομο, πώς θα αποκτήσω συναισθήματα, πώς θα συνηθίσω. Άλλαξα, έχω πλέον απαιτήσεις κι εύκολα απορρίπτω νέες καταστάσεις. Δε θέλω να ζήσω τα ίδια, αλλά δε θέλω να πιστέψω πως το ταξίδι της φυγής μου θα έχει επιστροφή.
Φοβάμαι μακριά σου. Φοβάμαι μην το καλό που μου έκανες πάει στράφι κι επιστρέψω σε σένα για να βολευτώ σε μια καταδικασμένη σχέση. Πώς γίνεται αυτό το «παρακάτω»; Δε θέλω να γυρίσω, δε θέλω να ξέρεις πόσο σ’ ευχαριστώ για το καλό που μου χάρισες. Ο φόβος θα είναι το τίμημά μου μέχρι να σε σβήσω από μέσα μου.
Θα τα καταφέρω, όσο χρόνο και αν μου πάρει. Ένας ακόμη εσωτερικός δαίμονας, μια ακόμη πληγή. Θα τα καταφέρω, μωρό μου, θα το δεις!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη