Για πες μου, φίλε μου καλέ, υπάρχει, αλήθεια, άνθρωπος που να γουστάρει τη ζήλεια; Υπάρχει κανείς αρκετά παρανοϊκός που να θέλει να τον ελέγχουν και να τον ζηλεύουν σε τέτοιο βαθμό, που να μην μπορεί καν να αναπνεύσει;

Η ζήλια, βλέπεις, είναι ένα πολύ αρρωστημένο συναίσθημα. Είναι η λεπτή, τσιριχτή φωνή του εγκεφάλου σου που αποφασίζει πως κάποιος σου ανήκει και σε βγάζει εκτός εαυτού προκειμένου να διατηρήσεις την κατάσταση ως έχει. Δεν πα να μη σου έχει δώσει το παραμικρό δικαίωμα ο άλλος; Εσύ εκεί, να τρώγεσαι, ακόμα κι αν δε δρας. Γιατί η ζήλια μέσα σου σε φουντώνει με ιδέες και σενάρια που μόνο κακό σου κάνουν. Και πάνω που αρχίζεις να ψυλλιάζεσαι πως κάτι τρέχει, σου τσαμπουνά και ένα «έχεις ένστικτο εσύ» για να σε πείσει.

Πλοτ τουίστ: Φυσικά και υπάρχουν άνθρωποι που τη γουστάρουν τη ζήλια. Βρε, υπάρχει τίποτα πιο ικανοποιητικό απ’ αυτό; Όχι, δεν τρελάθηκα ακόμα, σοβαρά σου μιλάω. Δεν αναφέρομαι, φυσικά, στη ζήλια που ανέλυσα νωρίτερα. Αυτή είναι αρρωστημένη, το ‘παμε. Οι άνθρωποι πρέπει να ζουν ελεύθεροι, είτε βρίσκονται σε σχέση είτε όχι. Δε σου λέω πως αν έχεις συμφωνήσει με το ταίρι σου στην αποκλειστικότητα είναι κακό -ίσα ίσα, κι εγώ με αυτή τη γραμμή πάω. Ελευθερία σημαίνει «μπορούσα να απατήσω και δεν το έκανα», όχι ήθελα μα με είχαν δεμένο.

Επιστρέφω, λοιπόν, σε αυτούς που το γουστάρουν τρελά το όλο θέμα, μετά από αυτό το μικρό ξεκαθάρισμα. Είναι οι τύποι που έχουν καταλάβει την ουσία, τον πυρήνα της ζήλιας, βρε παιδάκι μου. Εκείνοι που ξέρουν πως η ζήλια δεν είναι αυτό που φαίνεται. Η ζήλια δεν είναι το παρανοϊκό καμπανάκι του οργανισμού που μας λέει πως κάτι είναι δικό μας και μας το παίρνουνε. Είναι κάτι πολύ πιο σπουδαίο -και καλό- από αυτό.

Ας δούμε, όμως, τα πράγματα πιο προσεκτικά, μπας και καταλάβεις μόνος σου πού το πάω.

Πότε νιώθεις ζήλια; Όταν ενδιαφέρεσαι για κάποιον. Για ποιον τη νιώθεις; Για το άτομο που ενδιαφέρεσαι ή για όποιο άλλο το πλησιάζει; Για τους άλλους. Γιατί; Γιατί θα ήθελες να είσαι στη θέση τους, κοντά του.

Άπαξ και το ένιωσες μια φορά σου υπογράφω πως θα το νιώσεις κι άλλες. Θα αρχίσει να σε καίει κι όσο η κατάσταση συνεχίζεται εσύ θα νιώθεις δυσφορία, αγανάκτηση. Όχι, δε θα παραδεχτείς πως γουστάρεις ένα άτομο που σε εκνευρίζει τόσο. Δε θα το σκεφτείς καν, δεν είναι δυνατόν. Ό, τι κάνει αυτό το πλάσμα σου προκαλεί αηδία, κάνει το στομάχι σου να γυρίζει, το στόμα σου να στεγνώνει.

Δες, δες πώς πάει και κολλάει σε άλλους ανθρώπους -σε οποιουσδήποτε άλλους ανθρώπους εκτός από σένα. Γελάει, συζητάει, χορεύει, ποζάρει, κάνει νάζια, δείχνεται, υπάρχει. Όλα σου φταίνε μα δε χορταίνεις να τα κοιτάς. Κι αυτή η μικρή τσιριχτή -σπαστική, αν θες τη γνώμη μου- φωνή μέσα σου εύχεται να τα έκανε σε σένα. Όχι; Δεν πέφτω μέσα; Καλά.

Aυτή η φωνή δεν είναι εκεί για να σου πει πως αυτό το άτομο σε ενοχλεί αλλά για να σε ξυπνήσει, για να σου δώσει να καταλάβεις πως τη δάγκωσες τη λαμαρίνα. Σε βάζει αυτόματα σε μια τόσο δύσκολη θέση, παρά τη θέλησή σου και σε αναγκάζει να ξεβολευτείς. Ύστερα, σε κάνει ν’ αναρωτηθείς την πηγή αυτής της αναστάτωσης και σου προσφέρει στο πιάτο την απάντηση, που δεν είναι άλλη από ένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Τι άλλο να κάνει κι η δόλια η καρδιά σου για να ξυπνήσει το ξερό σου το κεφάλι, μου λες;

Κλείσιμο χωρίς παρεξηγήσεις: Όλα αυτά καλά και όμορφα, όμως υπό όρους. Γιατί εδώ σου μιλάω για τη ζήλια την όμορφη, τη γλυκιά, που σε ταρακουνά και σου δίνει ώθηση να κυνηγήσεις το αμόρε της καρδιάς σου. Όχι για τη ζήλια την τοξική, την αχόρταγη, την άπληστη, την καταπιεστική. Εκείνη που σε κάνει να περιορίζεις τον άνθρωπο που λες πως αγαπάς, τάχα για να μην τον χάσεις. Προσοχή στις λεπτές γραμμές και στις ισορροπίες, λοιπόν. Και μην ξεχνάς να έχεις τα αυτιά της ψυχής σου ανοιχτά για να ακούς πού και πού και τι σου λέει η καρδιά σου!

Συντάκτης: Ελευθερία Αντωνοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου