Κάτι που μου κινούσε ανέκαθεν το ενδιαφέρον είναι ο τρόπος με τον οποίο δουλεύει το μυαλό των ανθρώπων και το πώς αυτό αντιδρά σε διάφορα ερεθίσματα και καταστάσεις. Ενώ ο σημερινός κόσμος έχει μια γεύση από πρόοδο και διαλλακτικότητα, ο μέσος άνθρωπος, που παλεύει να απαλλαχτεί από στερεότυπα που ίσχυαν στο παρελθόν και που τα βλέπει ακόμα και τώρα να αντικατοπτρίζονται σε άτομα προηγούμενων γενιών του κύκλου και της οικογένειάς του, βρίσκει κατάλοιπά τους στη συμπεριφορά του, μην μπορώντας να τα ξεφορτωθεί εντελώς.

Ένα απ’ τα πλέον διαδεδομένα ταμπού, που ως ανθρωπότητα προσπαθούμε να εντάξουμε στην καθημερινότητά μας χωρίς κόμπλεξ και προκαταλήψεις να τα περιβάλλουν, αποτελεί και το θέμα του σεξ. Αν πας πίσω λίγες δεκαετίες και θυμηθείς την παιδική σου ηλικία, θα ξεθάψεις έστω και μία φορά που καθόσουν με την οικογένειά σου και παρακολουθούσατε κάποια ταινία στην τηλεόραση. Κάποια στιγμή, όταν μία ερωτική σκηνή άρχιζε να παίζει, οι γονείς ίσως να έκλειναν τον ήχο και να σου έλεγαν να κλείσεις τα μάτια σου, σε μία προσπάθεια να διαφυλάξουν την παιδικότητα και την αθωότητά σου για λίγο ακόμα. Τελικά, αυτό που κατάφερναν ήταν να διαμορφώσουν την έννοια του σεξ ως κάτι ντροπιαστικό στο μυαλό σου, μέχρι που έφτασες στην ηλικία που σου επέτρεψε να καταλάβεις από μόνος σου ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει ούτε στο ελάχιστο.

Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι λίγες οι στιγμές που πιάνουμε τους εαυτούς μας να αισθάνονται αμήχανα με το συγκεκριμένο θέμα. Αν, ως ενήλικες πια, βρισκόμασταν σε μία παρόμοια κατάσταση με αυτή που προαναφέραμε, παρακολουθώντας κάποια ταινία με την παρέα μας αυτή τη φορά, κι έφτανε η στιγμή της ερωτικής σκηνής των πρωταγωνιστών, το πιο πιθανό είναι πως, οκ, μπορεί να μην κλείσουμε τον ήχο και τα μάτια μας, αλλά μάλλον θα κοιτάμε τριγύρω τάχα αδιάφορα, λες και το σεξ πρόκειται για κάτι κακό με το οποίο εμείς δε θέλουμε να έχουμε σχέση κι επιβάλλεται να αποφύγουμε τη θέασή του.

Και κάπου εδώ έρχεται ο τρόπος λειτουργίας του ανθρώπινου μυαλού που σου είπα ότι θαυμάζω. Ενώ δηλώνουμε προοδευτικοί, βρισκόμαστε προδομένοι απ’ το υποσυνείδητό μας, που φαίνεται να είναι ακόμα κολλημένο σε ιδέες που υποτίθεται ότι έχουμε ξεκαθαρίσει. Η εσωτερική διαμάχη που λαμβάνει χώρα στο κεφάλι μας, μας ωθεί στο να δικαιολογήσουμε την παράξενη αυτή αντίδρασή μας με διάφορους τρόπους που, θεωρητικά, σε ένα βαθμό είναι αληθινοί.

Το πιο σύνηθες πάτημα που βρίσκουμε είναι το ότι μία ερωτική σκηνή έχει υψηλές πιθανότητες να μας ανάψει. Τι πιο αμήχανο απ’ το να βρεθούμε καυλωμένοι ανάμεσα στους φίλους μας; Έτσι αρχίζουμε να σχολιάζουμε τη σκηνή ανάλαφρα και κοροϊδευτικά, διακωμωδώντας την κατάσταση για να μειώσουμε την επιρροή της. Βρίσκουμε καταφύγιο στο χιούμορ, δηλαδή, για να καμουφλάρουμε τις φυσιολογικές ορμές μας, για τις οποίες, στην πραγματικότητα, ντρεπόμαστε.

Το σεξ, όμως, δεν είναι κάτι που πρέπει να μας φέρνει σε δύσκολη θέση. Όσο χρωματισμένο κι αν είναι απ’ το στίγμα που του φόρεσαν οι προηγούμενες γενιές, δεν παύει να αποτελεί την αδιαμφισβήτητα φυσιολογική διαδικασία της αναπαραγωγής, που όλοι τελούμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Πέρα από αυτό, το σεξ είναι κάτι όμορφο, κάτι που απολαμβάνουμε κι αγαπάμε όλοι. Όσο ακομπλεξάριστα μπορούμε να το κάνουμε με τον σύντροφό μας ή να το συζητήσουμε με την παρέα μας, άλλο τόσο ακομπλεξάριστα μπορούμε να το παρακολουθήσουμε να συμβαίνει στη διάρκεια ενός έργου, στο οποίο –για να μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας– δε συμβαίνει καν στ’ αλήθεια.

Μπορώ, ωστόσο, να καταλάβω πως η θεωρία διαφέρει από την πράξη στην προκειμένη περίπτωση. Μπορώ να αντιληφθώ πως μπορεί κανείς να νιώσει περίεργα σε μια κατάσταση σαν αυτή, όσο απελευθερωμένος κι αν δηλώνει στην καθημερινότητά του. Έχω πιάσει τον εαυτό μου, μάλιστα, να χαμηλώνει τον ήχο σε κάποια τέτοια σκηνή, ακόμα κι όταν είμαι μόνη μου στο σπίτι μου, με τον φόβο ότι οι γείτονες θα με σχολιάσουν αρνητικά για τις προτιμήσεις μου στις ταινίες.

Στην τελική, η καλύτερη συμβουλή που μπορώ να δώσω στον εαυτό μου είναι να τολμήσουμε βγούμε απ’ το comfort zone μας και σε τέτοιες στιγμές να ανεβάσουμε τον ήχο, να παρακολουθήσουμε χωρίς αστεία σχόλια, όπως κάνουμε κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε άλλης σκηνής, και να αντιμετωπίσουμε τις φοβίες ή τις προκαταλήψεις μας με τον πιο ωμό κι άμεσο τρόπο: ζώντας τις.

Συντάκτης: Ελευθερία Αντωνοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη