Αν πρέπει να επενδύσεις σε μία σχέση πιο πολύ στη ζωή σου, τότε επίλεξε να είναι εκείνη με τον εαυτό σου. Μοιάζει απαισιόδοξο ή ακόμα υπερβολικά κυνικό, αλλά μόνος σου έρχεσαι σ’ αυτή τη ζωή και μόνος σου αποχωρείς από αυτή. Σίγουρα έχεις την ευκαιρία στο ενδιάμεσο να απολαύσεις τη διαδρομή, να τη μοιραστείς και να τη γεμίσεις με τους ιδιαίτερους εκείνους ανθρώπους που θα αποτελέσουν έστω και για λίγο τους συνοδοιπόρους σου. Αλλά όταν κλείσει το τηλέφωνο, όταν πάψουν οι μουσικές της γιορτής, σου μένει μόνο εκείνος. Εκείνος τον οποίο παραμέρισες προσωρινά. Εκείνος που έχει περισσότερο από όλους την ανάγκη για τη φροντίδα και την προσοχή σου. Γιατί κάτι δεν πάει καλά τον τελευταίο καιρό. Γιατί κάπου δε σε ικανοποιεί αυτό που είσαι. Ναι, τον ξέρεις τον λόγο. Πάντα γνωρίζουμε τις απαντήσεις. Απλά μερικές φορές εθελοτυφλούμε, αρνούμενοι συνειδητά να παραδεχθούμε την επίγνωση. Διότι θα αφήσει αμυχές και θα σε καταδικάσει ως ένοχο, κύριοι ένορκοι, για την κατάληξη των εκάστοτε καταστάσεων.

Δε βλάπτει ο αναστοχασμός. Ίσα-ίσα είναι χαρακτηριστικό ανθρώπων ζωντανών κι εξελίξιμων. Πρέπει να αποζητάς την αυτοβελτίωση. Να την επιδιώκεις. Κι όταν ερωτηθείς αν δύναται ο χαρακτήρας ενός ατόμου να αλλάξει, να απαντήσεις καταφατικά. Όσο και αν ισχυρίζονται το αντίθετο. Όσο και αν κυριαρχεί η πεποίθηση, ότι πορευόμαστε με ένα χαρακτήρα στο πεπερασμένο αυτή της ζωής. Οι άνθρωποι αλλάζουν. Μα αλλάζου, όταν πραγματικά το επιθυμήσουν. Όταν φτάσουν σε σημείο ο εαυτός τους να τους γίνει φορτικός και ανυπόφορος. Τόσο που να μην τον αντέχουν πια. Τότε θα ξετρυπώσει η ανασφάλεια, ο προβληματισμός και η στροφή αυτή τη φορά θα έχει κατεύθυνση προς τα μέσα.

Φρόντισε όμως, όταν θα φτάσει η ειμαρμένη να είσαι μόνος. Δύσκολη λέξη η μοναξιά, σωστά; Απειλητική, τρομακτική. Το να δίνεις όμως προτεραιότητα στην ολοκλήρωσή σου, προτού ψάξεις για ρέπλικες άλλων μισών, δεν είναι μοναξιά. Είναι συνύφανση σεβασμού και αυτοσεβασμού. Είναι λύτρωση κι απελευθέρωση.

Σου δίνει το χώρο και το χρόνο να ξεδιπλώσεις εκείνη την «άσχημη» πλευρά σου. Να την παρατηρήσεις, να την αναλύσεις, να την επαναπροσδιορίσεις και τελικά να τη διορθώσεις. Με αγάπη, με κατανόηση. Χωρίς φόβο, χωρίς δεύτερες σκέψεις. Έχουμε μάθει όμως να τρέμουμε στην εμφάνιση αυτής της ενδοσκόπησης. Κι αυτό γιατί η θνητότητά μας, αυτή η ίδια η αίσθηση του να νιώθουμε τρωτοί, μας κάνει μικρούς και αδύναμους. Έτσι, την αποφεύγουμε επιδεικτικά και την καλύπτουμε. Την καλύπτουμε με ανθρώπους. Δημιουργούμε σχέσεις κατ’ ανάγκην. Σχέσεις ανειλικρινείς. Είμαστε για να είμαστε. Γιατί όταν δε χωράς στον εαυτό σου, δε θα χωρέσεις σε καμία αγκαλιά.

Ξέρεις, οι άνθρωποι δεν αποτελούν μπαλώματα. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη καταπάτηση της αξιοπρέπειας από το να χρησιμοποιείς κάποιον ως μέσο. Μέσο για να νιώσεις ποθητός, αγαπητός, ελκυστικός. Μέσο για να βγεις από το βούρκο των αρνητικών συναισθημάτων που κατατρέχουν την ψυχοσύνθεσή σου. Δε θα βγεις όμως. Η κατάσταση θα χειροτερεύει. Μέρα με τη μέρα. Φορά με τη φορά.

Η ανασφάλεια καλά μεταμφιεσμένη ως ζήλια θα κάνει κρότο όχι μόνο στα δικά σου αυτιά, αλλά ακόμα περισσότερο στα αυτιά του συντρόφου σου. Ζήλια με αφορμές ανύπαρκτες. Ή καλύτερα με αιτία υπαρκτή. Μία. Μοναδική. Αυτή που θέλει εσένα κατώτερο κι ανεπαρκή και όλους τους άλλους καλύτερους. «Άρα δεν του φτάνω. Άρα σε ένα πλήθος απεριόριστων επιλογών, εγώ φαντάζω λίγος. Άρα θα φύγει εύκολα, ίσως να το έχει κάνει ήδη και να μην το ξέρω». Σενάρια, φαντάσματα, εφιάλτες. Ξεσπάσματα, αντιδραστικότητα, ανυπαρξία ανοχής. Και έπειτα θυμός που ξεγελάστηκες που σκέφτηκες λανθασμένα και ανόητα. «Συγγνώμη» ξεστόμισες, για να κερδίσεις χρόνο μέχρι την επόμενη φορά. Μέχρι την επόμενη φορά που θα θολώσεις και θα μεταμορφωθείς σε κάτι άλλο. Σ’ έναν εαυτό που δε σε αντιπροσωπεύει. Σε ένα εσύ που δεν αναγνωρίζεις.

Ακόμα να φύγεις λοιπόν; Ναι, ακόμα. Κρατιέσαι με νύχια και με δόντια από αυτόν τον κάποιον. Αρνείσαι να αποδεσμευτείς, φοβούμενος ότι το χώρια θα είναι χειρότερο από το μαζί. Επειδή εκεί είδες τα στοιχεία που σου λείπουν. Αυτά τα οποία θα ήθελες να έχεις ή να καλλιεργήσεις. Κι έτσι, άρχισες να σφίγγεις ολοένα και πιο πολύ τα χέρια σου γύρω από το λαιμό του. Τον πνίγεις και μαζί μ’ αυτόν πνίγεσαι και εσύ. Χορεύετε στον τρελό ρυθμό του θανάτου. Θανάτου των επιθυμιών και των χαρακτήρων σας.

Κάτσε λοιπόν και βάλ’ τα κάτω. Πριν ανοίξεις την αγκαλιά σου σε οποιονδήποτε, αγκάλιασε σφιχτά τον εαυτό σου. Συμφιλιώσου μαζί του και θα δεις ότι θα συμφιλιωθείς με την πλάση όλη. Να θυμάσαι ότι δεν είμαστε τέλειοι. Ούτε όμως και ατελείς. Είμαστε άνθρωποι. Άνθρωποι υπέροχα ανολοκλήρωτοι.

 

Συντάκτης: Έλλη Βαλή
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου