«Στα μονοπάτια του μυαλού μου τριγυρνάς» θα έλεγες από μέσα σου την ώρα που όλως τυχαίως –εδώ γελάμε- ανέφερες ξανά εκείνο το όνομα. Μα το κάνεις τόσο ασυνείδητα που δε γίνεται κι όλας να πεις κάτι τέτοιο στον εαυτό σου.

Ίσως τώρα που διάβασες την παραπάνω πρόταση, να ήρθε αμέσως στο μυαλό σου ένα όνομα ή ένα πρόσωπο, κάτι τέλος πάντων που να σου θυμίζει ένα πρόσωπο που σήμαινε κάποτε πολλά για ‘σένα. Όχι; Ανάλογα την κατάσταση θα έλεγε κανείς πως έχεις τύχη. Αν ναι, welcome to the club.

Δεν ελέγχουμε πάντοτε τη ροή της σκέψης μας, αν και δεν είναι κι ακατόρθωτο, οπότε έρχεται εκείνη η στιγμή που μέσα σε μία συζήτηση βλέπουμε κάτι, ακούμε μία λέξη, μας χτυπά η ανάμνηση κάποιου την πόρτα και πετάμε εκεί στο άκυρο το όνομά του λέγοντας «Κάτι παρόμοιο πίστευε» «Να ‘ξερες τι μου θύμισες, το ίδιο ακριβώς έλεγε».

Σού περιγράφει το κολλητάρι σου τη φάση που παίχτηκε με το πρόσωπο που το ενδιαφέρει. Παθιάζεται από τον ενθουσιασμό, κουνάει τα χέρια άτακτα αναπαριστώντας κάθε σκηνή, κάθε συζήτηση κι εσύ ενθουσιάζεσαι μαζί του όχι τόσο γιατί χαίρεσαι με τη χαρά του αλλά με τη θύμηση της δικής σου περιπέτειας μ’ εκείνο το πρόσωπο που κάθε λίγο και λιγάκι, εκεί στο άκυρο, αναφέρεις. Λες πόσο ταυτίζεσαι με τον ενθουσιασμό του μιας και το ίδιο ακριβώς ένιωθες κι εσύ τότε.

Κάπου χάσαμε την ταύτιση μου φαίνεται. Προφανώς και θα χαρείς με το φιλαράκι σου, προφανώς και θα εύχεσαι όλα τα καλά του κόσμου, όμως από τη στιγμή που, ακόμα και χωρίς να το θέλεις, σκέφτεσαι εκείνο το πρόσωπο και το πώς ένιωθες εσύ τότε που πέρασες τα ίδια –που μπορεί να μην έχει καμία σχέση η μία φάση με την άλλη, απλώς βρήκες ευκαιρία να ανατρέξεις λίγο στις συγκεκριμένες αναμνήσεις- δεν ταυτίζεσαι, απλώς αναπολείς.

Μην ανησυχείς, κανείς δε θα σου κρατήσει κακία για ένα τέτοιο θέμα, όχι τουλάχιστον όσοι σε νοιάζονται και σε ξέρουν. Ίσως μάλιστα να βλέπουν κάτι που εσύ ενδεχομένως δε βλέπεις καθαρά, ή αρνείσαι να παραδεχτείς. Ίσως σου λείπει. Κι αν σου λείπει και αρνείσαι πεισματικά να το παραδεχτείς, θα συνεχίσει το όμορφο μυαλουδάκι σου τις προσπάθειες να το διαπιστώσεις μέσα σε αυτές τις «άκυρες» φάσεις.

Δε σου λέω πως δεν κατάφερες να ξεφύγεις ποτέ από μια σχέση ή από έναν άνθρωπο, ούτε πως υποφέρεις με την απουσία σου. Δεν υπάρχουν τέτοιου είδους υπερβολές εδώ μα μικρές λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά. Λέω απλώς πως, παρ’ όλο που προχώρησες, ακόμα κι αν χωρίσατε σε φυσιολογικά πλαίσια, χωρίς άσχημους καβγάδες κλπ, υπάρχει ένα μικρό κομμάτι μέσα σου που είχε συνηθίσει μέσα σε αυτό που «έδιωξες» και με το παραμικρό νοσταλγεί.

Μπορεί να μην είναι ξεκάθαρος ο λόγος, μα είναι καλό να αφήνουμε ένα κομμάτι μας μέσα σε μία ανάμνηση, ακόμα κι αν την επικαλούμαστε με την παραμικρή αφορμή, για να μας θυμίζει τι περάσαμε και που έχουμε φτάσει έως τώρα. Κάθε σχέση αφήνει σημάδια, κατακτά κομμάτια του εαυτού μας, της καθημερινότητάς μας, των συνηθειών και κάποιων από τις αγαπημένες μας ασχολίες, επομένως δεν μπορεί να φύγει έτσι απλά, μ’ ένα «φεύγω», «χωρίζουμε» ή ένα άγραφο τέλος καθώς η πόρτα κλείνει πίσω μας. Μετά το θυμό, πάνω στο πείσμα θα νομίζουμε πως το ξεπεράσαμε μα μόλις ξεθυμάνει το μέσα μας αναδύονται στιγμές από τις πιο όμορφες και σημαντικές μέρες που μετρά το ιστορικό μας. Τότε, ασυνείδητα, πιάνουμε εκείνη την όμορφη μυρωδιά στον αέρα, τυχαία στο δρόμο ή κι αλλού, μυρίζουμε το άρωμα που φορούσε και σκαλώνουμε, πιάνουμε τον εαυτό μας να μιλάει ακατάπαυστα ή με νοσταλγία για το πρόσωπο και τον καιρό που ήταν ό,τι πιο σημαντικό υπήρχε στη ζωή μας.

Κι αν, λέμε τώρα, δεν τέλειωσε τίποτα ακόμα; Ξέρεις, ποτέ δεν ξέρεις. Ίσως, βέβαια, να είναι απλό πείσμα, σαν κάτι να μην έκανε τον κύκλο του και νιώθεις πως πρέπει να κλείσει για να φύγεις μία και καλή χωρίς εκκρεμότητες ανοιχτές κι απωθημένα, που σε κάνει να πλάθεις αφορμές που θα πείσουν τελικά τον εαυτό σου να γυρίσεις εκεί.

Να ξέρεις, όμως, είμαστε ό, τι σκεφτόμαστε. Αν κάθεσαι και σκέφτεσαι συνεχώς το πόσο καλά ήσουν εκεί, θα πείσεις τον εαυτό σου πως πρέπει να γυρίσεις. Αν ξέρεις πως δεν υπάρχει κάτι να σε περιμένει εκεί, ακόμα κι αν εξακολουθείς να το σκέφτεσαι έστω και λίγο, θα σε πείσει ο ίδιος σου ο εαυτός πως πρέπει να προχωρήσεις και αυτομάτως κάθε θύμηση θα γίνεται κι αυτή σιγά-σιγά μια ξεχασμένη ανάμνηση. Συλλογίσου και ξεκίνα να σκέφτεσαι αυτό που πραγματικά θες και ό, τι θες θα έρθει στο τέλος να σε βρει ή θα σε ξεσηκώσει να πας εσύ να το διεκδικήσεις.

 

Συντάκτης: Μαρία Εφρεμίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου