Αν ξεκινούσαμε τώρα να αναλύουμε τις ανθρώπινες σχέσεις δε θα τελειώναμε όχι μέχρι το ξημέρωμα αλλά ούτε σε πέντε χρόνια αν θέλαμε κάποια στιγμή να καταλήξουμε σε ένα σωστό συμπέρασμα. Και πάλι όμως ποιος θα εγγυόταν πως είναι όντως σωστό; Βάλε λοιπόν τόσα κι άλλα τόσα. Σε επίπεδο όμως που μπορούμε να αναλύσουμε κάτι χωρίς να οδεύουμε προς την αυτοκαταστροφή λόγω του οβερθίνκινγκ, υπάρχουν περιπτώσεις που μπορούμε να δούμε από μία άλλη σκοπιά και να καταλήξουμε σε κάποια, γενικά μεν καθοριστικά δε, συμπεράσματα.

Πόσες φορές έχουμε ακούσει δικούς μας ανθρώπους να μας λένε πόσο λυπούνται που βάλαμε τέλος σε μία μακροχρόνια σχέση μας, ακόμα κι αν κάποιοι μας λένε πως ίσως να ήταν και για καλό, έτοιμοι παρ’ όλα αυτά να μας συμπαρασταθούν και να σκουπίσουν τα δάκρυά μας! Πόσες φορές μπήκαμε κι οι ίδιοι στην ίδια θέση, να παρηγορούμε κοντινά μας πρόσωπα επειδή χώρισαν ή πήραν διαζύγιο! Πόσο έντονα, λοιπόν, έχουμε συνδέσει το χωρισμό με τη λύπη κι ενδεχομένως με την αδυναμία παίρνοντας κατευθείαν το ρόλο του προστάτη ή του παρηγορητή, είτε εμείς είτε οι δικοί μας; Και κρατήστε το αυτό για την παρακάτω παράγραφο.

Φυσικά κι όταν χωρίσεις θα πονέσεις, θα περάσεις τα στάδια μιας μορφής πένθους, επειδή κάτι –ή μάλλον κάποιος- «έφυγε» από τη ζωή σου κι όποιος έχει αμφιβολίες γι’ αυτό μπορεί να ψάξει όσα ψυχολογικά άρθρα θέλει περί πένθους χωρισμού, για να το εξακριβώσει.

Όσο άσχημος κι αν είναι ένας χωρισμός δεν παύει να είναι παροδικός. Ο πόνος αυτού θα περάσει αργά ή γρήγορα κι αυτό εξαρτάται από εμάς τους ίδιους. Πόσο διαφορετικά όμως θα φαινόταν στα μάτια μας ένας χωρισμός αν εξ’ αρχής βλέπαμε τον εαυτό μας μερικά χρόνια αργότερα όπου θα είχαμε ήδη κάνει μια νέα κι όμορφη αρχή ή θα το είχαμε πάρει σαν ένα καλό μάθημα που μας έκανε να δούμε αλλιώς τη ζωή; Γιατί το σίγουρο είναι πως στις περισσότερες των περιστάσεων μία τέτοια συγκυρία μας βελτίωσε σε βαθμό που ποτέ δε θα περνούσε από το μυαλό μας, ειδικά μέσα στον πόνο μας.

Τραγικό παρ’ όλα αυτά δεν είναι να χωρίζεις με κάποιον που ήσουν χρόνια μαζί, εφόσον το γλυκό εν τέλει δεν έδεσε, μ’ όση προσπάθεια και να ρίξατε, τραγικό είναι να μένεις σε μία σχέση από συνήθεια και μόνο, χωρίς να έχεις πια κάτι παραπάνω να προσφέρεις.

Και –θυμηθείτε τη σημείωση- ναι, κάποτε ήταν ντροπή να χωρίζει ένα ζευγάρι και πόσο μάλλον να ξαναφτιάξει ο καθένας τη ζωή του. Τώρα όμως, εν έτι 2020 θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε έως και απαράδεκτο να μένουμε σε τέτοια στερεότυπα όταν κατά τ’ άλλα θέλουμε να είμαστε προοδευτικοί και παλεύουμε γι’ αυτό, οι περισσότεροι τουλάχιστον. Μπορεί να ακούμε ή και να λέμε «εκείνες ήταν οι καλές οι εποχές που ό,τι χαλούσε το έφτιαχναν και δεν το πετούσαν όπως τώρα και έμεναν μαζί μέχρι τα βαθιά γεράματα» μα ξεχνάμε κάτι πολύ βασικό: Οι εποχές αλλάζουν. Κι αφού αλλάζουν, κι εφόσον ξέρουμε ότι δεν μπορούμε να πάμε πίσω, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να προσαρμοστούμε, να αλλάξουμε κι εμείς.

Σκέψου λοιπόν να είσαι μία ζωή με έναν άνθρωπο επειδή πρέπει, επειδή απλώς μάθατε να είστε μαζί, επειδή αν χωρίζατε θα ντροπιάζατε τους δικούς σας ή το όνομά σας, κάτι που θέλετε κι οι δύο να αποφύγετε ή επειδή φοβάσαι πως δε θα βρεις κάποιον να σε αγαπήσει και να νοιαστεί για εσένα όσο το πρόσωπο αυτό, και χίλια δυο ακόμα. Να είσαι με κάποιον όταν το πάθος, οι εντάσεις κι η ζωντάνια έχουν χαθεί, να μην έχεις όρεξη να κάνεις τα μικροπράγματα που είναι σημαντικά για τον άλλο γιατί απλώς δεν είναι για εσένα, να μην είσαι διατεθειμένος να δώσεις στον άνθρωπο αυτό όλα όσα αξίζει, όπως ενδεχομένως κι αυτός σ’ εσένα, να μην προσπαθείτε για το καλύτερο της σχέσης και παρ’ όλα αυτά να χαράσσετε κοινή πορεία επειδή απλώς έτσι συνηθίσατε χωρίς στην ουσία να προχωράτε. Σχεδόν λυπηρό αν το καλοσκεφτείς, ε; Είναι ενδεχομένως κάτι που πέρασε ανά τις γενιές κι ίσως ήρθε η ώρα να πάει στο καλό.

Κανένας δεν είναι τέλειος, προφανώς, μα σαν άνθρωποι έχουμε τη νοημοσύνη να ξέρουμε τι θέλουμε ή έστω τι μας κάνει καλό. Όταν μένουμε σε μια σχέση, όσα χρόνια κι αν περάσουν, που δε μας απογειώνει, που δε μας αναπτύσσει, που δε μας αναζωογονεί, που δε μας κάνει καλύτερους, που αντιθέτως μας μαραζώνει, είτε γιατί φοβόμαστε να φύγουμε, είτε γιατί δεν τολμάμε να κυνηγήσουμε όσα ενδόμυχα θέλουμε, είτε απλώς επαναπαυόμαστε στη συνήθεια και τη ρουτίνα, πώς είναι δυνατόν να περιμένουμε την ευτυχία που τόσο προσμένουμε να έρθει; Ουρανοκατέβατα; Δεν πρόκειται, όχι αν δεν κάνουμε κάτι εμείς οι ίδιοι.

Ένα χωρισμό μόνο σαν κάτι λυπηρό και τραγικό δε θα έπρεπε να το αντιμετωπίζουμε. Κανείς δε λέει πως πετάμε τη σκούφια μας όσοι χωρίσαμε, ούτε φυσικά να κάνουμε πάρτι σε τέτοιες περιπτώσεις, ούτε εύχεται κανείς να χωρίσουν κάτι όμορφα και ταιριαστά ζεύγη που απλώς αντιμετωπίζουν μικροπροβλήματα γιατί αυτά λύνονται κι είναι μάλιστα ό,τι κάνει κάθε σχέση μοναδική κι υπέροχη. Στενάχωρο και τραγικό είναι να βρίσκεσαι σ’ ένα κλουβί που σε περιορίζει ακόμα κι αν είναι από χρυσό φτιαγμένο, τη στιγμή που θα μπορούσες να είσαι κάπου καλύτερα έχοντας ένα ιστορικό να σου υπενθυμίζει όσα έχασες κι είναι καιρός να βρεις.

Δεν ξέρω για εσάς, εγώ πάντως δε θα ήθελα να βρίσκομαι σε κλουβί, απ’ ό,τι κι αν είναι φτιαγμένο, από τη στιγμή που εκεί έξω, κάπου, με περιμένει η δική μου ελευθερία!

Συντάκτης: Μαρία Εφρεμίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου