Τι κι αν έρθει το αύριο αλλά εσύ δεν είσαι πια εδώ; Τι κι αν έχεις ήδη φύγει; Τι κι αν έχεις χαθεί; Θα μετανιώσουν; Θα καταλάβουν επιτέλους πως η αναμονή είναι χάσιμο χρόνου; Πως αυτός ο φόβος για να πράξεις, είναι γιατί έπρεπε να πράξεις έτσι κι αλλιώς; Θα καταλάβουμε άραγε ποτέ, ότι οι άνθρωποι δε θα είναι εδώ για πάντα; Ότι αυτό το αύριο που τόσο πολύ περιμένουμε, μπορεί να μην έρθει τελικά;

Ο χρόνος είναι μια περίεργη έννοια. Όσο περισσότερο νοιάζεσαι γι’ αυτόν, τόσο περισσότερο σου διαφεύγει. Όσο περισσότερο τον περιμένεις, τόσο περισσότερο τον νιώθεις. Όσο περισσότερο αγωνίζεσαι εναντίον του, τόσο πιο πανηγυρικά χάνεις. Κι είναι το μόνο πράγμα που είναι μαζί μας κάθε στιγμή. Μας επιτρέπει να κάνουμε πράγματα και να γινόμαστε οι άνθρωποι που θέλουμε να είμαστε. Κι ενώ εκείνος μας ελέγχει, εμείς δεν έχουμε κανένα έλεγχο πάνω του. Ο χρόνος μας δίνει μαθήματα, μας βοηθάει να μαθαίνουμε συνέχεια από τις εμπειρίες μας. Μας επιτρέπει να αναλογιστούμε τα λάθη μας. Φέρνει απροσδόκητες αναποδιές, άδοξους επιλόγους, θλίψη και πόνο. Μας αναγκάζει ν’ αναλογιστούμε και να εκτιμήσουμε αυτό που έχουμε. Ο χρόνος μας κάνει να ευχόμαστε να είχαμε περισσότερες ευκαιρίες, να πούμε «σ’ αγαπώ, συγνώμη, μου λείπεις».

Το λάθος είναι ότι νομίζουμε πως τον έχουμε διαθέσιμο κι έτσι τον αφιερώνουμε σε άσκοπα πράγματα, σε καταστάσεις που δε μας γεμίζουν πραγματικά. Αγνοούμε ανθρώπους, ενώ το μόνο που θέλουμε είναι να περάσουμε κάθε δευτερόλεπτο της ζωής μας μαζί τους. Αφιερώνουμε χρόνο απαντώντας σε αδιάφορα μηνύματα, σε άσκοπες συζητήσεις, όμως δε διαθέτουμε δευτερόλεπτο να ξεκαθαρίσουμε τα συναισθήματά μας, νομίζοντας πως ο «άνθρωπός μας» θα είναι εκεί να μας περιμένει. Δε μας περνά καν από το μυαλό η άλλη εκδοχή του σεναρίου. Δε σκεφτόμαστε τι μπορεί να συμβεί όταν μάς τελειώσει ο χρόνος. Όταν φύγουν. Όταν τους χάσουμε. Όταν αλλάξουν χώρα, ή ξαφνικά πάψουν να θέλουν να περιμένουν.

Ο χρόνος δεν περιμένει. Δεν έχει απάντηση στην ερώτηση «Τι κι αν;». Περνά χωρίς να υπολογίζει σχέδια κι όνειρα. Χέστηκε ο χρόνος αν μας φτάνει ή όχι. Θα κάνει ό,τι γουστάρει και θα μας αφήσει να τον ψάχνουμε. Άρα, εμείς, γιατί συνεχίζουμε να περιμένουμε απλώς να εμφανιστεί; Περιμένουμε την κατάλληλη στιγμή για ν’ αλλάξουμε τη ζωή μας, για να εκφράσουμε αυτό που νιώθουμε. Περιμένουμε κάποιον να μας απαλλάξει από τις ενοχές μας, να μας βοηθήσει, να μας μάθει να ζούμε. Περιμένουμε να τελειώσει η μέρα για να ξεκινήσει η επόμενη. Περιμένουμε ένα τηλεφώνημα, ένα μήνυμα, μια κίνηση. Γνωρίζουμε πως ο χρόνος δε θα είναι εκεί για πάντα -δικό μας δημιούργημα είναι άλλωστε, ξέρουμε τις ιδιότητές του- κι όμως είναι λες και δε θέλουμε να το πιστέψουμε.

Οι άνθρωποι δε θα ζουν για πάντα, τα λεπτά δε θα πάψουν να γυρνάνε στο ρολόι, κι οι ευκαιρίες είναι καταδικασμένες διαρκώς να χάνονται. Οπότε άδραξε την ευκαιρία, κάνε αυτό που θέλεις, φάε τον χρόνο εσύ πριν σε φάει. Γιατί μια μέρα θα κοιτάξεις πίσω και θα καταλάβεις ότι έχασες τον άνθρωπό σου, μόνο και μόνο επειδή δεν έπραξες τη στιγμή που έπρεπε. Πολέμησε γι’ αυτό που φωτίζει την καρδιά σου και σε κρατάει ξύπνιο τη νύχτα. Να θυμάσαι πως ο χρόνος δεν είναι ένας απλός αριθμός το ρολόι, ούτε το ξυπνητήρι σου για τη δουλειά. Είναι κι αυτά αλλά όχι μόνο αυτά. Είναι μια συνεχής διαδικασία δημιουργίας ύπαρξης, περιέχει κάθε συναίσθημα από κάθε στιγμή της ζωής μας, είναι μια αποθήκη στιγμών. Κι αν δεν μπορούμε να ελέγξουμε πότε πότε θα δύσει ή θα ανατείλει ο ήλιος, μπορούμε να ελέγξουμε αυτό το δώρο που μας προσφέρει η ζωή. Πού θα βρισκόμαστε όταν αυτό συμβαίνει, και με ποιον θ’ απολαμβάνουμε τη δύση και την ανατολή αυτού του κόσμου.

Τικ τακ, ακούς; Ο χρόνος τελειώνει.

Συντάκτης: Αθηνά Τοσουνίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου